Διευρυμένες ζημίες και μειωμένο τζίρο εμφάνισε στο πρώτο τρίμηνο του 2013 η Σιδενόρ.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, οι δυσμενείς συνθήκες που επικρατούσαν στην εγχώρια αγορά σε όλη τη διάρκεια του 2012 διατηρήθηκαν και κατά το πρώτο τρίμηνο του 2013, κατά το οποίο η οικοδομική δραστηριότητα σημείωσε περαιτέρω κάμψη. Αντίστοιχα, η Ευρωπαϊκή αγορά, με εξαίρεση τη Γερμανία, συνεχίζει να βρίσκεται σε πορεία ύφεσης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών διαμορφώθηκε στο πρώτο τρίμηνο του 2013 σε 184,3 εκ. ευρώ έναντι 272,4 εκ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, μειωμένος κατά 32,3%. Τα ενοποιημένα αποτελέσματα προ φόρων, χρηματοδοτικών, επενδυτικών αποτελεσμάτων και συνολικών αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν σε ζημίες 2,9 εκ. ευρώ έναντι κερδών 5,4 εκ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2012.
Λόγω της αύξησης του φορολογικού συντελεστή από το 20% στο 26%, έγινε επανυπολογισμός της αναβαλλόμενης φορολογίας του Ομίλου και προέκυψε εφάπαξ αναβαλλομένη ζημία ύψους 13,6 εκ. ευρώ, που επιβάρυνε εξολοκλήρου τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου και τελικά τα καθαρά ενοποιημένα αποτελέσματα μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας διαμορφώθηκαν σε ζημιές 26,9 εκ. ευρώ (ή ζημίες 0,2796 ευρώ ανά μετοχή) έναντι ζημιών 17,6 εκ. ευρώ (ή ζημίες 0,1825 ευρώ ανά μετοχή) το 2012.
Σημειώνεται ότι τα οικονομικά αποτελέσματα έχουν επηρεαστεί δυσμενώς και από το αυξημένο κόστος ενέργειας, το οποίο επιβαρύνεται και με φόρους κατανάλωσης, καθώς επίσης και από την αύξηση του κόστους δανεισμού.
Η βελτιωμένη διαχείριση των αποθεμάτων και των α’ υλών και οι σημαντικές προσπάθειες περιορισμού του λειτουργικού κόστους, επέτρεψαν στη ΣΙΔΕΝΟΡ τη διατήρηση του καθαρού δανεισμού στα επίπεδα του τέλους του 2012, ενώ παρουσίασε θετικές ταμειακές ροές από λειτουργικές δραστηριότητες.
Η Διοίκηση του Ομίλου ΣΙΔΕΝΟΡ παραμένει προσηλωμένη στην υλοποίηση του στρατηγικού της σχεδιασμού, κεφαλαιοποιώντας την υψηλή ανταγωνιστικότητα των εργοστασίων της. Παράλληλα, συνεχίζεται η προσπάθεια για μείωση του λειτουργικού κόστους, ενίσχυση των μεριδίων αγοράς, περαιτέρω ενδυνάμωση του δικτύου πωλήσεων διεισδύοντας σε νέες αγορές του εξωτερικού, καθώς και η ανάπτυξη νέων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας.