Σε τρίτο γύρο φέρεται να οδηγείται το ΤΑΙΠΕΔ σχετικά με την πώληση του 66% του ΔΕΣΦΑ μετά τις χθεσινές βελτιωμένες προσφορές των δυο διεκδικητών.
Παρά το γεγονός ότι αναφορές στο τίμημα έχουν γίνει μόνο από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Γιώργο Σταθάκη, ο οποίος με το άνοιγμα των προσφορών δήλωσε στα τέλη Μαρτίου ότι κινήθηκαν πάνω από τα 400 εκατ. ευρώ, εντούτοις τις τελευταίες μέρες εντείνεται η φημολογία ότι οι προσφορές δεν ήταν πάνω από τα 450 εκατ. ευρώ, τίμημα που κρίνεται κατώτερο των προσδοκιών. Μάλιστα η ισχυρή κοινοπραξία του ευρωπαϊκού κονσόρτσιουμ υπό την Snam που από πολλούς ήταν μέχρι πρόσφατα φαβορί, εμφανίζεται να έχει καταβάλλει το χαμηλότερο τίμημα. Φυσικά αυτό δεν θα αποτελούσε εμπόδιο για να κινηθεί πιο επιθετικά σε αυτό το στάδιο του διαγωνισμού (β΄ γύρος) που έληξε χθες.
Οι δύο κοινοπραξίες που κονταροχτυπιούνται για το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών του Διαχειριστή υπέβαλαν χθες τους φακέλους με τις βελτιωμένες οικονομικές προσφορές και αν ισχύουν οι πληροφορίες πως στον πρώτο γύρο τα τιμήματα που έδωσαν κινήθηκαν ανάμεσα στα 420 με 450 εκατ. ευρώ, τότε ο πήχης αναμένεται να έχει ανέβει πάνω από τα 450 εκατ. ευρώ.
Για σήμερα είναι προγραμματισμένη να υποβληθεί η βελτιωμένη προσφορά που είχε ζητήσει προ εβδομάδων το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων και για την εταιρεία συντήρησης τροχαίου υλικού (ΕΕΣΣΤΥ). Θυμίζουμε ότι για την εταιρεία έχει υποβληθεί μόνο μία προσφορά από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Ο στόχος της κυβέρνησης
Η κυβέρνηση με την πώληση του ΔΕΣΦΑ προσδοκά να στείλει μηνύματα στην αγορά και για τις επόμενες μεγάλες ενεργειακές αποκρατικοποιήσεις, αυτές των Ελληνικών Πετρελαίων και της ΔΕΠΑ.
Το πρώτο είναι το ύψος του τιμήματος που θα εισπράξει. Ιδίως για τα ΕΛ.ΠΕ η κυβέρνηση στοχεύει σε μεγαλύτερα έσοδα από την πώληση του πλειοψηφικού πακέτου ενός ομίλου με θεματικές οικονομικές αποδόσεις και μεγαλύτερο εύρος δραστηριοτήτων.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την ποιότητα των στρατηγικών επενδυτών που αναζητεί τόσο για τον πετρελαϊκό όμιλο, όσο και για τη ΔΕΠΑ.
Το τρίτο μήνυμα αφορά σαφέστατα προς τους θεσμούς, στους οποίους αποδεικνύει την αποφασιστικότητα για μεταρρυθμίσεις, αλλά και για την τήρηση των στόχων που έχει αναλάβει έναντι των συγκεκριμένων αποκρατικοποιήσεων.