Με προεδρικό διάταγμα και παρακάμπτοντας την κάτω βουλή θα περάσει την αντιδημοφιλή μεταρρύθμιση που θα αυξήσει το όριο συνταξιοδότησης στη Γαλλία ο Εμανουέλ Μακρόν, όπως ανακοίνωσε εν μέσω αποδοκιμασιών η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν. Η ψηφοφορία για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση ήταν προγραμματισμένη για σήμερα το απόγευμα στην Εθνοσυνέλευση.
Το νομοσχέδιο συζητήθηκε στο κοινοβούλιο για έξι εβδομάδες αλλά φάνηκε ξεκάθαρα ότι η κυβέρνηση δεν μπορούσε να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες ψήφους, με αποτέλεσμα να ενεργοποιήσει τη συνταγματική διάταξη του άρθρου 49.3, που επιτρέπει την κύρωση νόμου χωρίς ψηφοφορία.
Ο Μακρόν έθεσε την εν λόγω μεταρρύθμιση -η οποία αυξάνει το ελάχιστο όριο συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη- ως κορυφαία προτεραιότητα της δεύτερης θητείας του, υποστηρίζοντας ότι ήταν απαραίτητη για να αντιμετωπιστούν τα ελλείμματα που έχουν επιδεινωθεί από την ενεργειακή κρίση και τις δαπάνες για την πανδημία. Η διαδικασία συνάντησε την έντονη αντίθεση της αντιπολίτευσης, που αντιπρότεινε χιλιάδες τροπολογίες, οι οποίες θα χρειάζονταν πολλούς μήνες για να εξεταστούν.
Όταν έφτασε η Μπορν στην αίθουσα συνεδριάσεων της Εθνοσυνέλευσης, βουλευτές της Αριστεράς άρχισαν να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο, την αποδοκίμασαν και σήκωσαν πλακάτ με το σύνθημα «Όχι στα 64» – δηλαδή την ηλικία συνταξιοδότησης που προβλέπει το νομοσχέδιο, μεταδίδει το ΑΠΕ.
«Δεν μπορούμε να παίζουμε με το μέλλον των συντάξεών μας, η μεταρρύθμιση είναι αναγκαία», είπε η πρωθυπουργός. Αμέσως μετά οι βουλευτές της αντιπολίτευσης αποχώρησαν από την αίθουσα και η συνεδρίαση έληξε.
«Η κυβέρνηση αυτή δεν είναι άξια της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Το κοινοβούλιο γελοιοποιήθηκε, ταπεινώθηκε», είπε ο Φαμπιάν Ρουσέλ, επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ολιβιέ Φορ είχε δηλώσει νωρίτερα στο πρακτορείο Reuters ότι η προσφυγή στο άρθρο 49.3 θα μπορούσε να πυροδοτήσει «ανεξέλεγκτο θυμό», έπειτα από πολλές εβδομάδες απεργιών και κινητοποιήσεων εναντίον του νομοσχεδίου.
«Παρόλο που το άρθρο 49.3 αποτελεί συνταγματική πρόβλεψη, για μας καταδεικνύει έλλειψη σεβασμού στη δημοκρατία», είπε ο Φιλίπ Μαρτινέζ, επικεφαλής του σκληροπυρηνικού συνδικάτου CGT. «Οι κινητοποιήσεις και οι απεργίες πρέπει να κλιμακωθούν».
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν ψήφο δυσπιστίας προς την κυβέρνηση. Σε περίπτωση που ο Μακρόν ηττηθεί, όχι μόνο θα ακυρωθεί το νομοσχέδιο για τις συντάξεις αλλά θα πρέπει και να παραιτηθεί η κυβέρνηση. Για να γίνει αυτό, όμως, θα απαιτούνταν και η υποστήριξη ορισμένων συντηρητικών.
Εκατομμύρια πολίτες έχουν βγει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για τη μεταρρύθμιση, καθώς η πλειοψηφία των Γάλλων είναι σαφώς αντίθετη. Ωστόσο, η συμμετοχή στις πρόσφατες πορείες μειώθηκε και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι περισσότεροι αναμένουν πως το νομοσχέδιο θα περάσει.
Η αντιπολίτευση έχει κι άλλα εργαλεία για να καθυστερήσει την ψήφιση της μεταρρύθμισης, όπως να ζητήσει την αναθεώρηση του νομοσχεδίου από το συνταγματικό δικαστήριο ή να ενεργοποιήσει τον μηχανισμό για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, γράφει το Bloomberg.
«Η επικύρωση με διάταγμα δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα έχουν τελειώσει για την κυβέρνηση», δήλωσε σε συνέντευξή της η Μελοντί Μοκ-Γκρουέ, ειδική σε κοινοβουλευτικά ζητήματα. «Μπορεί να υπάρξει πολύς δρόμος, ίσως και να χρειαστούν μήνες μέχρι να γίνει νόμος η μεταρρύθμιση».
Η μεταρρυθμιστική ορμή του Μακρόν φρέναρε πέρυσι, αφού έχασε την απόλυτη πλειοψηφία στην κάτω βουλή. Η κυβέρνησή του προσπάθησε να εξασφαλίσει την υποστήριξη των συντηρητικών Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι παραδοσιακά ήταν υπέρ της αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης, αλλά επιφανή μέλη του κόμματος κρατούν κριτική στάση.
Πολιτικά ο Μακρόν δεν είχε πολλά να χάσει, καθώς δεν έχει δικαίωμα να είναι υποψήφιος ξανά μετά τη λήξη της δεύτερης θητείας του, το 2027. Και είναι αποφασισμένος να σφραγίσει την κληρονομιά του ως μεγάλου μεταρρυθμιστή του κεντρώου χώρου.
Το άρθρο 49.3 χρησιμοποιήθηκε και στις αρχές του 2020 από την κυβέρνηση Μακρόν, σε μια πρώτη προσπάθεια να περάσει η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος μετά από μήνες απεργιών και διαδηλώσεων. Η μεταρρύθμιση αργότερα ανεστάλη, όμως, κατά τη διάρκεια έξαρσης της πανδημίας.