Πολιτική αντιπαράθεση για το τίμημα
Θύελλα αντιδράσεων προκάλεσε η πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ έναντι 45 εκατ. ευρώ στην ιταλική εταιρία Ferrovie Dello Stato Italiane SpA, μετά από πολλά εμπόδια.
Ο προηγούμενος διαγωνισμός για την πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ είχε πέσει στο κενό, παρότι στο πρώτο στάδιο είχαν συμμετάσχει οι γαλλικοί σιδηρόδρομοι, η κοινοπραξία των ρωσικών σιδηροδρόμων (RZD) με τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και η ρουμανική GFR.
Αντιδράσεις για το χαμηλό τίμημα
Η ανακοίνωση του ποσού των 45 εκατ. ευρώ, ως αντιτίμου για την πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Η ΝΔ υποστήριξε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ορισμός της προκλητικής εξαπάτησης, της αναξιοπιστίας και της ανικανότητας, που κοστίζει ακριβά στον ελληνικό λαό». Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης άφησε αιχμές για τη διαχείρισης της πώλησης υποστηρίζοντας ότι «το 2013 ο ΣΥΡΙΖΑ, δια στόματος του κ. Σταθάκη, χαρακτήριζε “ξεπούλημα” τα 300.000.000 ευρώ που αξίωνε η τότε κυβέρνηση για την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ» ενώ «μετά από 18 μήνες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, που με την καταστροφική της πολιτική και την απαράδεκτη καθυστέρηση οδήγησε σε απαξίωση την περιουσία του Δημοσίου, έρχεται σήμερα και πουλάει την ΤΡΑΙΝΟΣΕ 45.000.000 ευρώ».
Αντίστοιχη επίθεση εξαπέλυσε ατομικά και ο αντιπρόεδρος του κόμματος Άδωνις Γεωργιάδης κατηγορώντας τα μέλη της κυβέρνησης ως «πολιτικούς απατεώνες».
Τα λεγόμενα της ΝΔ για το ύψος πώλησης της ΤΡΑΙΝΟΣΕ το 2013 έναντι τιμήματος 300 εκατ. ευρώ διέψευσαν κύκλοι του ΤΑΙΠΕΔ, που υποστήριξαν ότι «ουδέποτε υπήρξε προσφορά για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ κατά τα τρία χρόνια της διαγωνιστικής διαδικασίας, εκτός από σήμερα και τους ιταλικούς σιδηροδρόμους».
Αιχμές και από ΠΑΣΟΚ
«Το 2013 σύμφωνα με τον κ. Σταθάκη η προσφορά των 300 εκατ. ευρώ για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ ήταν “ξεπούλημα και πρόφαση για την, με προνομιακούς όρους, εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων”. Το 2016 τα 45 εκατ. ευρώ για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ τι είναι;», διερωτήθηκε ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Γιάννης Μανιάτης, με αφορμή την αποδοχή από το ΤΑΙΠΕΔ της προσφοράς της Ferrovie Dello Stato Italiane.
«Μήπως η κατά τα 5/6 υποβάθμιση της αξίας της ΤΡΑΙΝΟΣΕ αντικατοπτρίζει την κατά τα 5/6 υποβάθμιση της αξίας ολόκληρης της δημόσιας περιουσίας μετά τη γενναία και ηρωική διαπραγμάτευση του Μνημονίου 3-Τσίπρα;», σημείωσε ο κ. Μανιάτης, σε ανακοίνωσή του.
Η εταιρεία
Η ΤΡΑΙΝΟΣΕ A.E. ιδρύθηκε το 2005 ως θυγατρική του ΟΣΕ Α.Ε. (“ΟΣΕ”). Το Δεκέμβριο του 2008 η κυριότητα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ μεταβιβάστηκε στο Δημόσιο.
Σκοπός της ΤΡΑΙΝΟΣΕ είναι η παροχή υπηρεσιών έλξης για τη σιδηροδρομική μεταφορά επιβατών και εμπορευμάτων, η ανάπτυξη, οργάνωση και εκμετάλλευση αστικών, προαστιακών, περιφερειακών, υπεραστικών και διεθνών επιβατικών και εμπορευματικών σιδηροδρομικών μεταφορών καθώς και η μεταφορά με λεωφορεία ή η συνδυασμένη μεταφορά επιβατών και φορτίων και η παροχή υπηρεσιών εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics) πάσης φύσεως. Το ΤΑΙΠΕΔ κατέχει το 100% των μετοχών της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Ο ΟΣΕ (ο οποίος ανήκει κατά 100% στο Δημόσιο), υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστής της Ελληνικής Εθνικής Σιδηροδρομικής Υποδομής, είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση, λειτουργία, εκμετάλλευση και συντήρηση της υφιστάμενης σιδηροδρομικής υποδομής, την κατασκευή και ανάπτυξη νέας υποδομής, τη ρύθμιση και την ασφάλεια της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας καθώς και όσων αρμοδιοτήτων προβλέπονται από την εφαρμοστέα εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Μόνος «μνηστήρας» οι ιταλοί
Χθες, το ΤΑΙΠΕΔ αποδέχθηκε την ιταλική προσφορά, που ήταν ουσιαστικά και η μοναδική απτή και ρεαλιστική πρόταση, με δεδομένο ότι η ΤΡΑΙΝΟΣΕ διαθέτει ταμειακά αποθέματα 25 εκατ. ευρώ, οποιοδήποτε τίμημα πάνω από τα 40 εκατ. ευρώ κρίνεται ικανοποιητικό.
Η ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ αποτελούσε υποχρέωση της ελληνικής κυβέρνησης όχι μόνο στα πλαίσια του μνημονίου αλλά και στα πλαίσια της προ ετών συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού για τη διευθέτηση του ζητήματος των παράτυπων κρατικών επιδοτήσεων που η Ε.Ε. έκρινε ότι έχουν χορηγηθεί στους ελληνικούς σιδηρόδρομους.
Η ευρωπαϊκή πλευρά έχει δεσμευτεί ότι η ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ θα συνοδευτεί με τη διαγραφή της τάξεως των 750 εκατ. ευρώ που συνδέονται με αυτές τις παράτυπες επιδοτήσεις και βαρύνουν τον ισολογισμό της.