Το 7πλάσιο των τιμών εγχώριων αποστολών φτάνουν οι τιμές ξένων εταιρειών ταχυμεταφορών ενώ οι χαμηλές τιμές στην εσωτερική αγορά κρατούν χαμηλά τα περιθώρια κέρδους για τις ελληνικές εταιρείες – μέχρι 10% – καθιστώντας έτσι πολύ ανταγωνιστική την εγχώρια αγορά για ξένους παίκτες, που επενδύουν σχεδόν αποκλειστικά στις αποστολές εξωτερικού.
Τα παραπάνω επισημαίνει μεταξύ άλλων ο Απόστολος Γεωργαντζής, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ACSγια τις εξελίξεις στην αγορά του ηλεκτρονικού εμπορίου και των ταχυμεταφορών τονίζοντας ότι η ομαλοποίηση θα επέλθει με το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων, ενώ η συζήτηση για επενδύσεις στον κλάδο περνά μέσα από τα χρηματοοικονομικά εργαλεία και τα κίνητρα, που είναι περιορισμένα, παρά τις ανάγκες που ανέδειξε η πανδημία.
Σύμφωνα με το Euro2day, το ερώτημα για την απόκλιση των τιμολογίων μεταξύ ελληνικών και ξένων εταιρειών ταχυμεταφορών και τα περιθώρια κέρδους εξηγεί ότι “όταν μιλάμε για το χώρο του e-commerce, το μέσο κόστος ανά αποστολή για ένα ηλεκτρονικό κατάστημα ανέρχεται σε 2 με 4 ευρώ +ΦΠΑ για έως τα 3kg. Οι τιμές φυσικά εξαρτώνται από το βάρος, τον προορισμό και το πλήθος των αποστολών. Το περιθώριο κέρδους για τις περισσότερες ελληνικές εταιρείες courier είναι συνήθως ένα χαμηλό μονοψήφιο ποσοστό επί της παραπάνω αξίας, στην καλύτερη περίπτωση 10%, καθώς οι τιμές είναι πολύ κοντά στο κόστος, λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού”.
Προσθέτει ότι όσον αφορά στις διεθνείς αποστολές, “οι τιμές ποικίλουν σημαντικά με βάση τον προορισμό και τον χρόνο παράδοσης. Για την περίπτωση της express παράδοσης (με αερομεταφορά), οι τιμές είναι συνήθως 6-7 φορές υψηλότερες σε σχέση με τις τιμές των εγχώριων αποστολών. Επίσης, η αεροπορική μεταφορά εξωτερικού (express) έχει υπερδιπλάσια τιμή σε σχέση με την αντίστοιχη standard (οδική μεταφορά) του εξωτερικού. Σε γενικές γραμμές θα λέγαμε ότι οι τιμές των εγχώριων εταιρειών είναι πιο ανταγωνιστικές σε σχέση με των ξένων εταιρειών, ειδικά για τις εγχώριες αποστολές”.
Μια αποστολή από το εξωτερικό μπορεί να φτάνει νωρίτερα
Το φαινόμενο παραγγελίες καταναλωτών από e-shop του εξωτερικού να φτάνουν νωρίτερα από αντίστοιχες αγορές στο εσωτερικό ερμηνεύεται από τον κ. Γεωργαντζή, που σημειώνει ότι συμβαίνει εάν η χώρα προέλευσης της αποστολής και η διεθνής εταιρεία που την αναλαμβάνει έχει λιγότερο φόρτο εργασιών από ότι μπορεί να συμβαίνει στην Ελλάδα, και μόνο αν είναι express υπηρεσία (με αερομεταφορά), άρα και πολύ πιο ακριβή. Προσθέτει ότι “συνήθως στην standard (οδική) μεταφορά μια αποστολή εξωτερικού μπορεί να φτάσει και τις 20-25 μέρες σε χρόνο παράδοσης, ενώ οι χρόνοι στην εγχώρια αγορά είναι πολύ μικρότεροι, συνήθως 2-3 εργάσιμες. Σε περιπτώσεις lockdown φυσικά αυξάνονται οι χρόνοι παράδοσης στις εγχώριες αποστολές, αλλά και στις διεθνείς αποστολές όπου υπάρχει φόρτος εργασιών”.
Περιγράφοντας την κατάσταση στην αγορά σημειώνει ότι κατά την περίοδο του τρέχοντος lockdown που ξεκίνησε τον Νοέμβριο, o όγκος των αποστολών των εταιρειών ταχυμεταφορών, λόγω της αύξησης των αγορών από το ecommerce, αυξήθηκε απότομα έως και +90% πάνω από την προηγούμενη χρονιά και έως και +65% από το προηγούμενο lockdown, με αποτέλεσμα ο όγκος των αποστολών να είναι μη διαχειρίσιμος από τις εταιρείες του κλάδου των ταχυμεταφορών.
Πάντως παρά τις όποιες δυσκολίες υπήρχαν, σύμφωνα με τον κ. Γεωρηαντζή “η ACS είναι η μόνη εταιρεία ταχυμεταφορών με πανελλαδική διανομή που δεν έκανε ούτε μία ημέρα πλήρη αναστολή παραλαβών – άρα δεν σταμάτησε να παραλαμβάνει αποστολές ούτε μια μέρα. Μάλιστα, εξυπηρέτησε τον μεγαλύτερο όγκο αποστολών ταχυμεταφορών από όλες τις εταιρείες, καθώς διακίνησε και παρέδωσε κατά τα τελευταίο δίμηνο του 2020 περισσότερες από 7.500.000 αποστολές”.
