Ανεξέλεγκτες διαστάσεις προσλαμβάνει η πτώχευση της μεγαλύτερης ιδιωτικής φαρμακαποθήκης Κ. Π. Μαρινόπουλος -θυγατρικής του ομίλου Λαυρεντιάδη- απειλώντας να συμπαρασύρει το χώρο του φαρμάκου.
Παράγοντες του κλάδου κάνουν λόγο για κίνδυνο κατάρρευσης του δικτύου παραγωγής – φαρμακαποθηκών – φαρμακείου, καθώς η άρδην αλλαγή του καθεστώτος προμηθειών, οι ελλείψεις φαρμάκων, η αδυναμία αποπληρωμής υποχρεώσεων από εκατοντάδες επαγγελματίες του χώρου οδηγούν σε «ασφυξία» έναν τόσο νευραλγικό για τη δημόσια υγεία τομέα.
Η θυγατρική της Alapis ακολουθεί την πτωχευτική διαδρομή της μητρικής που, από κορωνίδα των φαρμακευτικών εταιρειών με τρεις σύγχρονες μονάδες παραγωγής και αντληθέντα κεφάλαια 2,25 δισ. ευρώ, φτάνει να αιτείται την υπαγωγή της στις διατάξεις του άρθρου 99 και του πτωχευτικού νόμου. Ο όμιλος (σύμφωνα με στοιχεία του Συλλόγου Εργαζομένων Alapis & Θυγατρικών Εταιρειών) είχε φαρμακευτικό χαρτοφυλάκιο γενόσημων και πρωτότυπων προϊόντων, που μέσα σε μια 4ετία τα αύξησε σε 200 (από 50) χωρίς να υπολογίζονται τα πρότυπα σκευάσματα μέσω των συνεργασιών με πολυεθνικές. Τα σκευάσματα καλύπτουν το σύνολο των θεραπευτικών κατηγοριών, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί πως κάποια από αυτά είναι αναντικατάστατα.
Με 6 φαρμακαποθήκες, εκ των οποίων η Κ.Π. Μαρινόπουλος με πελατολόγιο πάνω από 2.000 φαρμακεία, αλλά και την Geropharm, η οποία διαθέτει ένα υπερσύγχρονο σύστημα αυτόματης ρομποτικής διαλογής με δυνατότητα που ξεπερνά τις 800 παραγγελίες ανά ώρα καλύπτοντας περισσότερες από 200.000 γραμμές παραγγελίας ημερησίως, ο όμιλος είχε φτάσει να καλύπτει πανελλαδικά τουλάχιστον το 30% των φαρμακείων.
Απαιτούν μετρητοίς
Αποτελεί κοινό μυστικό στην αγορά πως η Alapis και οι θυγατρικές της παρείχαν μακρές περιόδους εξόφλησης (κάνουν λόγο για 6 έως 10 μήνες), υψηλές εκπτώσεις και σημαντικές διευκολύνσεις στους πελάτες της. Η κατάρρευσή τους όμως αλλάζει άρδην το σκηνικό, καθώς οι προμηθευτές ζητούν τοις μετρητοίς το μεγαλύτερο μέρος της παραγγελίας, οι τράπεζες κλείνουν παντελώς τις χορηγήσεις και τα πλαφόν και εκατοντάδες φαρμακοποιοί μένουν με ακάλυπτες επιταγές στα χέρια.
Η έλλειψη χρηματοδότησης έχει συνέπεια δεκάδες φαρμακεία να μένουν χωρίς βασικά φάρμακα, ενώ επαγγελματίες του κλάδου κινδυνεύουν με πτώχευση.
Είναι ενδεικτικό πως την προηγούμενη εβδομάδα μεγάλες ξένες πολυεθνικές σταμάτησαν τη χορήγηση ακόμη και ειδικών φαρμάκων (για χημειοθεραπείες, αντικαρκινική αγωγή κ.λπ.), καθώς οι φαρμακοποιοί δεν μπορούν να πληρώσουν τις υψηλές προκαταβολές.
Σύμφωνα με τον Φαρμακευτικό Σύλλογο Αττικής (ΦΣΑ), σε πολλούς από τους 2.000 πελάτες της Κ.Π. Μαρινόπουλος επιδόθηκε με δικαστικό κλητήρα εκ μέρους της Εμπορικής Τράπεζας έγγραφο με βάση το οποίο οι εισπράξεις της εταιρείας εκχωρούνται στην τράπεζα. Την ίδια στιγμή το σύνολο των τραπεζών που δανειοδοτούσαν την Alapis έχει κινηθεί νομικά κατά των επιχειρήσεων του Λ. Λαυρεντιάδη με σειρά αγωγών. Τραπεζικοί κύκλοι προεξοφλούσαν πως έπειτα από διαδικασία εκκαθάρισης οι πιστωτές θα μπορούσαν να πάρουν στα χέρια τους το «καθαρό κομμάτι» των εταιρειών του ομίλου. Ηδη η εργοδοσία μιλά ανοιχτά για απολύσεις πάνω από 500-600 εργαζομένους.
