Ανησυχία για την νομισματική πολιτική της Κίνας εκφράζει η Ουάσιγκτον.
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης Ομπάμα ανέφερε χθες ότι παρακολουθεί στενά στην συναλλαγματική αξία του νομίσματος της Κίνας, εκφράζοντας έντονη ανησυχία για την πρόσφατη υποχώρηση του λέγοντας ότι παραμένει «σημαντικά υποτιμημένο».
Στην εξαμηνιαία έκθεση για τις πολιτικές συναλλαγματικών ισοτιμιών των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων των Ηνωμένων Πολιτειών που κατατίθεται προς το Κογκρέσο, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών εκφράζει τη λύπη του διότι μετά από μια περίοδο συναλλαγματικής ανατίμησης του γουάν κατά το 2013 , «η τάση αυτή έχει αντιστραφεί».
Πάντως η έκθεση δεν λαμβάνει υπόψη της τη νομισματική χειραγώγηση από το επίσημο Πεκίνο, που θα επέτρεπε στο Κογκρέσο των ΗΠΑ να επιβάλει εμπορικές κυρώσεις κατά της Κίνας.
Όπως και την προηγούμενη φορά η έκθεση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ αναφέρεται και στις χώρες της ευρωζώνης σημειώνοντας ότι τα μέλη της ΕΕ που έχουν πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, κυρίως η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες, πρέπει να προχωρήσουν σε μέτρα τόνωσης της εγχώριας ζήτησης .
Οι ΗΠΑ επισημαίνουν ότι στη Γερμανία, η αύξηση της κατανάλωσης, των επενδύσεων και των κρατικών δαπανών πρέπει να υπερβαίνει το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ( ΑΕΠ). Στη Γερμανία, «η εγχώρια ζήτηση αυξήθηκε ταχύτερα από το ΑΕΠ μόνο τρεις φορές τα τελευταία δέκα χρόνια », αναφέρει το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών επισημαίνοντας ότι οι γερμανικές εισαγωγές μειώθηκαν κατά 1 %. «Η ισχυρότερη εγχώρια ζήτηση στις χώρες με πλεόνασμα θα βοηθήσει στη διευκόλυνση μιας βιώσιμης εξισορρόπησης στη ζώνη του ευρώ» σημειώνει το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ υπογραμμίζοντας ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει τον κίνδυνο αποπληθωρισμού.
Η έκθεση επισημαίνει επίσης ότι η Ιαπωνία θα πρέπει να ισορροπήσει την επίδραση των υψηλότερων φόρων σε καταναλωτικά προϊόντα από τα προσωρινά δημοσιονομικά μέτρα για τη στήριξη της ζήτησης.