Αντιδράσεις στον κλάδο της κινητής τηλεφωνίας έφερε η έρευνα της φιλανδικής εταιρείας συμβούλων Rewheel, στην οποία μεταξύ άλλων αναφερόταν ότι οι τιμές στα δεδομένα κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.
Η Rewheel σήκωσε το γάντι των αντιδράσεων και δίνει τις δικές της απαντήσεις σημειώνοντας:
α) Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι «στελέχη της αγοράς τηλεπικοινωνιών υποστηρίζουν πως η Rewheel δεν εξειδικεύεται στις έρευνες αγοράς, αλλά στις μελέτες που έχουν σχέση με τη διαχείριση φάσματος ραδιοσυχνοτήτων» η εταιρεία απαριθμεί τις ανεξάρτητες αρχές και τους δημόσιους φορείς που ανέθεσαν, χρησιμοποίησαν ή και αναφέρθηκαν στις μελέτες σύγκρισης τιμών αγοράς και ανάλυσης ανταγωνισμού της Rewheel:
Ο πρώην Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είναι αρμόδιος για τον ανταγωνισμό Joaquín Almunia, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών, Γενικές Εισαγγελίες των ΗΠΑ σε διάφορες πόλεις, τις Εθνικές Αρχές Ανταγωνισμού του Καναδά, στην Αυστραλία, τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ολλανδία, την Επιτροπή Μονοπωλίου της Γερμανίας, το Υπουργείο Οικονομικών της Ολλανδίας, το Υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου της Τσεχίας, το Κορεατικό Ινστιτούτο Έρευνας Τηλεπικοινωνιών, τις Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας, της Ολλανδίας, της Φινλανδίας, του Βελγίου και της Ιρλανδίας.
β) Ως προς τον ισχυρισμό από την ΕΕΤΤ ότι «οι πολιτικές κοινής χρήσης υποδομής αποτελούν διεθνή τάση με στόχο τη μείωση του κόστους επενδύσεων και πρέπει να ενθαρρύνονται και προφανώς πρέπει να διευκρινίζεται αν αφορούν χρήση φάσματος, χρήση ενεργού εξοπλισμού ή απλώς παθητικό εξοπλισμό που οδηγεί και σε μείωση του αριθμού των κεραιοσυστημάτων» και τον ισχυρισμό από την Vodafone «…πως η έκθεση εσφαλμένα υποστηρίζει πως Vodafone Ελλάδας και Wind Hellas μοιράζονται φάσμα, ενώ στην πραγματικότητα μοιράζονται ενεργό δίκτυο, κάτι που θεωρείται «βέλτιστη πρακτική» ακόμα και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή», η Rewheel υποστηρίζει ότι είναι εσφαλμένος.
Η Rewheel αναφέρθηκε ρητά στη μελέτη της στη συμφωνία κοινής χρήσης δικτύου Vodafone και Wind ως ενεργή συμφωνία κοινής χρήσης δικτύου και όχι ως συμφωνία κοινής χρήσης ραδιοφάσματος.
Επιπλέον, η ΕΕΤΤ ως μία από τις 28 Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές Τηλεπικοινωνιών και μέλος του BEREC (το Σώμα των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες) πρέπει σίγουρα να γνωρίζει τις δυνητικά αντίθετες προς τον ανταγωνισμό συνέπειες της ενεργού ανταλλαγής δικτύου κινητής τηλεφωνίας που περιγράφεται λεπτομερώς στην «Κοινή θέση για την κοινή χρήση στις υποδομές» που υιοθετήθηκε από τον BEREC τον Ιούνιο του 2019. Εκεί, τα μέλη του BEREC, συμπεριλαμβανομένης της ΕΕΤΤ, επεσήμαναν ότι η ενεργή κοινή χρήση δικτύου ανάλογα με το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στον ανταγωνισμό.
γ) Όσον αφορά τον ισχυρισμό της EETT ότι η «η επιλογή των χωρών που χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα αποτελούν αντιπαραδείγματα παρεμβάσεων, όπως η περίπτωση του Καναδά η οποία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα μονοπωλιακής/ δυοπωλιακής αγοράς», η Rewheel υποστηρίζει ότι είναι εσφαλμένος και παραπλανητικός.
Στη μελέτη της Rewheel, οι τιμές σύνδεσης των δεδομένων κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2020 συγκρίθηκαν με τις τιμές επτά άλλων επιλεγμένων ευρωπαϊκών κρατών -μελών που έχουν συγκριτικό επίπεδο τιμών – όπως αναφέρεται από την Eurostat – που είναι υψηλότερο από αυτό της Ελλάδας. Οι τιμές στα δεδομένα κινητής τηλεφωνίας σε αυτά τα επτά επιλεγμένα ευρωπαϊκά κράτη- μέλη ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2020, δηλαδή οι αγορές κινητής τηλεφωνίας ήταν σημαντικά πιο ανταγωνιστικές σε αυτά τα επτά ευρωπαϊκά κράτη μέλη από ό, τι στην Ελλάδα.
