Μείωση του όγκου της παραγωγής της το πρώτο τετράμηνο του 2011 κατά 11,1% παρουσιάζει η ελληνική βιομηχανία ποτών, η οποία το 2010 κατέγραψε ζημιές, λόγω των αρνητικών τελικών οικονομικών αποτελεσμάτων που παρουσίασαν οι δύο μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής αναψυκτικών και χυμών.
Η μείωση της παραγωγής του κλάδου βαίνει από τις αρχές του έτους επιταχυνόμενη και είναι πολλαπλάσια εκείνης που είχε καταγραφεί το πρώτο τετράμηνο του 2010 (-3,3%).
Το 2010 ήταν μια κακή χρονιά για την ελληνική βιομηχανία ποτών, καθώς η παραγωγή της στο σύνολο του έτους ήταν μειωμένη κατά 7,6%, σε σύγκριση με το 2009.
Η επιδείνωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας του κλάδου προκύπτει από την επεξεργασία των ισολογισμών των 53 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου με πωλήσεις άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ και συνολικές πωλήσεις 1,8 δισ. ευρώ, οι οποίες παράγουν/εμφιαλώνουν και εμπορεύονται αναψυκτικά, χυμούς, μπίρες, κρασιά, μεταλλικό νερό, μπράντι, ούζο, τσίπουρο, λικέρ και άλλα οινοπνευματώδη ποτά και γνωστοποίησαν τα οικονομικά τους αποτελέσματα του προηγούμενου έτους ως τις 25 Ιουνίου 2011.
Γενικότερα, 29 κερδοφόρες (54,7% του συνόλου) εμφανίζουν καθαρά κέρδη ύψους 51,05 εκατ. ευρώ και 24 ζημιογόνες (45,3%) παρουσιάζουν ζημιές ύψους 67,23 εκατ. ευρώ, με συνέπεια να προκύπτουν συνολικές καθαρές ζημιές ύψους 16,18 εκατ. ευρώ έναντι συνολικών καθαρών κερδών 216,88 εκατ. ευρώ το 2009. Τα καθαρά αποτελέσματα των 53 εταιρειών επιδεινώθηκαν κατά 233,06 εκατ. ευρώ σε αξία.
Από την ανάλυση των στοιχείων του συγκεντρωτικού ισολογισμού των 53 επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων δεσπόζουν η Coca-Cola 3E, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία και η Pepsico HBH, συνάγεται ότι ο κλάδος το 2010 δεν μπόρεσε να αποφύγει την επιδείνωση των συντελεστών λειτουργικού κέρδους.
Η Coca-Cola 3E, η οποία σε ενοποιημένη βάση από κοινού με τις θυγατρικές της σε 27 άλλες χώρες παρουσίασε υψηλή κερδοφορία, σε εταιρικό επίπεδο κατέγραψε οριακά θετικό αποτέλεσμα προ φόρων και σημαντικού ύψους ζημιές (31,90 εκατ. ευρώ) μετά την πρόβλεψη για φόρους, έναντι καθαρών κερδών 125,20 εκατ. ευρώ το 2009. Η Αθηναϊκή Ζυθοποιία παρουσίασε καθαρά κέρδη ύψους 29,53 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 54,5%, ενώ η Pepsico HBH κατέγραψε καθαρές ζημιές ύψους 22,43 εκατ. ευρώ έναντι μικρών κερδών το 2009.
Στο σύνολο του κλάδου κατεγράφη μείωση των εσόδων κατά 6%, των μεικτών κερδών κατά 13%, των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) κατά 33% και των κερδών προ φόρων και τόκων (EBIT) κατά 50%. Συγχρόνως, συμπιέστηκαν οι συντελεστές των μεικτών κερδών από το 44,3% στο 41,1%, των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) από το 19,1% στο 13,6% και των κερδών προ φόρων και τόκων (EBIT) από το 13,3% στο 7,1%.
Η μείωση των πωλήσεων στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερη του 6%, δεδομένου ότι ορισμένες επιχειρήσεις οινοπνευματωδών ποτών παγίως συμπεριλαμβάνουν στις πωλήσεις τους τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος, ως γνωστόν, αυξήθηκε σημαντικά το 2010.
Οι 29 κερδοφόρες πραγματοποίησαν συνολικές πωλήσεις 887,96 εκατ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν στο 49,4% των συνολικών των 53 επιχειρήσεων του κλάδου. Οι πωλήσεις των 24 ζημιογόνων ήταν ύψους 907,82 εκατ. ευρώ (50,6%).
