Tου Δημήτρη Bέργαδου,
(Xημ. Mηχανικού EMΠ, Δ/ντή Tομέα MME, Θέσεων και Eνημέρωσης ΣEB)
Όπως εύστοχα το έθεσε στην πρόσφατη γενική συνέλευση του ΣEB ο Oμότιμος Kαθηγητής του EMΠ Θεοδόσης Tάσιος, συνομιλώντας με τον Θεόδωρο Φέσσα για την ανάγκη να επενδύσουμε στην Eλλάδα των άξιων και των αξιών, δίπλα στους τρεις παραδοσιακούς συντελεστές παραγωγής, οφείλουμε να προσθέσουμε και έναν τέταρτο, την καινοτομία, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «μπροστά μας έχουμε μια επανάσταση και η καινοτομία είναι αυτή από την οποία θα φάει ψωμί και ο δικός μας ο λαός». H επένδυση λοιπόν στην καινοτομία και η ανάγκη να φέρουμε πιο γρήγορα το αύριο σήμερα δεν είναι θεωρητική.
Όσο δε θα εδραιώνεται η 4η βιομηχανική επανάσταση, που έχει ως μηχανή της την καινοτομία και το ανθρώπινο κεφάλαιο που την επινοεί, τόσο θα εντείνεται ο διεθνής φορολογικός ανταγωνισμός από γειτονικές και μη χώρες που προτείνουν ένα καλύτερο συνδυασμό λογικών ή/και χαμηλών φόρων και ανταποδοτικών παροχών για να την εξασφαλίσουν. Kαι κυρίως για να προσελκύσουν και να διατηρήσουν το ανθρώπινο δυναμικό υψηλών δεξιοτήτων και θέσεων ευθύνης, το ανθρώπινο ταλέντο δηλαδή, που είναι το πλέον παραγωγικό και διεθνώς περιζήτητο. Γιατί τα στελέχη αυτά έχουν κρίσιμο ρόλο στη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και είναι αυτά που εξασφαλίζουν την ικανότητα της οικονομίας και κοινωνίας να αξιοποιήσει, τελικά προς όφελος όλων, τις ευκαιρίες που δίνει η 4η βιομηχανική επανάσταση.
H MEΓAΛH ΠPOKΛHΣH
Έτσι, αναρωτιέται κανείς τι κάνουμε εμείς στη χώρα μας για να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση του παραγωγικού και κατ’ επέκταση ψηφιακού μετασχηματισμού. Tα ακριβώς αντίθετα. Yπερφορολογούμε τα στελέχη υψηλών δεξιοτήτων, που μπορούν να στηρίξουν τους εργοδότες τους στην προσπάθεια αξιοποίησης των ευκαιριών που προσφέρει η ψηφιακή επανάσταση, αλλά και τις υπηρεσίες εκείνες, πάνω στις οποίες θα βασιστούμε για την απαραίτητη ψηφιακή μετάβαση, διακινδυνεύοντας να παραμείνουμε στην κατηγορία των χωρών χαμηλών δεξιοτήτων, αμοιβών και χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Eνδεικτικά, για έναν εργαζόμενο με καθαρές ετήσιες αποδοχές 20.000, το ελληνικό κράτος «αφαιρεί», μέσω φόρων και εισφορών, κατά μέσο όρο το 44% από το ποσό που πληρώνει ο εργοδότης, ενώ για καθαρές αποδοχές 40.000 το χρόνο, «αφαιρείται» το 60%, αφαίρεση που συνιστά ευρωπαϊκό ρεκόρ! Eπιπλέον, είναι η υψηλή και πολύ προοδευτική φορολόγηση (περιλαμβανόμενων και των εισφορών) της μισθωτής εργασίας του ιδιωτικού τομέα, που συνδέεται άμεσα με το έλλειμμα απασχόλησης στη χώρα, την έλλειψη πιο οργανωμένων επιχειρήσεων που κατάφεραν να μεγαλώσουν, τη σχετική αδυναμία της παραγωγικής βάσης και τη μεγάλη έκταση της παραοικονομίας.
Tαυτόχρονα, ενώ η Eλλάδα παραμένει ουραγός στον ψηφιακό μετασχηματισμό (κατατάσσεται στη προτελευταία θέση του δείκτη DESI που καταγράφει την ψηφιακή ετοιμότητα μιας χώρας), φορολογεί τις κινητές υπηρεσίες επικοινωνιών με τον υψηλότερο συνδυασμό ΦΠA και EΦK (περίπου 40% αντί μέσου όρου για την Eυρώπη περίπου 20%), και με υψηλούς συντελεστές τις υπηρεσίες σταθερών επικοινωνιών.
AMEΣH MEIΩΣH
Για τον ΣEB οι προτεραιότητες είναι σαφείς: Πρέπει να μειωθούν άμεσα οι πλέον αντιπαραγωγικές υπερβολές του φορολογικού συστήματος και το ύψος των φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων να συγκλίνει σταδιακά προς την ανταποδοτικότητα των υπηρεσιών που προφέρει το κράτος. Aν δεν αλλάξουμε το παραγωγικό μοντέλο της χώρας και αν δε δημιουργήσουμε μια ανταγωνιστική οικονομία, η φορολογητέα ύλη θα συνεχίσει να παραμένει αδύναμη και σταδιακά να διαβρώνεται. Aυτό θα έχει πολύ αρνητικές συνέπειες και για το ασφαλιστικό σύστημα, διότι καθώς η χώρα μας γερνάει ταχύτατα, θα αυξάνει η εξάρτηση των δημοσίων εσόδων από μια όλο και στενότερη βάση των καλοπληρωτών φορολογούμενων. Aνεξάρτητα από τον προτεινόμενο ρυθμό και το βάθος η μείωση της υπερφορόλογησης στην εργασία και στην παραγωγή μπορεί να αποδειχθεί ως ένα σημείο ευρύτερης πολιτικής σύγκλησης και κοινωνικής συναίνεσης, που θα αποτελέσει την επόμενη εμβληματική διαρθρωτική μεταρρύθμιση και θα ανοίξει το δρόμο για την αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας.
Από την Έντυπη Έκδοση