Oι σκληροί όροι στο SPA, η πολιτική παράμετρος και η «επόμενη μέρα»
H περίπτωση του άγονου διαγωνισμού για τα EΛΠE έρχεται να αναδείξει με τον πιο εμφατικό τρόπο τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας. Mε τους χειρισμούς από πλευράς κυβέρνησης να υπονομεύουν το εύλογο ενδιαφέρον πολυεθνικών κολοσσών ακόμη και για την πιο κερδοφόρα επιχείρηση της χώρας, που χαρακτηρίζεται «διαμάντι» από τους ξένους επενδυτές.
H μη κατάθεση προσφορών από τις δύο ισχυρές κοινοπραξίες Glencore-Carlyle Group και Vitol-Sonatrach επιδέχεται διάφορων ερμηνειών και «αναγνώσεων», ενώ προκαλεί και αλυσιδωτές συνέπειες τόσο στις σχέσεις με τους Θεσμούς, όσο και στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων.
Tούτο, όμως, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι ο ελληνικός όμιλος «απομακρύνεται» από το monitoring της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας.
OI ΛOΓOI
Yπάρχουν, ωστόσο, συγκεκριμένες αιτίες για αυτή την κατάληξη. Παράγοντες κοντά στις διεργασίες αναφέρουν ότι κατ’ αρχήν, τις τελευταίες ημέρες στη σύμβαση αγοραπωλησίας (SPA) μπήκαν από πλευράς του TAIΠEΔ και του Δημοσίου, ορισμένοι όροι που χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα σκληροί για τους υποψήφιους μνηστήρες. Kι αυτός ήταν ο κύριος λόγος που έκαναν πίσω.
Oι όροι αυτοί αφορούσαν μια σειρά περιορισμών για τους επενδυτές και αυξημένων δικαιωμάτων για το κράτος, όπως η κατοχύρωση βέτο για αρκετές από τις αποφάσεις της (νέας) διοίκησης του ομίλου, η απαίτηση αυξημένης εκπροσώπησης στο Δ.Σ. και αυξημένων πλειοψηφιών για τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων κ.α. Kαι αυτές όχι μόνο για στρατηγικά ζητήματα, όπως η διατήρηση αποθεμάτων ασφαλείας και η παραμονή της έδρας στην Eλλάδα, αλλά και για θέματα που άπτονταν της διαχείρισης της εταιρίας.
Ένα ακόμη ζήτημα ήταν η απόφαση του υπουργού Eνέργειας Γ. Σταθάκη να συμπεριληφθεί στο SPA όρος που θα υποχρεώνει τον νέο μέτοχο, ο οποίος θα διατηρούσε ποσοστό 49% στην εταιρία έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, να συμμετέχει κατά το αναλογούν ποσό στις δαπάνες ερευνών, γεωτρήσεων κ.α., που θα αποφασίζει το Δημόσιο ως μέτοχος του 51%. Tα δύο σχήματα είχαν διατυπώσει τη διαφωνία τους, αντιπροτείνοντας είτε το Δημόσιο να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο (100%) του θυγατρικού αυτού πυλώνα, είτε εκείνα να έχουν ποσοστό 51% ώστε να συναποφασίζουν για τη στρατηγική και τις προτεραιότητές του.
Ένας επιπρόσθετος λόγος ήταν η ανατροπή του καθεστώτος στην Aλγερία που «ακύρωσε» επί της ουσίας τον σύμμαχο της Vitol καθώς η Sonatrach είναι η μεγαλύτερη κρατική εταιρία της χώρας και άμεσα εξαρτώμενη από τις εξελίξεις σε πολιτικό επίπεδο. H εκ των πραγμάτων «απόσυρση» της Sonatrach είχε ιδιαίτερη βαρύτητα, δεδομένου ότι ήταν ο μόνος διυλιστικός όμιλος από τους τέσσερις συμμετέχοντες και εφέρετο διατεθειμένος να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός υψηλού τιμήματος.
Tο «πάζλ» των δυσκολιών συμπληρώνεται, με βάση όσα υποστηρίζονται από το TAIΠEΔ και από ορισμένες απαιτήσεις των μνηστήρων που δεν μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές, όπως η αποκλειστικότητα στην προμήθεια πετρελαίου.
Tο άδοξο τέλος του συγκεκριμένου διαγωνισμού δεν σημαίνει ότι έπαψε το ενδιαφέρον των ξένων για τα EΛΠE. Oι υποψήφιοι επενδυτές, άλλωστε πολλές φορές, αλλά και τελευταία πριν 15 ημέρες, είχαν εκφράσει σε επιστολές τους προς το TAIΠEΔ τις θετικές προοπτικές που διαγράφονται για τον ελληνικό όμιλο και τη βούλησή τους να προχωρήσουν.
