Ακροβασίες μεταξύ εξωπραγματικών και ρεαλιστικών επιλογών καταλογίζει στην κυβέρνηση ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, Παναγιώτης Παπαδόπουλος με αφορμή τη φημολογούμενη αύξηση στο 24% του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ, που σήμερα είναι στο 23%.
«Έχουμε διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ότι η αγορά ασφυκτιά υπό το βάρος της οικονομικής ανομβρίας, της έλλειψης ζήτησης, των αλλεπάλληλων λουκέτων και των υπέρμετρων φόρων. Παρόλα αυτά η κυβέρνηση, δεν το αντιλαμβάνεται και απεργάζεται νέα αποσπασματικά μέτρα που θα ικανοποιήσουν απλά άμεσες ανάγκες» αναφέρει ο πρόεδρος του ΒΕΘ.
«Η πρόσφατη αύξηση του ΦΠΑ, σε πολλές περιπτώσεις από το 13% στο 23%, επέφερε δυσλειτουργίες στη χειμαζόμενη αγορά. Μία νέα ενδεχόμενη αύξηση στο ΦΠΑ θα αποτελέσει το τελειωτικό χτύπημα. Κάθε αύξηση τιμών σημαίνει συρρίκνωση πωλήσεων. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι μία πιθανή αύξηση του ΦΠΑ, «φουσκώνει» τον τελικό λογαριασμό των επικείμενων φορολογικών αλλαγών που σχεδιάζει η κυβέρνηση, προκειμένου να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό και να επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018» σημειώνει ο πρόεδρος του ΒΕΘ, υπογραμμίζοντας ότι η χώρα βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο για σωρεία ζητημάτων, από τα οποία κανένα δεν φαίνεται να οδεύει προς τη λύση.
«Δεν υπάρχει καμία λογική να συμπιέζεται όσο το δυνατόν περισσότερο η ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία σημειωτέον αποτελεί τη μοναδική ευκαιρία για ανάκαμψη της οικονομίας. Η αύξηση της φορολογίας έμμεσης, ή άμεσης δεν αποτελούν αντίδοτο στην τραγική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Αντιθέτως την οδηγούν σε χειμέρια νάρκη από την οποία δύσκολα θα μπορέσει να εξέλθει» τονίζει ο κ. Παπαδόπουλος, προσθέτοντας ότι ευελπιστεί έστω και την ύστατη στιγμή η κυβέρνηση να αντιληφθεί ότι οι δυσβάστακτες φορολογικές επιβαρύνσεις δεν αποφέρουν κανένα ουσιαστικό όφελος για την αναστροφή του αρνητικού οικονομικού περιβάλλοντος.