Τη λήψη μέτρων, ώστε να μην εκτιναχθεί το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ζητάει από την κυβέρνηση το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας.
«Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, δεν αντέχουν νέο «ηλεκτροσόκ», καθώς δεν μπορούν μετά από μια μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης και τις συνέπειες της πανδημίας να επωμιστούν και την αύξηση έως και 50% στο κόστος της ενέργειας», τονίζει ο Α΄ αντιπρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας Κώστας Δαμίγος.
«Οι επιχειρηματίες, υπό τον φόβο του τέταρτου κύματος της πανδημίας, θα πρέπει να ξεκινήσουν να αποπληρώνουν τις συσσωρευμένες υποχρεώσεις τους μεδραματικά συρρικνωμένους τζίρους», προσθέτει ο ίδιος.
Ο κ. Δαμίγος τονίζει, ότι στον σχεδιασμό της κυβέρνησης, πέρα από την στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών, από την ενδεχόμενη αύξηση των τιμολογίων του ρεύματος, θα πρέπει να είναι και η στήριξη των ευάλωτων επιχειρήσεων, που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
Το Β.Ε.Α επισημαίνει στο αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ότι πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα, καθώς η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου και των δικαιωμάτων εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα, θα οδηγήσει σε μη διαχειρίσιμη διόγκωση του λειτουργικού κόστους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Η Ελλάδα είναι «πρωταθλήτρια» της Ευρώπης για τον μήνα Αύγουστο στην χονδρική ρεύματος, καταγράφοντας την υψηλότερη μηνιαία μέση τιμή προ ημερήσιας αγοράς (day-ahead market) στα 121.72 ευρώ/MWh, σύμφωνα με τα στοιχεία του Energylive.
Σε πρώτη φάση, είναι απαραίτητο να ασκηθεί πίεση, προκειμένου να απορροφηθεί το κόστος ή σημαντικό μέρος του κόστους, από τις εταιρείες παροχής ενέργειας και στη συνέχεια να γίνουν οι απαιτούμενες ενέργειες προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα, λόγω της χρήσης λιγνιτικών μονάδων.
Η μετάβαση σε «πράσινες» μορφές ενέργειας, αποτελεί πλέον μονόδρομο τόσο για το κράτος, όσο και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, καταλήγει το ΒΕΑ.