Το χειρότερο εννεάμηνο της ιστορίας τους κατέγραψαν οι εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, σύμφωνα με τη ΒΕΤΑ Χρηματιστηριακή ΑΕΠΕΥ, με την κερδοφορία τους να μειώνεται σημαντικά -ενώ σε κάθε κερδοφόρο εισηγμένη επιχείρηση αντιστοιχούν δύο ζημιογόνες. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ΒΕΤΑ, η δημοσιονομική «ομίχλη» αποδείχθηκε αρκετά ισχυρότερη της αρχικής προσπάθειας των πρώτων δύο τριμήνων, περιορίζοντας τη δυναμική κάποιων μικρών κλαδικών βελτιώσεων.
«Η εποχική συνεισφορά των καλοκαιρινών μηνών επηρέασε μόνο επιμέρους περιπτώσεις, που αφορούν τη ζήτηση συγκεκριμένων προϊόντων και υπηρεσιών (μεταφορές – ξενοδοχεία – τρόφιμα), καθώς η αύξηση της τουριστικής κίνησης σε πλήθος αυξήσεων δεν μεταφράστηκε σε ανάλογη ροή εσόδων για την πλειοψηφία των εισηγμένων εταιρειών» αναφέρει σχετικά η χρηματιστηριακή.
«Θα ήταν περίπου αναμενόμενο να υπάρξει έστω κάποια συγκράτηση των πολύ μέτριων επιδόσεων εξαμήνου των εμπορικών εταιρειών ή του χονδρικού εμπορίου, που θα έδινε κάποιο θετικότερο μήνυμα, ως προς την προσαρμογή της αγοράς στα νέα δεδομένα», συνεχίζει, αλλά το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό καθώς, ακόμα και αν εξαιρεθούν οι τράπεζες, η συνολική κερδοφορία του τρίτου τριμήνου των εισηγμένων εταιρειών περιορίζεται στα 138 εκατ. ευρώ.
Συνυπολογίζοντας μάλιστα πως σειρά πολύ ζημιογόνων εταιρειών δεν συμμετέχει πια, λόγω παύσης δραστηριότητας, διαγραφής από το χρηματιστήριο ή μη δημοσίευσης ισολογισμών, τότε η τελική εικόνα «επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο» σημειώνει η ΒΕΤΑ.
Η αναλογία κερδοφόρων/ ζημιογόνων εταιρειών στο ΧΑ παρέμεινε στο χειρότερο σημείο της τελευταίας δεκαετίας, αφού μόλις 1 στις 3 εισηγμένες είναι κερδοφόρος και μόλις 1 στις 5 εταιρείες (57) έχει πάει καλύτερα από πέρυσι».
Ειδικότερα για το τρίτο τρίμηνο, αναφέρεται ότι τα μεγέθη επηρεάστηκαν από την εγχώρια ύφεση, η μειωμένη αγοραστική δύναμη, λόγω ανεργίας και το αυξημένο κόστος παραγωγής, λόγω πετρελαίου -τα οποία περιόρισαν τα κέρδη ή αύξησαν τις ζημιές στο λιανικό εμπόριο- και η μειωμένη κατασκευαστική δραστηριότητα.
Ειδικότερα για τις τράπεζες, πρέπει να συνυπολογιστούν οι αυξημένες προβλέψεις επισφαλών δανείων και αλλά και εκείνες της αξίας των κρατικών ομολόγων των τραπεζών.
Η εποχική ζήτηση του καλοκαιριού βελτίωσε μερικώς τους κλάδους που έχουν υψηλότερη συσχέτιση με τη ζήτηση της θερινής περιόδου, ενώ οι μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές βελτίωσαν τα περιθώρια της τελικής γραμμής. Επίσης, στις ΔΕΚΟ υπήρξε περιορισμός του λειτουργικού κόστους, λόγω των μισθολογικών μειώσεων.
Τα αριθμητικά επίπεδα διαπραγμάτευσης της εγχώριας αγοράς είναι τα χαμηλότερα των τελευταίων είκοσι ετών, όπως υπενθυμίζει η ΒΕΤΑ.