Ο επενδυτικός βραχίονας του συνταξιοδοτικού ταμείου των δημοσίων υπαλλήλων του Καναδά αγόρασε τελικά τη Hochtief AirPort, τη θυγατρική εταιρεία του ομώνυμου γερμανικού κατασκευαστικού ομίλου, που διαχειρίζεται έξι αεροδρόμια ανά τον κόσμο, μεταξύ άλλων και το «Ελ. Βενιζέλος», αντί καθαρού τιμήματος ύψους 1,1 δισ. ευρώ.
Η PSP Investments, όπως λέγεται το Ταμείο, διαχειρίζεται ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο αξιών, που περιλαμβάνει μερίδια σε τράπεζες, χρυσωρυχεία, τηλεπικοινωνίες, πληροφορική, εταιρείες παραγωγής ενέργειας, διαχειριστές υποδομών και εταιρείες real estate, το οποίο φθάνει σε αξία σχεδόν τα 50 δισ. ευρώ.
Η PSP Investments ιδρύθηκε με πράξη της καναδικής Βουλής το 1999 με εντολή να διαχειρίζεται τις εισφορές των εργοδοτών και των εργαζομένων των ασφαλιστικών ταμείων των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα, των ενόπλων δυνάμεων και της Αστυνομίας του Καναδά. Το Ταμείο λειτουργεί από το 2000 με πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο τον κ. Γκόρντον Φυφ.
Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας, το 2012 η περιουσία του Ταμείου αυξήθηκε κατά 5 δισ. ευρώ και ποσοστό 11%, η αξία του χαρτοφυλακίου προσέγγισε τα 50 δισ. ευρώ, τα δε καθαρά κέρδη από επενδύσεις ανήλθαν σχεδόν σε 1,3 δισ. ευρώ (από 5,2 δισ. ευρώ το 2011).
Με την πώληση της Hochtief AirPort GmbH στην PSP Investments οι Καναδοί «βάζουν πόδι» στα αεροδρόμια όπου συμμετέχει η κατασκευαστική εταιρεία της Εσσης, σε Αθήνα, Βουδαπέστη, Ντύσελντορφ, Αμβούργο, Τίρανα και Σίδνεϊ.
Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι οι Γερμανοί της Hochtief δεν αποχωρούν πλήρως από το «Ελ. Βενιζέλος», καθώς διατηρούν ακόμη τον έλεγχο της Hochtief AirPort Capital GmbH, η οποία διατηρεί μερίδιο 13,3% στον διεθνή αερολιμένα.
Πρόκειται για μια αναπάντεχη εξέλιξη αναφορικά με την επικείμενη αποκρατικοποίηση του Διεθνούς Αερολιμένος Αθηνών (ΔΑΑ), η οποία, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, έχει τόσο αρνητικές όσο και θετικές πτυχές.
Το αρνητικό της υπόθεσης, εξηγούν, είναι ότι το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), το οποίο έχει βγάλει «στο σφυρί» το 30% των μετοχών του «Ελ. Βενιζέλος» (από το 55% που συνολικά ανήκει στο Δημόσιο), είχε πείσει τους Γερμανούς να αποσύρουν τον Διεθνή Αερολιμένα από το «πωλητήριο» της Hochtief AirPort, προκειμένου να επιτύχουν έναν «τριπλό» συντονισμό.
Δηλαδή σχεδιαζόταν τόσο το Δημόσιο όσο και η Hochtief να πωλούσαν ταυτόχρονα τα μερίδιά τους σε κάποιον επενδυτή, με παράλληλη χρονική επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του αεροδρομίου, εγχείρημα το οποίο στόχευε σε ένα καλύτερο τίμημα που θα ικανοποιούσε και τους δύο βασικούς μετόχους του «Ελ. Βενιζέλος».
Από τα πράγματα όμως αυτός ο σχεδιασμός ανετράπη και το ΤΑΙΠΕΔ, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, θα πρέπει να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική του στο ζήτημα.
Ωστόσο υπάρχει και μια θετικότατη ανάγνωση, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές. Οι Καναδοί επενδύουν μακροπρόθεσμα και έρχονται για να μείνουν, κάτι που σηματοδοτεί την έλευση ενός σίγουρου επενδυτή στο «Ελ. Βενιζέλος» και μπορεί να αποτελέσει «καταλύτη» για θετικές εξελίξεις σε σχέση με την ιδιωτικοποίηση του αεροδρομίου.
Οπως παρατηρούν στελέχη της αγοράς, η έλευση στην Ελλάδα ενός μεγάλου, δημόσιου επενδυτικού ταμείου από τον Καναδά της G8 στέλνει – έστω και εμμέσως – ένα μήνυμα εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, αφού στα μάτια των διεθνών αγορών σηματοδοτεί την υποχώρηση του «δραχμικού» κινδύνου.
Αλλωστε αθροιστικά το 30% του ΤΑΙΠΕΔ και τα εναπομείναντα ποσοστά του Δημοσίου (25%) και της Hochtief (13,3%) αρκούν για να προχωρήσει σε επίπεδο μετόχων η αποκρατικοποίηση, η οποία, σημειωτέον, θα συνοδευθεί και από μείωση των τελών του «Ελ. Βενιζέλος», όπως τουλάχιστον έχει δεσμευθεί η τρικομματική κυβέρνηση.
Ας σημειωθεί ότι το υπουργείο Οικονομικών μιλάει ανοιχτά για την ιδιωτικοποίηση του αερολιμένος με τη Shenzen Airport, που διαχειρίζεται το αεροδρόμιο της ομώνυμης κινεζικής πόλης, και με τη Friedmann Pacific Asset Management, η οποία διαθέτει ένα χαρτοφυλάκιο ισχυρό στον αεροπορικό τομέα. Παράλληλα, επίκειται επίσκεψη του πρωθυπουργού κ. Αντώνη Σαμαρά στην Κίνα από τις 15 ως τις 19 Μαΐου. Ενδιαφέρον, εξάλλου, έχουν εκφράσει για το «Ελ. Βενιζέλος» η κινεζική ΗΝΑ και η γαλλική Vinci.