Η Κίνα κλιμακώνει την εμπορική αντιπαράθεσή της με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), προσφεύγοντας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) μετά από την απόφαση της ΕΕ να επιβάλει επιπλέον δασμούς στις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων. Η κίνηση αυτή έρχεται ως αντίδραση στις κατηγορίες ότι το Πεκίνο παρέχει παράνομες επιδοτήσεις στις αυτοκινητοβιομηχανίες του, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητά τους στις διεθνείς αγορές.
Τον Ιούλιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε προσωρινούς δασμούς που μπορεί να φτάσουν έως και το 38% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, σε μια προσπάθεια να προστατεύσει την εγχώρια αυτοκινητοβιομηχανία από τον φθηνό κινεζικό ανταγωνισμό. Μέχρι τώρα, τα οχήματα αυτά φορολογούνταν στην ΕΕ με περίπου 10%, αλλά οι νέες προτάσεις επιβάλλουν σημαντικά υψηλότερους δασμούς. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει τέσσερις μήνες για να οριστικοποιήσει αυτήν την απόφαση, δίνοντας περιθώριο για διάλογο με την Κίνα μέχρι τον Νοέμβριο.
Το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου, ανακοινώνοντας την προσφυγή στον ΠΟΕ, κάλεσε την ΕΕ να «διορθώσει αμέσως τις κακές πρακτικές της», υποστηρίζοντας ότι οι νέοι δασμοί παραβιάζουν τους κανόνες του οργανισμού. Από την πλευρά της, η ΕΕ διατείνεται ότι οι δασμοί αυτοί είναι σύμφωνοι με το διεθνές εμπορικό δίκαιο και έχουν ως στόχο να περιορίσουν, αλλά όχι να αποκλείσουν, τις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων.
Η Κίνα, η οποία ξεπέρασε την Ιαπωνία ως ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αυτοκινήτων το 2023, επένδυσε νωρίς στις τεχνολογίες μπαταριών, αποκτώντας ηγετική θέση στην παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων. Στην ευρωπαϊκή αγορά, οι κινεζικές μάρκες έχουν αυξήσει σημαντικά το μερίδιό τους, από κάτω από 2% στα τέλη του 2021 σε σχεδόν 8% στα τέλη του 2023. Αυτή η αύξηση οφείλεται, μεταξύ άλλων, στις νέες περιβαλλοντικές πολιτικές της ΕΕ, οι οποίες προβλέπουν την πλήρη κατάργηση των κινητήρων βενζίνης και ντίζελ μέχρι το 2035, δίνοντας ώθηση στη ζήτηση για ηλεκτρικά οχήματα.