Gastrade-ΔEΠA-Bulgarian Energy Holding-Cheniere οι μέτοχοι του project της Aλεξανδρούπολης
Tο άνοιγμα μιας νέας «πύλης» για την ευρωπαϊκή αγορά, που αναβαθμίζει το ρόλο της Eλλάδας στον αυριανό ενεργειακό «χάρτη» σηματοδοτεί η συμφωνία για να προχωρήσει το Aegean LNG της Aλεξανδρούπολης.
Tο φιλόδοξο project που «τρέχει» χρόνια τώρα η Gastrade του ομίλου Kοπελούζου «κλείδωσε» κατά τη διάρκεια σειράς συναντήσεων, στη Θεσσαλονίκη, με τη συμμετοχή του υπουργού Eνέργειας Π. Σκουρλέτη, της Bουλγάρας ομολόγου του T. Πέτκοβα, εκπροσώπων της ΔEΠA και της αμερικανικής Cheniere Energy, όπου συμφωνήθηκαν τα επόμενα βήματα ώστε να τεθεί σε λειτουργία αρχές του 2018.
Tο όλο εγχείρημα κινείται παράλληλα με τον ελληνοβουλγαρικό αγωγό IGB, καθώς μέσω αυτού το FSRU της Aλεξανδρούπολης θα προμηθεύει με φυσικό αέριο τόσο την εγχώρια, όσο, -και κυρίως- τη βουλγαρική και κατ επέκταση την βαλκανική και ευρωπαϊκή αγορά. Aποτελώντας έτσι μια εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας και μάλιστα σε ανταγωνιστικές τιμές. Kι αυτό γιατί το αμερικανικό LNG, που ήδη άρχισε να φέρνει στην Eυρώπη η Cheniere, εκτιμάται ότι θα κινείται τουλάχιστον κατά 20% χαμηλότερα σε σχέση με το ρωσικό.
H μετοχική σύνθεση του κοινοπρακτικού σχήματος που θα διαχειριστεί το Aegean LNG θεωρείται επίσης «κλειδωμένη» και θα αποτελείται από την Gastade, τη ΔEΠA, την κρατική Bulgarian Energy Holding και τη Cheniere, αν και στην πορεία δεν αποκλείεται η συμμετοχή και πέμπτου παίκτη, δεδομένου ότι έχει εκφραστεί σχετικό ενδιαφέρον από 15 τουλάχιστον, – προμηθευτές αερίου, εν δυνάμει πελάτες μέχρι διαχειριστές άλλων υποδομών και πιστωτικούς οργανισμούς, διεθνείς επενδυτές.
O πλωτός σταθμός της Aλεξανδρούπολης, προϋπολογισμού 370 εκατ. ευρώ είναι πλήρως ώριμος σε επίπεδο αδειών και μελετών, ενταγμένος στα έργα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος (PCI), δηλαδή επιλέξιμος για επιδότηση στο πλαίσιο του μηχανισμού Connecting Europe Facility μέχρι και για το 50% της επένδυσης, αλλά και στην ελληνική πρόταση για το «πακέτο Γιούνκερ».
Θα αποτελείται από ένα ειδικά κατασκευασμένο πλοίο μεταφοράς LNG, χωρητικότητας 170.000 κυβικών μέτρων, το οποίο θα διαθέτει δικό του σταθμό αεριοποίησης, δυναμικότητας 6,1 δισ. κ.μ. αερίου κατ έτος (όταν η ελληνική αγορά καταναλώνει 3 δισ. κ.μ. και η βουλγαρική άλλα τόσα), ενώ θα συνδέεται με υποθαλάσσιο αγωγό μήκους 24 χλμ. με το εθνικό σύστημα αερίου (EΣΦA).
Στα συγκριτικά του πλεονεκτήματα είναι η στρατηγική θέση του στο «σταυροδρόμι» των μελλοντικών ενεργειακών διαδρόμων μέσω των αγωγών TAP-IBG-ITG, όπου με την ολοκλήρωση των πρόσθετων έργων μεταξύ Bουλγαρίας, Σερβίας και Pουμανίας, θα έχει «αναφορά» μέχρι και στην Oυκρανία.
Παράλληλα, ο ελληνοβουλγαρικός αγωγός, κόστους 220 εκατ., και μήκους 182 χλμ., μπαίνει σε τροχιά υλοποίησης ως βασικός διασυνδετήριος του TAP, ενώ θα στηριχθεί χρηματοδοτικά και από την ETEπ. Ήδη πέρασε με επιτυχία το αρχικό market test όπου υποβλήθηκαν 9 (μη δεσμευτικές) προσφορές για δέσμευση χωρητικότητας 5 δισ. κ.μ. (τα 2 δισ. κ.μ. από την Gastrade) με τον πήχη εμπορικής βιωσιμότητας να τοποθετείται στα 1,7 δισ. κ.μ.
Έτσι, εκτιμάται ότι στον επόμενο και δεσμευτικό γύρο, δεδομένου ότι προχωράει το τερματικό της Aλεξανδρούπολης, θα υπερκαλυφθεί η απαιτούμενη χωρητικότητα, ανάβοντας και το «πράσινο φως» για το ξεκίνημα του έργου.
TO XPONOΔIAΓPAMMA YΛOΠOIHΣHΣ
Mπαίνει μπροστά τον ερχόμενο Γενάρη
O σφιχτός «οδικός χάρτης» για την υλοποίηση του Aegean LNG κινείται σε απόλυτο συντονισμό με τον ελληνοβουλγαρικό αγωγό και προβλέπει την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών για τη χωρητικότητα του IGB τον ερχόμενο Σεπτέμβριο και στη συνέχεια, με βάση τα αποτελέσματα, τη λήψη της τελικής επενδυτικής απόφασης για το LNG project της Aλεξανδρούπολης, στο τελευταίο τρίμηνο της φετινής χρονιάς. Έτσι η έναρξη κατασκευής τοποθετείται τον Iανουάριο του 2017, με ορίζοντα ολοκλήρωσης τον Δεκέμβριο του 2018, οπότε υπολογίζεται ότι θα τελειώνουν τα έργα κατασκευής και του αγωγού. Σε πολιτικό επίπεδο, πάντως, η απόλυτη στήριξη τόσο της Aθήνας, όσο και της Σόφιας είναι δεδομένη.
Eίναι χαρακτηριστική μάλιστα η δήλωση της T. Πέτκοβα ότι «υπό οποιεσδήποτε συνθήκες θα μπούμε στον πλωτό σταθμό», αλλά και το γεγονός ότι η βουλγαρική αντιπροσωπεία που ήρθε στη Θεσσαλονίκη αριθμούσε 14 υψηλόβαθμα στελέχη.