Τη δυνατότητα των ελληνικών κατασκευαστικών να αναλάβουν μόνες τους και να υλοποιήσουνε άρτια μεγάλα μέτρα, τόνισε στην ομιλία του στο “3ο Συνέδριο Υποδομών & Μεταφορών”, ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΚΤΩΡ, Αλέξανδρος Εξάρχου. Ενώ επισήμανε την ανάγκη κερδοφόρας δραστηριοποίησης των ελληνικών εταιρειών στο εξωτερικό.
«Ακούγεται συχνά», είπε στην αρχή της ομιλίας του ο κ. Εξάρχου, «ότι η κατασκευαστική δραστηριότητα στην Ελλάδα διαρκώς συρρικνώνεται, ότι οι ελληνικές κατασκευαστικές δεν έχουν την αναγκαία στήριξη από την πολιτεία για να δραστηριοποιηθούν ανταγωνιστικά στο εξωτερικό, ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αδυνατεί να στηρίξει αποτελεσματικά τη δραστηριότητα των κατασκευαστικών εταιρειών στο εκτός συνόρων και ότι ο ελληνικός κατασκευαστικός κλάδος κινδυνεύει να αφελληνιστεί. Ναι, είναι αποδεδειγμένο και δεν επιδέχεται αμφισβήτησης ότι η ελληνική πολιτεία δεν αντιλαμβάνεται πόσο άμεσα συνδεδεμένη είναι η ανάπτυξη με την κατασκευαστική δραστηριότητα».
Στο σημείο αυτό ανέφερε ως παράδειγμα τις ΗΠΑ που όταν βρέθηκαν αντιμέτωπες με την ύφεση, ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο τότε νεοεκλεγής Πρόεδρος Ομπάμα για να τονώσει την οικονομία, ήταν να ανακοινώσει ένα πακέτο έργων υποδομής ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
«Αντιθέτως στην Ελλάδα», πρόσθεσε, «κατά τη διάρκεια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης, οι κυβερνήσεις περικόπτουν διαρκώς το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Και πριν κατηγορηθώ ότι κάνω άνισες συγκρίσεις μεταξύ της Ελλάδας και των ΗΠΑ, θα ήθελα να υπενθυμίσω αυτά που το ΙΟΒΕ έχει ήδη μετρήσει κι αποδείξει, σε σχέση με τη σημασία του ελληνικού κατασκευαστικού κλάδου για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Κάθε ευρώ που δαπανάται για κατασκευαστικά έργα αυξάνει το ΑΕΠ κατά 1,8 ευρώ. Κάθε 1 εκατ. ευρώ δαπάνης για κατασκευαστικά έργα δημιουργεί ή διατηρεί 44,5 θέσεις εργασίας. Κάθε θέση εργασίας στις Κατασκευές συνδέεται με επιπλέον 1,5 θέσεις εργασίας σε άλλους κλάδους».
Ο κ. Εξάρχου εν συνεχεία αναφέρθηκε στα βασικά χαρακτηριστικά του κατασκευαστικού κλάδου σήμερα. «Ακόμα και σήμερα που είναι στα χειρότερά του, απασχολεί άμεσα πάνω από 10.000 εργαζομένους, εκ των οποίων μάλιστα οι 3.000 είναι εργαζόμενοι της ΑΚΤΩΡ, πραγματοποιεί τζίρο πάνω από 3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων ο μισός προέρχεται και πάλι από την ΑΚΤΩΡ. Αυτός λοιπόν ο κατασκευαστικός κλάδος, με αυτή τη συνεισφορά, έχει πλέον να περιμένει 2-3 μεγάλα δημόσια έργα, εκ των οποίων πραγματικά ώριμο είναι μόνο η Γραμμή 4», σημείωσε.
Ο κ. Εξάρχου αναφέρθηκε και σε μια άλλη «λανθασμένη αντίληψη», όπως τη χαρακτήρισε, που κυκλοφορεί και υποστηρίζει «πως τα οικονομικά της χώρας δεν επιτρέπουν την υλοποίηση νέων έργων. Είναι φυσικά η μισή αλήθεια, αφού υποκρύπτεται τεχνηέντως ότι υπάρχουν λύσεις για χρηματοδότηση από ιδιωτικά κεφάλαια και διεθνείς αναπτυξιακούς οργανισμούς, που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τη δύσκολη οικονομική κατάσταση του ελληνικού δημοσίου. Άρα δεν λείπουν οι δυνατότητες. Η πολιτική βούληση λείπει».
