Μεγάλη συρρίκνωση καταγράφει η βιομηχανία μη μεταλλικών ορυκτών κατά τη χρήση 2011, ενώ αναμένεται περαιτέρω επιδείνωση.
Συγκεκριμένα, η πτώση της παραγωγής της τους τέσσερις πρώτους μήνες του έτους ανέρχεται, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), σε 31,7%.
Το 2010 ως σύνολο, ήταν επίσης ζημιογόνο, ενώ το 2008 αποτελούσε τον πλέον κερδοφόρο κλάδο της ελληνικής βιομηχανίας.
Στον κλάδο δεσπόζουν, ως γνωστόν, οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής τσιμέντου.
Πέρα από τη συνεχιζόμενη πτώση της ιδιωτικής και δημόσιας εγχώριας κατασκευαστικής δραστηριότητας, οι εταιρείες αντιμετωπίζουν πρόσθετα προβλήματα και στον εξαγωγικό τομέα, δεδομένου ότι διοχέτευαν αξιόλογο ποσοστό της παραγωγής τους στη Λιβύη. Οι εξαγωγές αυτές έχουν φυσικά ανασταλεί και είναι άγνωστο αν και πότε θα επαναληφθούν.
Η παραγωγή προϊόντων από μη μεταλλικά ορυκτά συρρικνώθηκε πέρυσι, για πέμπτο συνεχόμενο έτος, καθώς ξεπέρασε κάθε αρνητικό προηγούμενο των τελευταίων δεκαετιών σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, όπως τα κεραμικά πλακίδια και τα κεραμίδια στεγών.
Η επιδείνωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας του κλάδου προκύπτει από την επεξεργασία των ισολογισμών των 128 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου με πωλήσεις άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ και συνολικές πωλήσεις 2,3 δισ. ευρώ, οι οποίες γνωστοποίησαν τα οικονομικά τους αποτελέσματα του προηγούμενου έτους ως τις 25 Ιουνίου 2011.
Γενικότερα, 52 κερδοφόρες (40,6% του συνόλου) εμφανίζουν καθαρά κέρδη ύψους 67,13 εκατ. ευρώ και 76 ζημιογόνες (59,4%) παρουσιάζουν ζημιές ύψους 111,47 εκατ. ευρώ, με συνέπεια να προκύπτουν συνολικές καθαρές ζημιές ύψους 44,34 εκατ. ευρώ έναντι συνολικών καθαρών κερδών 109,86 εκατ. ευρώ το 2009. Τα καθαρά αποτελέσματα των 128 εταιρειών επιδεινώθηκαν κατά 154,20 εκατ. ευρώ σε αξία.
Από την ανάλυση των στοιχείων του συγκεντρωτικού ισολογισμού των 128 επιχειρήσεων συνάγεται ότι ο κλάδος το 2010 παρουσίασε σημαντική επιδείνωση των συντελεστών λειτουργικού κέρδους.
Στο σύνολο του κλάδου κατεγράφη μείωση των εσόδων κατά 12%, των μεικτών κερδών κατά 25%, των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) κατά 40% και των κερδών προ φόρων και τόκων (EBIT) κατά 65%. Συγχρόνως, συμπιέστηκαν οι συντελεστές των μεικτών κερδών από το 25,3% στο 21,4%, των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) από το 16,5% στο 11,2% και των κερδών προ φόρων και τόκων (EBIT) από το 10,7% στο 4,2%.
Οι 52 κερδοφόρες πραγματοποίησαν συνολικές πωλήσεις 1,03 δισ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν στο 44,4% των συνολικών των 128 επιχειρήσεων του κλάδου. Οι πωλήσεις των 76 ζημιογόνων ήταν ύψους 1,29 δισ. ευρώ (55,6%).
Αναλυτικότερα:
* 47 επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2009, παρέμειναν και κατά το 2010 κερδοφόρες, πραγματοποιώντας όμως καθαρά κέρδη ύψους 66,97 εκατ. ευρώ έναντι 105,49 εκατ. ευρώ το 2009, μειωμένα κατά 38,52 εκατ. ευρώ.
* 32 επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2009 με κέρδη 46,67 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2010 ζημιές ύψους 44,67 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι απώλειες ύψους 91,34 εκατ. ευρώ.
* Εννέα επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2009, παρέμειναν και κατά το 2010 ζημιογόνες, πραγματοποιώντας ζημιές 66,81 εκατ. ευρώ έναντι 41,77 εκατ. ευρώ το 2009, αυξημένες έτσι κατά 25,04 εκατ. ευρώ.
* Πέντε επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2009 με ζημιές 0,53 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2010 κέρδη της τάξης του 0,16 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι ωφέλεια ύψους 0,69 εκατ. ευρώ.
Οι συνολικές πωλήσεις εμφανίζονται κατά 12% μειωμένες (-304,51 εκατ. ευρώ) εξαιτίας πτώσης των πωλήσεων της πλειονότητας των επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, αυτές που τις αύξησαν σε ποσοστό ανώτερο του πληθωρισμού ήταν 34 (26,5%), ενώ 90 (70,3%) είδαν τις πωλήσεις τους να μειώνονται σε τρέχουσες τιμές και οι υπόλοιπες τέσσερις (3,2%) τις αύξησαν σε ποσοστό κατώτερο του πληθωρισμού.
