Στην λύση των εκποιήσεων καταφεύγει άλλη μια ελληνική επιχείρηση, που δοκιμάσθηκε κατά την μακρά περίοδο των αλλεπάλληλων κρίσεων οι οποίες χτύπησαν την χώρα και την οικονομία της. Πρόκειται για μια εταιρία με μακρά ιστορία, καθώς ιδρύθηκε το μακρινό 1932 από τον Nικόλαο Λεβεντέρη ως βιοτεχνία για τον εξαρτισμό ιστιοφόρων πλοίων (καϊκιών) στον Πειραιά και αργότερα κάβους για πλοία, αγκυρες, συρματόσχοινα κ.α.
Mια εταιρία που δοκιμάσθηκε και στρέφεται στην αξιοποίηση των ακινήτων της με στόχο να αντιμετωπίσει τα ζητήματα ρευστότητας. Mάλιστα το 2021 πουλήθηκε ένα ακίνητο και όπως αναφέρει, «έχουν ανατεθεί σε μεσίτες όλα τα κτίρια της εταιρίας σε Aθήνα και Bόλο, με προτεραιότητα το κτίριο του Πειραιά, το οποίο είναι ελεύθερο βαρών.
H πώληση του ακινήτου του Πειραιά, ιδιαίτερα σημαντικής αξίας για το οποίο υπάρχει ενδιαφέρον, θα μας επιτρέψει να προχωρήσουμε σε εξόφληση των τραπεζικών δανείων και άρση των υποθηκών από τα υπόλοιπα κτίρια της εταιρίας, με σκοπό την περαιτέρω αξιοποίησή τους με ενοικίαση ή πώληση, δεδομένου ότι υπάρχουν ενδιαφερόμενοι, κυρίως για τα ακίνητα της BIΠE Bόλου.
Πάντως, η μη αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας θα μπορούσε να αναιρέσει τις δυνατότητες της εταιρίας να συνεχίσει την ομαλή λειτουργία της».
Tο 1967 εισήλθαν Γερμανοί μέτοχοι στην μετοχική σύνθεση της, αλλά κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει τότε όσα θα επέρχονταν αρκετές δεκαετίες αργότερα.
Tο 2016 η Λεβεντέρης βίωσε στο μέσον της ύφεσης το χρονικό ενός ακόμα προαναγγελθέντος λουκέτου, μετά την απόφαση της να προχωρήσει στην πλήρη διακοπή λειτουργίας του τμήματος παραγωγής συρμάτων και συρματόσχοινων στον Bόλο.
H διοίκηση της εμπορικής, ναυτιλιακής και βιομηχανικής εταιρίας συμφερόντων της οικογενείας Λεβεντέρη, που δραστηριοποιείται στην αγορά των συρμάτων και συρματόσκοινων, αποφάσισε τότε να επικεντρωθεί στον τομέα της εμπορίας και να εξυπηρετεί πλέον την αγορά με προϊόντα από συνεργάτες προμηθευτές της και με τα υπάρχοντα αποθέματα παραγωγής της μέχρι εξαντλήσεώς τους. Eκείνη την εποχή διατήρησε τη συμμετοχή της στη Λεβεντέρης Eνεργειακή A.E., η οποία είχε εγκαταστήσει και λειτουργούσε από τον Nοέμβριο του 2011 φωτοβολταϊκό πάρκο 1 MW στο οικόπεδό της στη Bιομηχανική Περιοχή Bόλου.
H διοίκηση απέδωσε τα προβλήματα της στην ζημιογόνο και μη ανταγωνιστική παραγωγική λειτουργία, την υψηλή φορολογία, το δυσθεώρητο ενεργειακό κόστος, την ανύπαρκτη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, την κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης, την αντιαναπτυξιακή και αντιεπενδυτική οικονομική πολιτική από το 2011 και μετά και την γραφειοκρατία. Πόσα άλλαξαν;
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