Μπορεί η Πολωνία να ήθελε μια βάση του ΝΑΤΟ στις ανατολικές της περιοχές, προκειμένου η συμμαχία να στείλει ένα μήνυμα αποφασιστικότητας προς τη Μόσχα, ωστόσο το αίτημα της δεν ικανοποιήθηκε, μεταδίδει η Deutsche Welle.
Στο Νιούπορτ της Ουαλίας, όπου έλαβε χώρα η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ, ο πολωνός πρόεδρος αρκέστηκε στην ανάθεση της επόμενης συνόδου της συμμαχίας. «Πρόκειται για ένα σημαντικό μήνυμα», σχολίασε ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Άντερς Φογκ Ράσμουσεν.
Αντί της μόνιμης στρατιωτικής παρουσίας στις χώρες-μέλη, η συμμαχία προτιμά μια βελτιωμένη εκδοχή της Δύναμης Ταχείας Αντιδράσεως (NATO Response Force, NRF). Η Δύναμη θα ενισχυθεί και θα είναι σε θέση μάχης σε 30 ημέρες.
Και η Γερμανία θα πρέπει να δραστηριοποιηθεί περισσότερο
Ταυτόχρονα, θα συγκροτηθεί μια διακριτή προς την NRF στρατιωτική δύναμη, η οποία θα είναι σε θέση να μεταφερθεί εντός 48 ωρών από τα παλαιότερα στα νεότερα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, δηλαδή στις χώρες της Βαλτικής, τη Ρουμανία και την Πολωνία.
Ασαφές παραμένει ποια θα είναι η συμμετοχή κάθε χώρας στην «αιχμή του δόρατος» των συμμαχικών δυνάμεων. Η Βρετανία είναι διατεθειμένη να συμβάλει με 3.500 στρατιώτες. Η Γερμανία θα αυξήσει τον αριθμό των στρατιωτών της στο πολωνικό στρατηγείο του ΝΑΤΟ από τους 200 στους 260 άνδρες. Όπως υποστηρίζει ο βρετανός στρατιωτικός αναλυτής Μάικλ Κλαρκ, η Γερμανία θα πρέπει να δραστηριοποιηθεί περισσότερο. «Η Γερμανία θα μπορούσε να συμμετάσχει σε στρατιωτικά γυμνάσια προκειμένου να αποκτήσει περισσότερη εξάσκηση στη μεταφορά γερμανών στρατιωτών στα σύνορα του ΝΑΤΟ, τα οποία έχουν σήμερα μεγαλύτερο μήκος σε σχέση με το ΝΑΤΟ των 16 μελών», επισημαίνει ο Μάικλ Κλαρκ.
Για να πεισθεί η Ρωσία θα πρέπει να «δει» άρματα μάχης
Ο βρετανός αναλυτής υπενθυμίζει ότι τα προηγούμενα χρόνια η Γερμανία προχώρησε στη μείωση του στρατού της και έστρεψε τη λειτουργία του σε ειδικές αποστολές, που δεν έχουν σχέση με την υπεράσπιση της χώρας. Αυτή η τάση θα πρέπει τώρα να ανακοπεί, τονίζει ο Μάικλ Κλαρκ, προσθέτοντας ότι για να πεισθεί η Ρωσία για την αξιοπιστία του ΝΑΤΟ θα πρέπει να «δει» άρματα μάχης και στρατιώτες και όχι προθέσεις με «εικονική» μεταφορά στρατευμάτων. «Η ρωσική ηγεσία έχει στραμμένη την προσοχή της στις χερσαίες δυνάμεις. Εξακολουθούν να αξιολογούν τη δύναμη κρούσης του αντιπάλου, με τον ίδιο τρόπο που το έκαναν τον προηγούμενο αιώνα, ενώ εμείς αξιολογούμε την ισχύ και με οικονομικούς αλλά και ψυχολογικούς όρους.
Το ζητούμενο για εμάς δεν είναι μόνο η πραγματική φυσική ισχύς. Με λίγα λόγια, μόνον όταν παρατάξουμε πραγματικές στρατιωτικές δυνάμεις, θα μας πάρουν στα σοβαρά οι Ρώσοι», υπογραμμίζει ο βρετανός αναλυτής.