Στο «σφυρί» τους επόμενους μήνες
Παρελθόν αποτελεί πλέον η ιστορική αλλαντοβιομηχανία ΒΙΚΗ, καθώς το Πρωτοδικείο Άρτας κήρυξε την εταιρεία σε κατάσταση πτώχευσης, ορίζοντας ως ημέρας παύσης πληρωμών την 31η Μαϊου 2018. Παράλληλα διόρισε εισηγητή της πτώχευσης και σύνδικο της πτώχευσης, ενώ διέταξε τη σφράγιση της περιουσίας της πτωχεύσασας. Σε ο,τι αφορά τους 120 εργαζόμενους, το Πρωτοδικείο αποφάσισε πως είναι απολυμένοι απ’ τις 19 Μαρτίου. Όλοι τους πλέον θα περιμένουν τη διαδικασία πλειστηριασμού ελπίζοντας να βρεθεί αγοραστής ώστε να πληρωθούν μέρος των δεδουλευμένων τους.
Στο μεταξύ η διαδικασία της πτώχευσης προβλέπει αναγγελία της απόφασης στους πιστωτές, οι οποίοι με τη σειρά τους θα πρέπει να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους και επαλήθευση των απαιτήσεων στις 12 Ιουνίου, οπότε και έχει οριστεί συνάντηση της Ένωσης Πιστωτών. Τα ποσά των οφειλών φέρονται να φθάνουν τα 44 εκατ. ευρώ και οι απαιτήσεις με ημερομηνία υπολογισμού 31/12/2017 στα 9,9 εκατ. ευρώ.
Το τελικό στάδιο της διαδικασίας είναι η εκποίηση της περιουσίας της αλλαντοβιομηχανίας για να ικανοποιηθούν οι πιστωτές της, δηλαδή εργαζόμενοι, δημόσιο, τράπεζες, κ.λπ.
Σε σχετική ανακοίνωση που εξέδωσαν οι εργαζόμενοι αναφέρουν:
«Την Παρασκευή 1η Μαρτίου 2019, εκδόθηκε η απόφαση του Πρωτοδικείου Άρτας για την πτώχευση της εταιρείας ΒΙ.Κ.Η. Α.Ε., μετά από αίτηση των απλήρωτων εργαζομένων. Μετά τις σχετικές διαδικασίες την Τρίτη 19 Μαρτίου απολυθήκαμε όλοι και πλέον είμαστε εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία περί πτωχεύσεων τους επόμενους μήνες θα ξεκινήσουν οι πλειστηριασμοί της περιουσίας της εταιρείας, από τους οποίους ευελπιστούμε ότι αν υπάρχει ενδιαφερόμενος αγοραστής θα καταφέρουμε να πληρωθούμε ένα μέρος των οφειλών.
Παράλληλα θα καταθέσουμε τα δικαιολογητικά μας για το επίδομα αφερεγγυότητας του ΟΑΕΔ για τους 3 μηνιαίους μισθούς, όπως ορίζει ο νόμος.
Από δω και στο εξής στόχος μας παραμένει η επανένταξή μας στην αγορά εργασίας. Έπειτα από 3 μήνες εργασίας εκ περιτροπής και 10 περίπου μήνες σε επίσχεση εργασίας, τα περιθώρια επιβίωσης έχουν στενέψει.
Είναι τραγικό μετά από δεκαετίες προσφοράς σαν εργαζόμενοι να βρισκόμαστε σε αυτή τη θέση.
Ευελπιστούμε ότι οι αρμόδιοι θα κατανοήσουν την κατάστασή μας και θα δώσουν σύντομα λύση στο πρόβλημά μας».