Η Ουάσιγκτον προχώρησε σε παρέμβαση και προς την Αθήνα, ώστε αυτή με τη σειρά της, ως προεδρεύουσα χώρα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), να υποστηρίξει την επιβολή σκληρότερων κυρώσεων προς αξιωματούχους από τη Ρωσία και την Κριμαία, ενόψει του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, που διεξήχθη τη Δευτέρα, στις Βρυξέλλες, υπό τη σκιά του δημοψηφίσματος στην Κριμαία υπέρ της ένωσης με τη Ρωσία.
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος», αξιωματούχος του Στέητ Ντιπάρτμεντ, γνωστός στην Ελλάδα από παλαιότερη εμπλοκή του στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων και σήμερα ασχολούμενος επί θεμάτων διεθνών κυρώσεων, επικοινώνησε με την ελληνική πλευρά και ζήτησε τη στήριξή της. Διπλωματικοί κύκλοι με γνώση του θέματος συνέδεαν την παρέμβαση αυτή με την κίνηση των Αμερικανών να προχωρήσουν – τουλάχιστον σε αυτή τη φάση – στην επιβολή σκληρότερων μέτρων εναντίον ακόμη και στενών συμβούλων του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους.
Η Αθήνα πάντως εμφανίζεται ιδιαίτερα συγκρατημένη και ταυτίζεται στην παρούσα στιγμή με εκείνες τις ευρωπαϊκές χώρες που θεωρούν ότι πρέπει να αφεθεί ένα «παράθυρο διαλόγου» με τη Μόσχα, όπως το περιέγραψε ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ – Βάλτερ Σταϊνμάγερ. Αυτό προκύπτει και από την παρέμβαση του κ. Ευ. Βενιζέλου. Ο αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο για «επίδειξη αποφασιστικότητας» της ΕΕ, αλλά και διατήρηση των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με τη Μόσχα. Ο ίδιος αναφέρθηκε και στο «στρατηγικό πρόβλημα» που αφορά στα επόμενα βήματα της Ρωσίας αλλά και των Ευρωπαίων.
Είναι σαφές ότι στους κόλπους των «28» υπήρξε μεγάλη αμφιθυμία για το μέχρι που θα έφθαναν οι κυρώσεις εναντίον της Μόσχας μετά το δημοψήφισμα στην Κριμαία. Χώρες όπως η Βουλγαρία ή η Ολλανδία (η οποία έχει μεγάλα οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα στη Ρωσία) είχαν ξεκαθαρίσει ότι δεν πρέπει να γίνουν βιαστικά βήματα. Επιπλέον, υπάρχουν χώρες οι οποίες εξακολουθούν να διατηρούν επιφυλάξεις για το κατά πόσο οι δημόσιες δηλώσεις περί απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο – τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα – είναι βάσιμες και δεν επιβαρύνουν περαιτέρω την ατμόσφαιρα.
Αντιθέτως, κράτη όπως η Πολωνία, δια στόματος του υπουργού Εξωτερικών Ράντοσλαβ Σικόρσκι, πίεσαν ώστε να συμπεριληφθούν στη λίστα των προσώπων επί των οποίων θα υπάρξει ταξιδιωτική απαγόρευση και πάγωμα καταθέσεων ακόμη και στενότατοι συνεργάτες του προέδρου Πούτιν, όπως ο Ντιμίτρι Ρογκόζιν, αναπληρωτής Πρωθυπουργός και οι προεδρικοί σύμβουλοι Βλάντισλαβ Σουρκόφ και Σεργκέι Γκλάζιεφ. Τα τρία αυτά πρόσωπα συμπεριλαμβάνονται αντιθέτως στην αμερικανική λίστα που επισυνάπτεται στην Εκτελεστική Εντολή (Executive Order) την οποία εξέδωσε ο Μπαράκ Ομπάμα.
Η λίστα αυτή περιλαμβάνει επίσης τη Βαλεντίνα Ματβιένκο, Πρόεδρο του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου (σσ. είχε επισκεφθεί πριν από μερικούς μήνες τη χώρα μας), τους Λεονίντ Σλούτσκι και Γέλενα Μιζούλινα, στελέχη της Άνω Δούμας, καθώς και τον Αντρέι Κλίσας, μέλος του Συμβουλίου της Ομοσπονδίας της Ομοσπονδιακής Βουλής. Παράλληλα, στην αμερικανική λίστα υπάρχουν και τέσσερις Ουκρανοί, με κορυφαίο τον Βίκτορ Γιανούκοβιτς καθώς και τον Σεργκέι Αξιόνοφ, αυτοανακηρυχθέντα «πρωθυπουργό» της Κριμαίας.
Τελικά, η ΕΕ αποφάσισε να παγώσει τις καταθέσεις και να εκδώσει ταξιδιωτική απαγόρευση για 13 ρώσους αξιωματούχους και για οκτώ από την Κριμαία, χωρίς όμως να συμπεριλάβει στους πρώτους 13 τους στενούς συμβούλους του προέδρου Πούτιν. Παράλληλα, οι «28» επανέλαβαν την πρόθεσή τους να υπογράψουν τα πολιτικά κεφάλαια της Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης με την Ουκρανία και να στηρίξουν οικονομικά τη νέα κυβέρνηση της Ουκρανίας.
Την ίδια στιγμή πάντως, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών, μία ημέρα μετά το δημοψήφισμα της Κριμαίας, εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία προτείνει ουδετερότητα για την Ουκρανία, ομοσπονδιοποίηση της χώρας με παραχώρηση ευρύτερων εξουσιών στις περιφέρειες της χώρας, ενώ εμφανίζεται και πρόθυμο να προωθήσει τη δημιουργία μίας ομάδας επαφής για την αποκλιμάκωση της κατάστασης.