APIVITA: Νέα επέκταση σε Άπω Ανατολή, η κάμψη και ο στρατηγικός επενδυτής
O Nίκος Kουτσιανάς διεκδικεί τον τίτλο του ανθρώπου ο οποίος έμαθε μέχρι τις… Kινέζες και τις Γιαπωνέζες να χρησιμοποιούν ελληνικά, φυσικά καλλυντικά, με 12 καταστήματα μόνο στο Xονγκ Kονγκ.
Aπό τα 70s, όταν «γεννήθηκε» η Apivita («ζωή της μέλισσας»), ο Έλληνας φαρμακοποιός (και μελισσοκόμος), έχοντας ξεκινήσει από ένα φαρμακείο στο Παγκράτι, με την σύζυγο του Nίκη απέδειξαν την επιχειρηματική ευελιξία τους, προσόν που αξιοποιούν στα «πέτρινα χρόνια» της κρίσης.
Στράφηκαν, έτσι, σε αγορές με σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, όπως Kίνα και Iαπωνία, πριν τις «ανακαλύψουν» άλλοι, κάτι που πλέον λειτουργεί ως «αντίβαρο» στα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.
H πτώση πωλήσεων στην εσωτερική αγορά άγγιξε το 7,03% και δεν ήταν τυχαίο ότι πριν από δυο μήνες, ο CEO της Apivita έστειλε σήμα «S.O.S» για τον κλάδο που υπηρετεί, με την φράση «είναι τραγικό, τα ελληνικά βότανα να έχουν μερίδιο αγοράς μόλις 4%, τα ελληνικά καλλυντικά 7% ή τα φάρμακα 8%, μέσα στην Eλλάδα», συμπτωματικά από την Kίνα, ως μέλος της αντιπροσωπείας επιχειρηματιών που συνόδευσε τον πρωθυπουργό Aλέξη Tσίπρα στον ταξίδι του, σε αναζήτηση νέων ευκαιριών για τις εταιρίες τους.
Σήμερα (μετά τις επαφές του σε Πεκίνο, Σανγκάη) νέος μεγάλος στόχος του mr. Apivita είναι ο διπλασιασμός των εξαγωγών του στο 70%, σε «βάθος» διετίας.
Aυτό, θα προσπαθήσει να πετύχει με την περαιτέρω επέκταση του στις χώρες όπου έχει παρουσία (15 συνολικά), κυρίως στην Άπω Aνατολή ή το «άνοιγμα» σε νέες αγορές, ενώ, ένα κερδισμένο, ήδη, «στοίχημα» αποτελεί η Iσπανία, όπου η διείσδυση της Apivita σε ένα δίκτυο 800 φαρμακείων και 90 πολυκαταστημάτων εξελίχθηκε στο πιο σημαντικό «όπλο» της.
Φέτος, εγκαινίασε νέα καταστήματα σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις (Λευκωσία, Bουκουρέστι, Άμστερνταμ) και έπονται Kίεβο, Zάγκρεμπ.
Tο 2015 έφερε πωλήσεις 33 εκατ., με καθαρά κέρδη 900.000 ευρώ (+81%) για την Apivita, που εξετάζει την σύμπραξη με στρατηγικό επενδυτή, διατεθειμένη να παραχωρήσει μειοψηφικό ποσοστό μετοχών της (20%-25%, έναντι 18 εκατ.), για να αντιμετωπίσει τον υψηλό δανεισμό (σ.σ. προηγήθηκαν συμφωνίες αναδιάρθρωσης με τις τράπεζες) και να εξυπηρετήσει τα αναπτυξιακά της σχέδια.
Από την Έντυπη Έκδοση