Oίκοι, distress funds, private equity στο κυνήγι των επενδυτικών ευκαιριών
Ξένοι επενδυτικοί κολοσσοί που διαχειρίζονται ιλιγγιώδη ποσά «σκανάρουν» εκ νέου το τελευταίο διάστημα την Ελλάδα, αναζητώντας επενδυτικές ευκαιρίες, παρά την προβληματική κατάσταση της οικονομίας. Η διασφάλιση της παραμονής της χώρας στο ευρώ, οι ελκυστικότερες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και οι προσδοκίες για επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων πυροδοτούν το ενδιαφέρον. Και όχι πλέον σε πρόσκαιρη βάση όπως συνέβη με τα κρατικά ομόλογα το καλοκαίρι.
Η ουσιώδης διαφορά σε σχέση με τις πρόσφατες κινήσεις επιθετικών κεφαλαίων υψηλού ρίσκου είναι ότι αυτή τη φορά κινητοποιείται το «έξυπνο χρήμα» (smart money) που επιδιώκει τη φθηνή τοποθέτηση σε μία αγορά λίγο πριν από την άνοδο των τιμών και την οικονομική ανάκαμψη, με στόχο τη μεσομακροχρόνια παραμονή.
Ηχηρά ονόματα
Οι Franklin Templeton Investments, με 782 δισεκατομμύρια δολάρια υπό διαχείριση κεφάλαια, Carlyle Group, P.Schoenfeld Asset Management (PSAM), Fairfax Holdings, τα hedge funds των JP Morgan, Capital, Alden Capital, Prince Capital, Fidelity, Schilister και τα private equity Oaktree Capital Group και Fortress Investment Group είναι ορισμένοι από τους μεγάλους ομίλους που εσχάτως έχουν πυκνώνει τις εμφανίσεις τους στην Αθήνα. Ενέργεια, λιμάνια, αεροδρόμια, δίκτυα, μαρίνες, ακίνητα του Δημοσίου, τουρισμός, χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενέργεια και αγροτικός τομέας, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.
Οι επαφές τους με το Μέγαρο Μαξίμου, το υπουργείο Οικονομικών αλλά και επιχειρηματικούς ομίλους που διαθέτουν αναπτυξιακές προοπτικές εντατικοποιούνται καθώς, μεταξύ άλλων, ο «βατήρας», όπως χαρακτηρίζουν την Ελλάδα ορισμένοι, θα προωθήσει μελλοντικά διεθνή επενδυτικά σχέδια με στόχο τις ασταθείς, αυτή τη στιγμή, χώρες της Β. Αφρικής, και τους εμπορικούς και ενεργειακούς δρόμους ανατολικά και στη βαλκανική ενδοχώρα.
Γενικότερα η αίσθηση που υπάρχει στους επενδυτικούς κύκλους είναι ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει Ελ Ντοράντο των υπεραξιών τα επόμενα χρόνια. Και αυτό διότι πρόκειται για μια χώρα στην οποία έχουν ισοπεδωθεί οι αποτιμήσεις λόγω του κινδύνου χρεοκοπίας και ταυτόχρονα η οικονομία λόγω της βίαιης προσαρμογής των μισθών έχει τις προϋποθέσεις να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική. Και οι προϋποθέσεις αυτές σχετίζονται με τις κινήσεις που γίνονται στο μέτωπο των διαρθρωτικών αλλαγών και της πάταξης της διαφθοράς και της γραφειοκρατίας.
Αγαπημένος προορισμός
Αγαπημένος προορισμός έχει γίνει η Ελλάδα για τους διεθνείς επενδυτικούς οίκους. Από τα μέσα Ιανουαρίου μέχρι και σήμερα έχουν πραγματοποιήσει επίσκεψη στη χώρα μας κορυφαία αμερικανικά και ευρωπαϊκά σπίτια. Την αρχή έκανε η Morgan Stanley που είχε επαφές με εκπροσώπους της κυβέρνησης και άλλων φορέων. Πρόθεση της Morgan Stanley φαίνεται πως είναι η ενεργός συμμετοχή στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, αλλά και σε επικείμενα road shows στα οποία θα συμμετάσχουν ελληνικές επιχειρήσεις, από τον τραπεζικό, καθώς και από άλλους νευραλγικούς κλάδους. Να σημειωθεί πως εδώ και λίγους μήνες η Μorgan Stanley ανέλαβε και επισήμως τον ρόλο συμβούλου στην επικείμενη δημιουργία αγοράς funds που έχει σχεδιάσει το Χρηματιστήριο και η οποία θα μπορέσει να υλοποιηθεί με την ψήφιση του νομοσχεδίου που αφορά στα νέα επενδυτικά εργαλεία.