Αναλυτικότερα:
– 26 επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2009, παρέμειναν και κατά το 2010 κερδοφόρες, πραγματοποιώντας όμως καθαρά κέρδη ύψους 50,83 εκατ. ευρώ έναντι 95,58 εκατ. ευρώ το 2009, μειωμένα κατά 44,75 εκατ. ευρώ.
– 15 επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2009 με κέρδη 128,24 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2010 ζημιές ύψους 57,25 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι απώλειες ύψους 185,49 εκατ. ευρώ.
– Εννέα επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2009, παρέμειναν και κατά το 2010 ζημιογόνες, πραγματοποιώντας ζημιές 9,98 εκατ. ευρώ έναντι 6,22 εκατ. ευρώ το 2009, αυξημένες έτσι κατά 3,76 εκατ. ευρώ.
– Τρεις επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2009 με ζημιές 0,72 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2010 κέρδη της τάξης του 0,22 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι ωφέλεια ύψους 0,94 εκατ. ευρώ.
Οι συνολικές πωλήσεις εμφανίζονται κατά 6% μειωμένες (-123 εκατ. ευρώ) εξαιτίας πτώσης των πωλήσεων σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, αυτές που τις αύξησαν σε ποσοστό ανώτερο του πληθωρισμού ήταν 18 (34%), ενώ 25 (47,2%) είδαν τις πωλήσεις τους να μειώνονται σε τρέχουσες τιμές και οι υπόλοιπες 10 (18,8%) τις αύξησαν σε ποσοστό κατώτερο του πληθωρισμού.
Τα μεικτά κέρδη μειώθηκαν κατά 113,26 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) υποχώρησαν στο επίπεδο των 243,88 εκατ. ευρώ, από 365,99 εκατ. ευρώ το 2009.
(-122,11 εκατ. ευρώ), ενώ τα κέρδη προ φόρων και τόκων (EBIT) υποχώρησαν στο επίπεδο των 127,94 εκατ. ευρώ έναντι 254,50 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 126,56 εκατ. ευρώ.
Βελτίωσαν τα μεικτά κέρδη οι 22 από τις 53 επιχειρήσεις (41,5%) και τα λειτουργικά 19 (35,8%). Συγχρόνως, βελτίωσαν τους συντελεστές του μεικτού κέρδους 21 (39,6%) και του λειτουργικού κέρδους 16 (30,2%).
Στο σύνολο των 53 επιχειρήσεων η αποδοτικότητα του ενεργητικού σε κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), με βάση τα μεγέθη του 2010, υποχώρησε από το 8,4% στο 6,7%.
Τα αποτελέσματα προ φόρων των 53 εταιρειών ήταν ύψους 76,12 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 264,41 εκατ. ευρώ σε αξία και κατά 78% σε ποσοστό. Η μείωση αυτή των κερδών προ φόρων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι η μεγαλύτερη επιχείρηση του κλάδου το 2010 δεν επαναπάτρισε μερίσματα θυγατρικών της του εξωτερικού, πράγμα που είχε πράξει το 2009. Μετά την πρόβλεψη για φόρους, συμπεριλαμβανομένης της έκτακτης εισφοράς επί των κερδών του 2009, τα καθαρά αποτελέσματα ήταν ζημιά ύψους 16,18 εκατ. ευρώ έναντι καθαρών κερδών 216,88 εκατ. ευρώ.
Επιδείνωση των καθαρών αποτελεσμάτων παρουσιάζουν συνολικά οι 37 από τις 53 επιχειρήσεις (69,8%).
H καταγραφή ζημιών, σε συνδυασμό με τη μερισματική πολιτική που υιοθέτησαν ορισμένες επιχειρήσεις και τον ραστικό περιορισμό των οφειλών μεγάλης επιχείρησης, οδήγησαν σε μείωση των ιδίων κεφαλαίων του κλάδου κατά 9%, αλλά και σε πτώση της αναλογίας των ξένων κεφαλαίων προς τα συνολικά κεφάλαια από το 42,7% στο 37,6%, με παράλληλη άνοδο της αναλογίας των ιδίων από το 57,3% στο 62,4%. Βελτίωση της χρηματοοικονομικής διάρθρωσης επιτεύχθηκε από το 45,3% των επιχειρήσεων (24 από τις 53). Μειωμένα ίδια κεφάλαια κατέγραψαν 26 επιχειρήσεις (49,1%).