Τα μεικτά κέρδη μειώθηκαν κατά 168,67 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) υποχώρησαν στο επίπεδο των 259,14 εκατ. ευρώ, από 432,99 εκατ. ευρώ το 2009 (-173,85 εκατ. ευρώ), ενώ τα κέρδη προ φόρων και τόκων (EBIT) υποχώρησαν στο επίπεδο των 97,18 εκατ. ευρώ έναντι 281,01 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 183,83 εκατ. ευρώ.
Βελτίωσαν τα μεικτά κέρδη οι 38 από τις 128 επιχειρήσεις (29,7%) και τα λειτουργικά επίσης 38 (29,7%). Συγχρόνως, βελτίωσαν τους συντελεστές του μεικτού κέρδους 51 (39,8%) και του λειτουργικού κέρδους 40 (31,2%).
Στο σύνολο των 128 επιχειρήσεων η αποδοτικότητα του ενεργητικού σε κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), με βάση τα μεγέθη του 2010, υποχώρησε από το 7,7% στο 4,8%.
Τα κέρδη προ φόρων των 128 εταιρειών ήταν ύψους 19,99 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 210,48 εκατ. ευρώ σε αξία και κατά 91% σε ποσοστό. Μετά την πρόβλεψη για φόρους, συμπεριλαμβανομένης της έκτακτης εισφοράς επί των κερδών του 2009, τα καθαρά αποτελέσματα ήταν ζημιά ύψους 44,35 εκατ. ευρώ έναντι καθαρών κερδών 109,86 εκατ. ευρώ.
Επιδείνωση των καθαρών αποτελεσμάτων παρουσιάζουν συνολικά οι 96 από τις 128 επιχειρήσεις (75%).
H καταγραφή ζημιών οδήγησε σε μείωση των ιδίων κεφαλαίων του κλάδου κατά 3%. Ωστόσο, λόγω μεγαλύτερης μείωσης των δανειακών κεφαλαίων σημειώθηκε πτώση της αναλογίας των ξένων κεφαλαίων προς τα συνολικά κεφάλαια από το 49,6% στο 48,6%, με παράλληλη άνοδο της αναλογίας των ιδίων από το 50,4% στο 51,4%. Βελτίωση της χρηματοοικονομικής διάρθρωσης επιτεύχθηκε από το 51,5% των επιχειρήσεων (66 από τις 128). Μειωμένα ίδια κεφάλαια κατέγραψαν 78 επιχειρήσεις (60,9%).
Οι μεταβολές που σημειώθηκαν στον όγκο της παραγωγής και στην οικονομική αποδοτικότητα της βιομηχανίας επεξεργασίας μη μεταλλικών ορυκτών αντανακλούν, σύμφωνα με στελέχη εταιρειών του κλάδου, αφενός την περιστολή των οικοδομικών και κατασκευαστικών έργων και της γενικότερης οικονομικής και επενδυτικής δραστηριότητας και, αφετέρου, την αδυναμία να καλυφθεί η υστέρηση της εγχώριας ζήτησης από τη διεύρυνση της εξαγωγικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων.
Όπως προκύπτει από επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, το 2010 αυξήθηκε κατά 26,4% η παραγωγή του υποκλάδου των προκατασκευασμένων κτιρίων από σκυρόδεμα. Συγχρόνως, όμως, μειώθηκε η παραγωγή του τσιμέντου κατά 14,3%, των κεραμικών πλακιδίων και πλακών κατά 36,45%, των μη πυρίμαχων κεραμικών οικοδομικών τούβλων και παρόμοιων ειδών κατά 16,9%, των κεραμιδιών για στέγες και άλλων κεραμικών κατασκευαστικών ειδών κατά 41,2%, των ημιυαλοποιημένων σκωριών κατά 9,4%, των προκατασκευασμένων δομικών στοιχείων από σκυρόδεμα κατά 65,7% και του ετοίμου σκυροδέματος κατά 8,9%. Επίσης, κατεγράφησαν μειώσεις 12,4% στα μάρμαρα και 3,9% στις πλάκες από μάρμαρα και γρανίτη.
Από το τέταρτο τρίμηνο του 2009 ως το ίδιο τρίμηνο του 2010 ο αριθμός των εργαζομένων στον κλάδο μειώθηκε κατά 6.014. Η απασχόληση στον κλάδο περιορίστηκε από 30.126 άτομα στα 24.112 άτομα, με ποσοστιαία μείωση των θέσεων εργασίας κατά 20%.
Η παραγωγή του κλάδου επεξεργασίας μη μεταλλικών ορυκτών αντιστοιχεί κατά την ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με έρευνα που είχε διεξαχθεί το 2005, στο 10,3% της συνολικής παραγωγής της ελληνικής μεταποιητικής βιομηχανίας. Ωστόσο, στο μεσοδιάστημα η παραγωγή του μειώθηκε κατά 40%.