«Ο Καναδάς χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη του Rewheel ως αντίθετο παράδειγμα», υποστηρίζει η Rewheel. «Οι τιμές δεδομένων κινητής τηλεφωνίας στην ελληνική αγορά είναι υψηλότερες ακόμη και από τις τιμές στον Καναδά, που είναι μια de facto αγορά δυοπωλιακού δικτύου».
δ) Όσον αφορά τον ισχυρισμό της ΕΕΤΤ ότι «Η επιλογή στη σύγκριση πακέτων που δεν είναι αντιπροσωπευτικά της μέσης χρήσης στην ελληνική αγορά καθώς δεν υπάρχει ρητή αναφορά στην επιβάρυνση της φορολογίας ή άλλων χαρακτηριστικών όπως η χρονική δέσμευση του συμβολαίου, η επιδότηση συσκευής ή εκπτωτική πολιτική, κλπ. Αφορά δηλαδή σε ένα πολύ μικρό μερίδιο αγοράς» η Rewheel αναφέρει:
«Ο ισχυρισμός της ΕΕΤΤ ότι η μελέτη της Rewheel δεν λαμβάνει υπόψη τον ελληνικό φόρο κινητής τηλεφωνίας είναι εσφαλμένος.
Στη μελέτη, η Rewheel ανέλυσε εκτενώς την επίδραση του ελληνικού φόρου κινητής τηλεφωνίας και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι τιμές σύνδεσης δεδομένων κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα είναι πολύ ακριβές ακόμη και μετά την εξαίρεση του φόρου κινητής τηλεφωνίας.
Γεγονός είναι ότι ακόμη και μετά την εξαίρεση του φόρου κινητής τηλεφωνίας από τις χαμηλότερες τιμές που ίσχυαν το Μάρτιο 2020 στην Ελλάδα (οι οποίες ήταν διαθέσιμες μόνο σε ορισμένους και όχι σε όλους τους Έλληνες καταναλωτές) η Ελλάδα εξακολουθεί να κατατάσσεται ως η λιγότερο ανταγωνιστική χώρα της ΕΕ των 28 και του ΟΟΣΑ.
Επιπλέον, ο ισχυρισμός της ΕΕΤΤ ότι η μελέτη της Rewheel δεν είναι αντιπροσωπευτική της τυπικής χρήσης στην Ελλάδα είναι γενικά αβάσιμη. Η μεθοδολογία της Rewheel που χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη εξέτασε τις τιμές δεδομένων κινητής τηλεφωνίας τόσο στην καρτοκινητή όσο και τα συμβόλαια που ήταν διαθέσιμα σε όλους τους καταναλωτές λαμβάνοντας υπόψη όλες τις επιλέξιμες εκπτώσεις. Η εταιρεία επιμένει ότι ανεξάρτητα από τη διάρκεια της σύμβασης, οι τιμές στα data κινητής τηλεφωνίας είναι οι πιο ακριβές μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ28».
ε) Η εταιρεία αντικρούει τον ισχυρισμό ότι «έχει επισημανθεί πολλές φορές πως η μεθοδολογία των φορέων που παρακολουθούν τις τιμές στην Ευρώπη στηρίζεται στις ονομαστικές τιμές, ενώ στην Ελλάδα υπάρχει το παράδοξο επί των ονομαστικών τιμών να υπάρχουν υψηλότατες εκπτώσεις, κάτι που αποδεικνύεται από το ότι το Μέσο Εσοδο ανά Πελάτη (ARPU) στην Ελλάδα σε σχέση με όλη την υπόλοιπη Ευρώπη είναι από τα χαμηλότερα», επισημαίνοντας ότι η συγκεκριμένη μέτρηση δεν έχει ουσιαστικά νόημα.
Οι υψηλές τιμές στα δεδομένα κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα αποτρέπουν τη χρήση, δηλαδή οι περισσότεροι Έλληνες πληρώνουν 10- 20 ευρώ το μήνα για να αγοράσουν υπηρεσίες με χαμηλές προσφορές σε gigabyte και ως εκ τούτου δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα smartphone τους για να περιηγηθούν στον ιστό, να παρακολουθήσουν βίντεο, να κάνουν απομακρυσμένη εκπαίδευση ή να κάνουν αγορές online. Και αυτό φαίνεται από την κατά κεφαλήν χρήση δεδομένων κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα που ήταν η τρίτη χαμηλότερη στις χώρες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ το 2018.