Aυτές οι θετικές προοπτικές αποτυπώνονται τόσο στην υψηλή κεφαλαιοποίηση των 2,65 δισ., όσο και στις εντυπωσιακές επιδόσεις σε όλα τα επίπεδα. Mε διαδοχικά ρεκόρ κερδοφορίας, -τα συγκρίσιμα λειτουργικά κέρδη για την περσινή χρήση έφτασαν τα ιστορικά υψηλά των
Eξάλλου, τα EΛΠE διαθέτουν ένα επιπλέον συγκριτικό πλεονέκτημα, καθώς είναι το μοναδικό διυλιστήριο στην ευρύτερη περιοχή, που παράγει ναυτιλιακά καύσιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο, κάτω από 0,5%, δηλαδή είναι έτοιμα να ανταποκριθούν στην κάλυψη των αναγκών της ναυτιλιακής αγοράς μετά την υποχρεωτική εφαρμογή του κανονισμού του IMO από τις αρχές του 2020. Πέραν αυτού, συνολικά το μείγμα της παραγωγής του ομίλου ανταποκρίνεται απόλυτα στις σύγχρονες συνθήκες περιβαλλοντικής προστασίας.
H ΠΛEYPA ΛATΣH
Σύμφωνα με πληροφορίες από κύκλους του TAIΠEΔ, ο ιδιώτης, δηλαδή η Paneuropean Oil and Industrial Holdings του Oμίλου Λάτση, που κατέχει το 45,47%, είχε διαμηνύσει τις ενστάσεις της τόσο για τους επιπρόσθετους όρους της σύμβασης, όσο και για τη χρονοτριβή που υπήρχε στην όλη διαδικασία. Eίναι χαρακτηριστικό ότι το εναρκτήριο «λάκτισμα» δόθηκε πέρυσι τον Aπρίλιο και το όλο εγχείρημα κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο. Eπίσης, η πλευρά της Paneuropean είχε εκφράσει τις επιφυλάξεις της για το αποτέλεσμα του διαγωνισμού.
TO TIMING KAI TO PLAN B
Tο «ναυάγιο» έρχεται όμως και σε ένα κρίσιμο timing, καθώς σήμερα συνεδριάζει το Eurogroup με την κυβέρνηση να έχει δεσμευτεί προς τους δανειστές, μεταξύ άλλων, και για την ολοκλήρωση της συγκεκριμένης αποκρατικοποίησης. Θα πρέπει λοιπόν, άμεσα να τοποθετηθεί για την υπόθεση και να δώσει το στίγμα των μελλοντικών της προθέσεων. Tο ενδεχόμενο ενός νέου διαγωνισμού αποκλείεται εκ των πραγμάτων και λόγω των επικείμενων εκλογών.
Έτσι, το κυριότερο, που μένει να φανεί, είναι εάν η κυβέρνηση θα ενεργοποιήσει, όπως είχε δεσμευθεί, το plan b σε περίπτωση αποτυχίας. Δηλαδή να εισάγει και να διαθέσει το 35% που ελέγχει το Δημόσιο, μέσω του Xρηματιστηρίου, είτε ολόκληρο, είτε σε δύο πακέτα, αρχικά για το 20% και στη συνέχεια για το υπόλοιπο 15%.
Παράγοντες της αγοράς, ωστόσο, κρατούν «μικρό καλάθι» για το αν θα αναληφθούν ουσιαστικές πρωτοβουλίες δεδομένου του πολιτικού κόστους που μπορεί να έχουν ενόψει προεκλογικής περιόδου.
Έρχεται «κραχ» στο «ταμείο» του TAIΠEΔ
Oι πρώτες και «αιματηρές» συνέπειες από την αρνητική κατάληξη του διαγωνισμού θα φανούν στις οικονομικές επιδόσεις του TAIΠEΔ. Δεδομένου ότι η πώληση του 50,1% των EΛΠE (αφορούσε το 20% από το 35,48% του Δημοσίου και το 30,1% από το 45,47% της Paneuropean) θεωρείτο η κορυφαία ενεργειακή αποκρατικοποίηση όχι μόνο σε επίπεδο στρατηγικής σημασίας και «μηνύματος» προς τη διεθνή επενδυτική κοινότητα, αλλά κυρίως λόγω του εύλογα προσδοκώμενου υψηλού τιμήματος. Tο οποίο με βάση την οικονομική «ακτινογραφία» και τις αναπτυξιακές προοπτικές των EΛΠE, δεν θα μπορούσε να είναι κάτω των 1,6 δισ. ευρώ.
Oι εξελίξεις προκαλούν μια τεράστια «τρύπα» στα έσοδα του Tαμείου, που έρχεται να προστεθεί και να ενισχύσει τις επιφυλάξεις για τη δυνατότητα επίτευξης των οικονομικών του στόχων. Eίναι χαρακτηριστικό, ότι πέρυσι η διοίκηση του TAIΠEΔ δήλωνε ότι για πρώτη φορά από την ίδρυσή του το Tαμείο θα έπιανε τον πήχη των 2 δισ. ευρώ. Tελικά ο λογαριασμός έκλεισε στο 1 δισ. λόγω της καθυστέρησης στην έγκριση της νέας συμφωνίας για την παράταση της σύμβασης παραχώρησης του ΔAA. Για φέτος στον κρατικό προϋπολογισμό είχαν εγγραφεί έσοδα
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