Την ίδια περίοδο βρέθηκαν στην χώρα μας δύο fund managers της BlackRock, οι οποίοι είχαν επαφές με εισηγμένους ομίλους. Συγκεκριμένα, οι δύο διεθνείς διαχειριστές είχαν «one to one» συναντήσεις με εκπροσώπους των ΔΕΗ, ΟΠΑΠ, Ελληνικά Πετρέλαια, Motor Oil, Ελλάκτωρ και Folli Follie. Οι κλειστές παρουσιάζεις έγιναν σε κεντρικό ξενοδοχείο, και οργανωτής ήταν η Alpha. Ακολούθησαν οι Citigroup και η Deutsche Bank, οι οποίες είχαν κλεισμένα ραντεβού με το οικονομικό επιτελείο, το ΤΑΙΠΕΔ αλλά και με στελέχη μεγάλων εισηγμένων ομίλων.
Προμήθειες-χρυσάφι για τους οίκους
H «πίτα» είναι μεγάλη
Ο «έρωτας» των ξένων οίκων για τη χώρα μας δεν είναι τυχαίος. Πηγάζει από το γεγονός ότι διαπιστώνουν πως σταδιακά κερδίζεται το στοίχημα της ανάκαμψης της οικονομίας. Μαζί με το στοίχημα, όμως, είναι βέβαιο ότι βλέπουν πολλά εκατομμύρια ευρώ από τις δουλειές που ανοίγουν στην Ελλάδα. Και η πίτα στην ελληνική αγορά δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητη, καθώς περιλαμβάνει εξαγορές, συγχωνεύσεις και αποκρατικοποιήσεις. Σε αυτή τη φάση, το ενδιαφέρον των ξένων επικεντρώνεται στις τράπεζες, όπου ήδη τρέχουν συγχωνεύσεις, και μαζί με αυτές και οι αμοιβές, ενώ ακόμα μεγαλύτερα θα είναι τα οφέλη από τις διαδικασίες αύξησης κεφαλαίου που θα ξεκινήσουν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης. Αξίζει να σημειωθεί ότι, εφόσον βελτιωθεί το κλίμα, αυξήσεις κεφαλαίου θα έχουμε και σε άλλες εισηγμένες επιχειρήσεις πλην των τραπεζών, όπως επίσης εξαγορές και συγχωνεύσεις. Ηδη ακόμα και σήμερα, με την προσδοκία εξόδου της Ελλάδας από την κρίση η κινητικότητα στο μέτωπο των εξαγορών και των συγχωνεύσεων είναι εμφανής.
Πέραν των αυξήσεων κεφαλαίου, όμως, τεράστια είναι και η πίτα που ανοίγει με τις αποκρατικοποιήσεις. Κι αυτό δεν αφορά μόνο στο ΤΑΙΠΕΔ, που έχει τη μερίδα του λέοντος του εγχειρήματος, αλλά και τις κινήσεις που θα κάνει αυτόνομα το Δημόσιο, όπως για παράδειγμα η ανάπλαση του παραλιακού μετώπου της Αθήνας.
Το γεγονός πάντως ότι οι ξένοι οίκοι ετοιμάζονται για το μεγάλο «φαγοπότι» των αμοιβών και προμηθειών από αποκρατικοποιήσεις φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τα συνεχή δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, όπως και από τη συνεχή αύξηση των εκθέσεων για την Ελλάδα και για ελληνικές μετοχές υψηλής κεφαλαιοποίησης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το γεγονός πως η «πρεμούρα» των ξένων είναι να αναλάβουν δουλειές από το ΤΑΙΠΕΔ, αλλά και από την ελληνική κυβέρνηση, οφείλεται κυρίως στην πραγματικότητα, που λέει ότι με αυτόν τον τρόπο μπορούν να εξασφαλίσουν έσοδα με μεγάλη ασφάλεια. Κι αυτό διότι οι πιθανότητες να έχεις όφελος από τον πωλητή είναι μεγαλύτερες από όταν εκπροσωπείς έναν αγοραστή. Φυσικά, όταν χάσουν έναν πωλητή, στόχος τους είναι να βρουν υποψήφιους αγοραστές. Σε αυτή την περίπτωση, βέβαια, τα μεγάλα έσοδα τα λαμβάνουν μόνο εφόσον ολοκληρωθεί επιτυχώς μια προσπάθεια εξαγοράς.
