Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς ξεκαθάρισε τη Δευτέρα – μετά τις τοποθετήσεις του Ταγίπ Ερντογάν – ότι η προσπάθεια της Σουηδίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ δεν πρέπει να συνδέεται με την καθυστέρηση στην αίτηση της Τουρκίας για ένταξη στην ΕΕ, αφού η Άγκυρα πρότεινε να συνδεθούν τα δύο ζητήματα.
«Η Σουηδία πληροί όλες τις προϋποθέσεις για ένταξη στο ΝΑΤΟ», δήλωσε ο Σολτς στους δημοσιογράφους στο Βερολίνο, κατά τη διάρκεια επίσκεψης του Αυστραλού πρωθυπουργού Αντονι Αλμπανίζι, ενόψει της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ αυτή την εβδομάδα. «Το άλλο ζήτημα (της Τουρκίας) δεν συνδέεται με αυτό (της Σουηδίας), δεν πρέπει να σχετίζονται μεταξύ τους».
«Ελπίζω ότι σύντομα η Σουηδία θα μπορέσει να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ. Αυτό εκλαμβάνω ως το θετικό μήνυμα από τα σχόλια του Τούρκου προέδρου», πρόσθεσε ο Σολτς, στέλνοντας το δικό του μήνυμα στον Ερντογάν.
Δεν έχει ανοίξει εδώ και καιρό νέο κεφάλαιο» λέει το Βερολίνο για το ενταξιακό της Τουρκίας
«H Τουρκία είναι υποψήφια προς ένταξη (στην Ευρωπαϊκή Ένωση), αλλά γνωρίζετε ότι στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων δεν έχει ανοίξει εδώ και καιρό κανένα νέο κεφάλαιο», δήλωσε νωρίτερα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Σεμπάστιαν Φίσερ, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τη θέση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για την ενδεχόμενη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.
Απαντώντας στην ίδια ερώτηση, η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Κριστιάνε Χόφμαν δήλωσε ότι κατανοεί το υπόβαθρο της ερώτησης, αλλά επισήμανε ότι η είδηση (σχετικά με τη διασύνδεση από τον πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν της συγκατάθεσής του για την για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ με την επανέναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της χώρας του στην ΕΕ) έγινε γνωστή μόλις πριν από λίγο και περιορίστηκε να αναφέρει ότι «συντάσσεται με την απάντηση» από τον εκπρόσωπο του υπουργείου Εξωτερικών.
Η Τουρκία υπέβαλε αίτημα ένταξης στην ΕΕ το 1987 και το 1999 ανακηρύχθηκε υποψήφια προς ένταξη χώρα. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν επισήμως το 2005, αλλά μετά «τη συνεχιζόμενη οπισθοδρόμηση σε θέματα δημοκρατίας, κράτους δικαίου και θεμελιωδών δικαιωμάτων», η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέστειλε τον Ιούνιο του 2018 τη διαδικασία.