Ο Αντώνης Κατραμαδάκης (πρόεδρος Ομοσπονδίας Ιατρικών Επισκεπτών) εκτιμά πως η διοίκηση του ομίλου επιτελεί εκκαθαριστική διαδικασία και δεν ενδιαφέρεται να σωθεί η εταιρεία, πόσω μάλλον για την τύχη των 1.400 εργαζομένων, από τους οποίους οι 637 στην Alapis.
Και όμως, ο όμιλος Alapis γιγαντώθηκε κεφαλαιακά μέσω διαδοχικών αυξήσεων κεφαλαίου (800 εκατ. ευρώ το 2007 και άλλα 450 το ’09), τραπεζικού δανεισμού (ύψους ενός δισ. ευρώ) και χρηματιστηριακής μόχλευσης, που κάποια στιγμή έφτανε τα 1,5 δισ. ευρώ. Πλέον, όπως καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι, οι αρχικές λειτουργίες έχουν απαξιωθεί, μονάδες παραγωγής έχουν σταματήσει σχεδόν εξ ολοκλήρου την παραγωγή τόσο των σκευασμάτων της εταιρείας όσο και των συνεργαζόμενων επιχειρήσεων. Στον τομέα αποθήκευσης-διαλογής- μεταφοράς το σύνολο των συνεργαζόμενων εταιρειών έχει αποχωρήσει, ενώ οι φαρμακαποθήκες βρίσκονται σε απραξία.
Η πλευρά της εταιρείας αποδίδει την απαξίωση στη σημαντική μείωση στις τιμές των φαρμάκων, ωστόσο η κατάρρευση ξεκίνησε σχεδόν ένα 6μηνο νωρίτερα.
Μεγαλόσχημοι
Όλο αυτό το διάστημα μένουν αναπάντητα ερωτήματα που οι αρμόδιες αρχές θα έπρεπε να τα έχουν ήδη ερευνήσει και να αποφανθούν. Από το πώς φούσκωσε χρηματιστηριακά, μέσω διαδοχικών αυξήσεων και εξαγορών, μέχρι τις υποθέσεις της Carlyle και της Proton Bank, την περίοδο δηλαδή που ο επιχειρηματίας διασυνδεόταν με μεγαλόσχημα ονόματα της πολιτικής, της επιχειρηματικής και επενδυτικής σκηνής.
Για παράδειγμα, ακόμη και σήμερα δεν έχει απαντηθεί εάν το κόστος αγοράς 18 εταιρειών (στο διάστημα 2007-’10) ανταποκρινόταν στην πραγματική αξία τους (λ.χ. οι δύο μεγαλύτερες εξαγορές Κ.Π. Μαρινόπουλος και Γερολυμάτος). Οπως επίσης σε ποιες τιμές πουλήθηκαν πολλές θυγατρικές του ομίλου και τι σχέση είχε η τιμή πώλησης με την τιμή αγοράς (περίπτωση Νεοχημικής). Παράλληλα, οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν μεθοδεύσεις και αδιαφανείς διαδικασίες σε θέματα πληρωμών, υπερτιμολογήσεων και μεθοδευμένη προσπάθεια απαξίωσης της εταιρείας.
Επιβολή όρων
Ο Κωνσταντίνος Λουράντος μιλά ανοιχτά για «…επαπειλούμενη κατάρρευση όλου του φαρμακευτικού οικοδομήματος, αρχής γενόμενης από τις φαρμακαποθήκες», με τον πρόεδρο του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αττικής να αναφέρεται «στις εταιρείες που επιτίθενται σε μια διαλυμένη αγορά, επιβάλλοντας στους προμηθευτές τους όρους τους, που εκ των πραγμάτων είναι αδύνατον να τους αποδεχθούν».
Οι πληρωμές τοις μετρητοίς, οι εξοφλήσεις τιμολογίων ανά παραγγελία και τα συνεχώς αυξανόμενα κατασχετήρια των φαρμακείων δεν προοιωνίζονται τίποτε το ενθαρρυντικό. Θρυαλλίδα, ωστόσο, αναδεικνύεται το «σκάσιμο» της κατά 100% θυγατρικής του πολυπράγμονος επιχειρηματία, καθώς με μερίδιο 20% στην Αττική και 12% πανελλαδικά ήταν ο ισχυρότερος -μη συνεταιριστικός- παίκτης. Ο όμιλος Λαυρεντιάδη είχε φτάσει να ελέγχει (μέσω 6 φαρμακαποθηκών) συνολικά μέχρι το 25% μιας πίτας που το 2010, παρά την υποχώρηση του τζίρου, διαμορφώθηκε στα 4,86 δισ. ευρώ.