Οι επενδύσεις στην ελληνική αγορά
Σχετικά με τις επενδύσεις στον κλάδο από εγχώριες αλλά και ξένες εταιρείες, αυτό που σημειώνει είναι ότι η ελληνική αγορά είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική, ενώ τα τελευταία 10 χρόνια οι τιμές κινούνται συνεχώς πτωτικά. “Αυτό ενδεχομένως έχει οδηγήσει τους ξένους παίχτες να μην επιλέξουν να επενδύσουν στην εγχώρια αγορά και να παραμένουν στο κομμάτι των αποστολών εξωτερικού”, εξηγεί.
Μιλώντας για την επενδυτική δυνατότητα της ACS ως μέλος ενός ομίλου με ισχυρή χρηματοοικονομική θέση, σημειώνει ότι η ACS διαθέτει και η ίδια, πέραν του Ομίλου Quest, εξαιρετική χρηματοοικονομική κατάσταση και επενδύει συνεχώς στη βελτίωση των υποδομών και της οργάνωσής της, με στόχο τη βελτίωση των υπηρεσιών της και την καλύτερη εμπειρία πελάτη.
“Δυστυχώς τα χρηματοοικονομικά εργαλεία και τα κίνητρα για νέες επενδύσεις στην αγορά των ταχυμεταφορών, που είναι εξαιρετικά σημαντικές σε τέτοιες περιόδους, είναιπολύ περιορισμένα, με αποτέλεσμα οι εταιρείες ταχυμεταφορών να έχουν περιορισμένες δυνατότητες επενδύσεων. Θα ήταν χρήσιμο ο κλάδος των ταχυμεταφορών, εννοώντας τις εταιρείες μαζί με τους συνεργάτες τους (πράκτορες, αντιπρόσωπους και franchises) να περιλαμβάνονται χωρίς εξαιρέσεις στα προγράμματα κινήτρων για επενδύσεις εφεξής, τα οποία θα δίνουν ίσες ευκαιρίες σε όλες τις ταχυδρομικές εταιρείες και με τους ίδιους όρους”, καταλήγει.
Σχετικά με τις επενδύσεις της ACS αναφέρει ότι η εταιρεία αξιοποιώντας την καλή χρηματοοικονομική της κατάσταση, έχει πραγματοποιήσει κατά το 2020 επενδύσεις άνω των 2,5 εκατ. ευρώ σε εξοπλισμό, μεταφορικά μέσα, υποδομές, αποθηκευτικούς χώρους, ανθρώπινο δυναμικό, καθώς και πρόσθετες αμοιβές διανομής ενώ από τις αρχές Δεκεμβρίου παραδίδει μεγαλύτερο πλήθος αποστολών από το πλήθος που παραλαμβάνει και έχει καταφέρει σταδιακά να οδηγηθεί σε αποκλιμάκωση του συσσωρευμένου πλήθους αποστολών. Προσθέτει ότι ο μέσος χρόνος παράδοσης, που στις αρχές Δεκεμβρίου είχε ξεπεράσει τις 6 ημέρες, πλέον κυμαίνεται σε κάτω από 3 ημέρες και παρά το δεύτερο lockdown βρίσκεται πλέον αρκετά κοντά στα φυσιολογικά επίπεδα αποστολών.
Η ομαλοποίηση και η βιώσιμη άνοδος στην αγορά
Η κατάσταση στην αγορά ταχυμεταφορών θα ομαλοποιηθεί πλήρως, με βάση τα στοιχεία του μεγάλου παίκτη της αγοράς, όταν αρθεί το lockdown των φυσικών καταστημάτων, καθώς τότε η αγορά θα επανέλθει στα προβλέψιμα μεγέθη, τα οποία είναι απολύτως διαχειρίσιμα. Ο κ. Γεωργαντζής θυμίζει ότι και στο πρώτο lockdown η εξομάλυνση επήλθε πολύ σύντομα μετά το άνοιγμα των φυσικών καταστημάτων και προβλέπει να συμβεί το ίδιο και αυτήν τη φορά. Επίσης λόγω της ευρύτερης χρήσης του e-commerce, αναμένει η αγορά να ισορροπήσει σε ακόμα υψηλότερα σε σχέση με τα προ lockdown επίπεδα και να έχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στο μέλλον.
Τέλος, σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης της υπερβολικής ζήτησης, η ACS έχει δημιουργήσει εργαλεία με τα οποία μπορεί να ελέγξει και να διαχειριστεί καλύτερα μελλοντικά τον εισερχόμενο όγκο αποστολών, καθώς έχει ορίσει τους όγκους που μπορεί να διακινήσει εντός αποδεκτών χρόνων με πιο αυστηρά κριτήρια. “Η ACS δεν βλέπει την αγορά του e-commerce βραχυπρόθεσμα, αλλά μακροπρόθεσμα και σε αυτό πλαίσιο προχωράει και στην υλοποίηση των δρομολογημένων σημαντικών επενδύσεών της, ύψους άνω των 40 εκατ. ευρώ, που κυρίως αφορούν στο νέο υπερσύγχρονο κέντρο διαλογής δεμάτων στο Αιγάλεω Αττικής…”, προσθέτει ο κ. Γεωργαντζής εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία για να ευχαριστήσει τους πελάτες της εταιρείας του για την υπομονή στις καθυστερήσεις αλλά και τους ανθρώπους της ACS, για την υπερπροσπάθεια ώστε να παραδοθούν τα δώρα των γιορτών.