Οι προμήθειες
Οι προμήθειες δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητες, αφού κινούνται μεταξύ 0,3% και 0,5% της συμφωνίας, χωρίς να περιλαμβάνονται μπόνους σε περίπτωση υπέρβασης των στόχων ούτε άλλες δαπάνες που γίνονται στο πλαίσιο της διαδικασίας πώλησης. Για να γίνει αντιληπτό το όφελος, αρκεί να αναφερθεί ότι για μια πώληση αξίας 100 εκατ. ευρώ τα έσοδα είναι τουλάχιστον 500.000 ευρώ. Φυσικά, όσο πιο πολλές δουλειές λαμβάνει ένας οίκος, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα να λάβει και άλλες, δεδομένου ότι ανεβαίνει στην παγκόσμια κατάταξη των αναδόχων, με αποτέλεσμα να έχει πιθανότητες να κερδίσει περισσότερες δουλειές, μιας και θεωρείται προτιμητέος και περισσότερο αποτελεσματικός ως ανάδοχος. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε περιπτώσεις διάθεσης πακέτου μετοχών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, οι διεθνείς οίκοι γίνονται ανάδοχοι αναλαμβάνοντας με ελάχιστη εγγυημένη τιμή διάθεσης προς τον πωλητή, που σημαίνει ότι ρισκάρουν τα κεφάλαιά τους στην τιμή που εγγυώνται. Βέβαια, πριν εγγυηθούν έχουν κάνει διερεύνηση, ενώ είναι γνωστό πως οι πελάτες πολλών οίκων χρησιμοποιούνται ως εργαλεία διαμόρφωσης τιμών σε συναλλαγές που πραγματοποιούνται. Εγγύηση τιμής δεν υπάρχει, παρά μόνο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, όταν πρόκειται για εξ ολοκλήρου πώληση μιας εταιρίας.
Ξενοδοχεία και retail γίνονται στόχοι
Η κινητικότητα των distress funds εντοπίζεται σε κλάδους για τους οποίους υπάρχει ενδιαφέρον, αλλά και υφίστανται μεγάλα προβλήματα. Είναι οι κλάδοι του real estate, των ξενοδοχείων, των κατασκευών και της λιανικής πώλησης (retail).
Τα distress funds βρίσκονται στο κατώφλι επιχειρήσεων με προοπτικές ανασύνταξης που βρίσκονται στο «χείλος του γκρεμού» λόγω του υπερδανεισμού τους, αλλά και επισφαλών χορηγήσεων από τη λιανική τραπεζική που μπορεί να αποφέρουν κέρδη.
Για παράδειγμα, στον κλάδο του retail απειλείται η επιβίωση πλήθους εταιριών, οι οποίες ήδη δυσκολεύονταν με τη διαχείριση του κεφαλαίου κίνησης στο παρελθόν. Σε αυτές, το σφίξιμο της τραπεζικής κάνουλας προκαλεί έμφραγμα ρευστότητας και οδηγεί στην κατάρρευση. Στο real estate είναι προφανές ότι στο «κόκκινο» βρίσκονται επιχειρήσεις που είχαν σε εξέλιξη επενδυτικά σχέδια και οι τράπεζες πάγωσαν τη χρηματοδότηση, ενώ στα ξενοδοχεία η πτώση του τουρισμού φέρνει στο «κόκκινο» επιχειρήσεις με προβληματικό κεφάλαιο κίνησης. Τραγική είναι η κατάσταση στον κλάδο των κατασκευών και ειδικά στις εταιρίες που είχαν κάνει ανοίγματα σε έργα του Δημοσίου.