Και συμπλήρωσε: «Προχωρώ με την επόμενη διαδεδομένη αντίληψη που λέει ότι η ελληνική πολιτεία δεν στηρίζει επαρκώς την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών κατασκευαστικών εκτός συνόρων. Πράγματι, όταν Γάλλοι, Γερμανοί και Ιταλοί έχουν τους εμπορικούς ακολούθους των πρεσβειών τους να ανοίγουν το δρόμο για δραστηριοποίηση των κατασκευαστικών τους εκτός συνόρων, εμείς πασχίζουμε, η κάθε εταιρεία χωριστά, να συστηθούμε σε ένα άγνωστο και πολλές φορές αφιλόξενο τοπίο. Επιπλέον, το γεγονός ότι εκτός συνόρων οι εγγυητικές των ελληνικών τραπεζών δεν γίνονται συνήθως δεκτές, μας αναγκάζουν να πληρώνουμε διπλό κόστος, προκειμένου αλλοδαπή τράπεζα να εκδώσει εγγυητική με αντεγγύηση της ελληνικής, με σαφείς επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητά μας».
Ο κ. Εξάρχου εκτίμησε ωστόσο ότι δεν είναι αυτοί οι λόγοι που οι ελληνικές εταιρείες δυσκολεύονται να δραστηριοποιηθούν κερδοφόρα εκτός συνόρων, εξηγώντας ότι «η ιστορία έδειξε ότι παρά αυτά τα ανταγωνιστικά μειονεκτήματα των ελληνικών κατασκευαστικών έναντι των ξένων ανταγωνιστών τους, και μεγάλα έργα πήραμε στο εξωτερικό και τα εκτελέσαμε άρτια, χάρη στους εξαιρετικούς Έλληνες μηχανικούς μας. Άλλο ήταν το πρόβλημα και σε αυτό δεν μας έφταιγε το ανταγωνιστικό μας μειονέκτημα. Εκτελέσαμε τα έργα άρτια αλλά δεν τα εκτελέσαμε κερδοφόρα. Και για αυτό δεν φταίει μόνο ούτε η ελληνική πολιτεία, ούτε οι τράπεζες, ούτε οι ξένοι ανταγωνιστές μας και οι πρεσβείες τους.
Φταίει το γεγονός ότι προσπαθούμε να μεταφέρουμε την Ελλάδα στο εξωτερικό. Οι ελληνικοί κατασκευαστικοί όμιλοι βγήκαν στο εξωτερικό νομίζοντας ότι τα στοιχεία που τους είχαν καταστήσει εθνικούς πρωταθλητές θα επαρκούσαν για να τους κάνουν και διεθνείς πρωταθλητές. Μεγάλη και πολύ ακριβή πλάνη».
«Αν θες να προκόψεις στο εξωτερικό», σημείωσε, «χρειάζεται να προσαρμοστείς στις δομές της διεθνούς κατασκευαστικής δραστηριότητας, δηλαδή σε πράγματα που δεν έχεις συνηθίσει στη χώρα σου όπως η ύπαρξη ανεξάρτητου μηχανικού, η διαφορετική κατανομή ρίσκου, άλλες διαδικασίες επίλυσης διαφορών. Η δραστηριοποίηση εκτός συνόρων απαιτεί μία άρτια στημένη παρουσία στην εκάστοτε χώρα, υποστηριζόμενη από υψηλού επιπέδου οικονομικές, νομικές και διοικητικές υπηρεσίες στα κεντρικά σε άμεση συνεργασία με την τοπική οργάνωση». Και πρόσθεσε: «Ευθύνη δική μας είναι να λάβουμε υπόψη τα δεδομένα που ισχύουν και να προσαρμοστούμε σε αυτά, αντί να περιμένουμε από το ελληνικό δημόσιο να μας μοιράσει τα ελάχιστα ώριμα έργα που έχουν απομείνει σε αυτή τη χώρα με σκοτωμένες εκπτώσεις εν είδει συσσιτίου. Είναι ευθύνη δική μας να αλλάξουμε για να υλοποιούμε έργα κερδοφόρα σε όποια χώρα κι αν είμαστε. Οι ελληνικές κατασκευαστικές απέδειξαν ότι είναι σε θέση να αναλάβουν μόνες τους και να υλοποιήσουν άρτια μεγάλα έργα».
«Τώρα πρέπει να αποδείξουμε ότι μπορούμε να τα εκτελέσουμε κερδοφόρα και στο εξωτερικό, όπως κάνουμε στην Ελλάδα. Έχουμε ευθύνη απέναντι στους χιλιάδες εργαζομένους μας, στους εκατοντάδες χιλιάδες συνεργάτες μας, αλλά και στους μετόχους μας», σημείωσε χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων στην ομιλία του ο κ. Εξάρχου.