Πόλος έλξης για τις ελληνικές επιχειρήσεις αναμένεται να γίνει το Μαρόκο καθώς προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες, ιδιαίτερα στους τομείς ενέργειας, ανανεώσιμων πηγών, διαχείρισης υδάτινων πόρων, κατασκευών και δομικών υλικών, συστημάτων ασφαλείας, πληροφορικής αγροτικής παραγωγής και ιατρικού εξοπλισμού.
Αυτό προκύπτει από τις επαφές που έκαναν ελληνικές επιχειρήσεις το τελευταίο διήμερο στην Καζαμπλάνκα, στο πλαίσιο επιχειρηματικής αποστολής του ΣΕΒ στο Μαρόκο. Στην αποστολή μετείχαν 20 εταιρίες από τους κλάδους των κατασκευών, τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής, ενέργειας, φαρμακευτικών προϊόντων, πλαστικών, χημικών, αλουμινίου και χρωμάτων, ενώ το υπουργείο Εξωτερικών εκπροσωπήθηκε από τον Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο, Γενικό Γραμματέα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Αναπτυξιακής Συνεργασίας.
Η ελληνική επιχειρηματική παρουσία στην περιοχή είναι περιορισμένη καθώς τα ελληνικά προϊόντα δεν είναι γνωστά στον εμπορικό κόσμο και στο καταναλωτικό κοινό, στην επικοινωνία κυριαρχεί η γαλλική γλώσσα, ενώ δεν υπάρχει απευθείας αεροπορική σύνδεση. Σήμερα στο Μαρόκο δραστηριοποιούνται 4 ελληνικές εταιρίες: η S&B Βιομηχανικά Ορυκτά στην εξόρυξη βιομηχανικών ορυκτών, η Intralot στη διαχείριση των δύο κρατικών Λοταριών, η Atlantic Dredging σε λιμενικά έργα και η Aegean στην τροφοδοσία καυσίμων του νέου λιμένα της Ταγγέρης.
Ωστόσο, όπως επεσήμανε σε δηλώσεις του ο αντιπρόεδρος & επικεφαλής διεθνών δράσεων του ΣΕΒ Θ. Λαβίδας , οι αγορές της Νοτίου Μεσογείου αποτελούν χώρο ζωτικής σημασίας για την ελληνική επιχειρηματική εξωστρέφεια, ενώ οι ανακατατάξεις που σημειώνονται σε χώρες του αραβικού τόξου επιβάλλουν την έγκαιρη παρουσία ελληνικών εταιριών για την αξιοποίηση των νέων δεδομένων και ευκαιριών.
Το Μαρόκο είναι μία από τις πλέον ανοικτές και δυναμικές οικονομίες της περιοχής, δεν έχει επηρεασθεί σημαντικά από τη διεθνή οικονομική κρίση, έχει χαμηλό πληθωρισμό και παρουσιάζει αξιόλογο ρυθμό ανάπτυξης. Στη χώρα εφαρμόζεται πολυετές αναπτυξιακό πρόγραμμα με έμφαση στις υποδομές και στην ενέργεια, ενώ η Συμφωνία Σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπει προοδευτική κατάργηση των δεσμών στα βιομηχανικά προϊόντα και φιλελευθεροποίηση του εμπορίου στα αγροτικά προϊόντα.