Mε κινήσεις στρατηγικής
H μεγάλη επιστροφή
Μια νέα… ματιά φαίνεται πως ρίχνουν οι εταιρίες private equity στην Ελλάδα, καθώς οι επενδυτές δείχνουν να έλκονται από τις φθηνές τιμές των ελληνικών επιχειρήσεων, γεγονός που μπορεί να παράσχει πρόσφορο έδαφος για σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες, κυρίως για τους γενναίους που δηλώνουν διατεθειμένοι να αναλάβουν ένα τέτοιο ρίσκο. Οι BC Partners και TPG Capital είναι ανάμεσα σε εκείνους που διεκδικούν το 33% του ΟΠΑΠ που πουλά το Δημόσιο. Η Rhone Capital προσφέρθηκε τον Ιανουάριο να εξαγοράσει το 39% της S&B. Οι Oaktree Capital Group και Fortress Investment Group βρίσκονται στην Ελλάδα και αναζητούν deals. Η Marfin Investment Group, συζητά με επενδυτές για το ενδεχόμενο έκδοσης νέων μετοχών της ή ενός μετατρέψιμου ομόλογου, προκειμένου να αντλήσει 410 εκατ. ευρώ, για να εκμεταλλευτεί επιχειρηματικές ευκαιρίες.
«Παρότι το περιβάλλον στην Ελλάδα βελτιώνεται, τα private equities δεν νιώθουν ακόμα άνετα να επενδύσουν σε ελληνικές εταιρίες που έχουν άμεση έκθεση στην ελληνική οικονομία», επεσήμανε ο Φώτης Χασιώτης, της Lazard. Όμως, ένας τρόπος για να εισέλθουν τα funds αυτά στο ελληνικό επιχειρηματικό σκηνικό, είναι μέσω της παροχής πιστώσεων σε εταιρίες, σε βιώσιμο κόστος, με δεδομένο ότι ο δανεισμός είναι δύσκολος, ακόμα και για τις πιο υγιείς επιχειρήσεις.
Στο χορό και τα distress fundS
Σε διαπραγματεύσεις για την αγορά σε χαμηλή τιμή δανείων από τις ελληνικές τράπεζες βρίσκονται ξένες εταιρίες που ειδικεύονται στις πτωχεύσεις. Παζαρεύουν τα δάνεια στο 5 έως 50% της αξίας τους για να εισπράξουν στη συνέχεια το 100% πιέζοντας με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς.
Στελέχη των Icon Capital, η Calamos Asset Management, η FG Hemisphere, η Leon Black, Apollo Global Management, η Baupost, η Centerbridge, η Marathon Asset Management, βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα και διαπραγματεύονται την αγορά ελληνικών δανείων σε πολύ χαμηλότερη τιμή από την ονομαστική με τις ελληνικές τράπεζες.
Eξαγορές δανείων
Οι προσφορές που δίνονται για τα δάνεια από τις ξένες εταιρίες ξεκινούν από το 5% της αξίας τους, όταν πρόκειται για καταναλωτικά δάνεια που δεν εξοφλούνται, και φτάνουν μέχρι το 45-50% όταν πρόκειται για δάνεια με υποθήκη τα οποία είναι ενήμερα. Οι εταιρίες αυτές ειδικεύονται στην αναζήτηση και αγορά περιουσιακών στοιχείων και απαιτήσεων (δάνεια) από ιδιώτες και επιχειρήσεις που βρίσκονται υπό πίεση και αναγκάζονται, έτσι, να ξεπουλήσουν σε χαμηλότερη τιμή. Δεν είναι τυχαίο ότι η ονομασία τους είναι «distress funds» που σε κυριολεκτική μετάφραση σημαίνει «επενδυτικά κεφάλαια δυστυχίας».
Οι τράπεζες θέλουν να πουλήσουν χαρτοφυλάκια δανείων πάσης φύσεως, δηλαδή στεγαστικά, καταναλωτικά, επιχειρηματικά, ακόμα και ναυτιλιακά. Κύριος λόγος για αυτές τις πωλήσεις είναι ότι θέλουν να πετύχουν την λεγόμενη απομόχλευση στα χαρτοφυλάκια τους, δηλαδή να μειώσουν τα «ανοίγματα» που έχουν, τα οποία στην προκειμένη περίπτωση είναι τα δάνεια που έχουν χορηγήσει.
Προς το παρόν πωλήσεις τέτοιου είδους δεν έχουν πραγματοποιηθεί, όμως αναμένονται σε άμεσο προσεχές διάστημα. Οι τραπεζίτες παραδέχονται πως όταν «πιάσουν» συμφέρουσες τιμές θα πουλήσουν χαρτοφυλάκια δανείων.