Η ΔΕΗ βρίσκεται εμφανώς σε μεταβατικό στάδιο, διατηρεί την ισχυρή της θέση, ξεκινάει τα βήματά της για μια ευρύτερη παρουσία στις αγορές, αλλάζει το ενεργειακό μίγμα και τις υποδομές της και διευρύνει τις υπηρεσίες που προσφέρει, τόνισε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης στην εκδήλωση για την κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας της ΔΕΗ που πραγματοποιήθηκε στο Μουσείο της Ακρόπολης.
«Η θέση η δική μας είναι προσαρμογή στα νέα δεδομένα και ταυτόχρονα ενεργή στήριξη του μετασχηματισμού της ΔΕΗ σε ισχυρό πυλώνα», σημείωσε ο υπουργός, ενώ αναφέρθηκε στην κατάργηση του τέλους προμηθευτή και του τέλους λιγνίτη, σημειώνοντας επίσης ότι η κυβέρνηση θα στηρίξει τη ΔΕΗ με επιπρόσθετα μέτρα – πάντα στο πλαίσιο αυτών των αλλαγών και με βάση τις επιλογές της διοίκησης.
Ο υπουργός υπενθύμισε εξάλλου ότι «παραλάβαμε μια υπερχρεωμένη ΔΕΗ» και αναφέρθηκε στη μείωση των χρεών της Εταιρείας και την εξόφληση οφειλών, προϋπόθεση – όπως τόνισε – για να λειτουργήσει στις νέες συνθήκες και να συγκεντρώσει τους αναγκαίους επενδυτικούς στόχους.
Αναφερόμενος συνολικά στην ενέργεια, υπογράμμισε ότι «Έχει κλείσει ένας μεγάλος κύκλος αλλαγών για την απελευθέρωση των αλλαγών και τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις» και τόνισε επίσης τη σημασία της παραμονής των δικτύων στον έλεγχο του Δημοσίου. Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας, και σημείωσε ότι έχει ολοκληρωθεί η ενοποίηση των περιφερειακών αγορών, που αποτελεί σταθερό προσανατολισμό στο πλαίσιο του target model για την ευθυγράμμιση των αγορών ενέργειας στη ευρύτερη περιοχή , η οποία με τη σειρά της προϋποθέτει την ενίσχυση των διασυνδέσεων.
Ο κ. Σταθάκης μίλησε για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, το οποίο έχει δημοσιευτεί και κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόκειται, όπως είπε, για ένα κείμενο που θέτει διεξοδικά τους στόχους για το ποσοστό των ΑΠΕ στο σύνολο της κατανάλωσης την εξοικονόμηση ενέργειας 1,5% ετησίως, τις εκπομπές αερίου του θερμοκηπίου -τρεις στόχους από τους οποίους δεν μπορούμε να μετακινηθούμε.
Ο εθνικός σχεδιασμός περιγράφει πώς θα φτάσουμε σε αυτούς τους στόχους, πώς προδιαγράφονται οι απαραίτητες υποδομές σε διαφορετικές μορφές ενέργειας με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις διασυνδέσεις των νησιών, αλλά και το πλαίσιο των επενδύσεων που στο σύνολό τους εκτιμώνται στα 32 δισ. ευρώ με ορίζοντα το 2030.