«Απάντηση στον εθνικιστικό λόγο του Κρεμλίνου»
Σύσταση ομάδας ειδικών, με στόχο την συλλογή πληροφοριών και ειδήσεων ρωσικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, την αξιοποίησή τους και εν συνεχεία την κατάρτιση μιας «αντιπροπαγάνδας» προς χρήση εντός των χωρών με ρωσόφωνες μειονότητες, σχεδιάζει, σύμφωνα με δημοσίευμα της Le Monde, η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η σχετική απόφαση ελήφθη από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των «28», στις 19 και 20 Μαρτίου, στις Βρυξέλλες. Αλλά από τότε δεν δόθηκε μεγάλη έκταση, καθώς οι ηγέτες θέλουν να «παγώσουν» τη συζήτηση για τις κυρώσεις με δεδομένη τη μείωση των συγκρούσεων στην ανατολική Ουκρανία.
Η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ για τις διεθνείς υποθέσεις Φεντερίκα Μογκερίνι εξουσιοδοτήθηκε να παρουσιάσει ένα «στρατηγικό σχέδιο», που θα βοηθήσει να ξεχαστεί ότι στη σύνοδο του ερχόμενου Μαΐου στη Ρίγα μόνον τρεις και όχι έξι χώρες (η Ουκρανία, η Γεωργία και Μολδαβία) θα επιβεβαιώσουν την προσέγγισή τους με την Ε.Ε. Το σχέδιο θα επικυρωθεί στη συνέχεια στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου.
Σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, πρόκειται για μια «αντι-αφήγηση» με τη βοήθεια άρθρων, απόψεων, δεδομένων και μηνυμάτων, ακόμη και στη ρωσική γλώσσα. Το πρώτο βήμα αυτού του σχεδίου είναι η συγκρότηση μιας ομάδας επικοινωνίας. Το έργο της διπλωματικής υπηρεσίας θα συμπληρωθεί από το έργο ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου για τη Δημοκρατία, με στόχο την υποστήριξη των οπαδών της δημοκρατικής αλλαγής στις χώρες που συνορεύουν με την Ε.Ε.
Η ρωσική προπαγάνδα έχει ξεκινήσει εδώ και πολλούς μήνες, γράφει ο Ζαν Πιερ Στρουμπάντς στη Le Monde. Η ουκρανική κρίση, σε συνδυασμό με την πολιτική των κυρώσεων που ακολουθεί η Ε.Ε., έχει προκαλέσει σκλήρυνση του αντιδυτικού και εθνικιστικού λόγου του Κρεμλίνου. Καταφεύγοντας στη συνωμοσιολογία, ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλάντιμιρ Πούτιν έχει υποστηρίξει από τον περασμένο Σεπτέμβριο ότι η κρίση στην Ουκρανία προκλήθηκε και δημιουργήθηκε από ορισμένες δυτικές χώρες, με σκοπό να δοθεί λόγος ύπαρξης στο ΝΑΤΟ.
«Απάντηση στον εθνικιστικό λόγο του Κρεμλίνου»
Το περιβάλλον του κ. Πούτιν υποστήριξε ότι ο στόχος ήταν η απομόνωση της Ρωσίας, η οικονομική της ασφυξία και η ανατροπή του προέδρου της. Όσο για τους Ουκρανούς διαδηλωτές, αυτοί χαρακτηρίστηκαν από την αρχή «φασίστες» και «νεοναζί», όπως άλλωστε και οι υποστηρικτές τους. Η προσάρτηση της Κριμαίας, τέλος, συνέβαλε στο να ενισχυθεί ένα αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας και να χλευαστούν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, «μια δύναμη σε παρακμή».
Ανησυχώντας για την αντίδραση της ρωσικής κοινής γνώμης, που στηρίζει μαζικά τον κ. Πούτιν, τέσσερις χώρες (η Μ. Βρετανία, η Δανία, η Εσθονία και η Λιθουανία) επεξεργάστηκαν μια πρώτη απάντηση τον περασμένο Ιανουάριο. Το σχέδιο εκείνο προέβλεπε τη δημιουργία ρωσόφωνου καναλιού που θα αποτελούσε εναλλακτική λύση στα υπάρχοντα προγράμματα. Αλλά η ιδέα αυτή κρίθηκε ακριβή και αναποτελεσματική και δεν προχώρησε.
Η Λετονία, η οποία προεδρεύει αυτό το εξάμηνο της Ε.Ε., πρότεινε τον Φεβρουάριο ένα σχέδιο δράσης κατά της παραπληροφόρησης, με στόχο κυρίως τις χώρες που γειτονεύουν με τη Ρωσία. Η Γερμανία, η Πολωνία και η Σουηδία συμφώνησαν με την πρωτοβουλία, ενώ η Ουγγαρία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Ελλάδα και η Σλοβακία εξέφρασαν τις επιφυλάξεις τους. Οι χώρες αυτές υποστήριξαν ότι και μόνο η αναγγελία μιας τέτοιας πρωτοβουλίας σημαίνει ότι η Ρωσία έχει κερδίσει ήδη τη μάχη της ενημέρωσης. «Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι τα δικά μας μέσα ενημέρωσης είναι ανεξάρτητα», επισήμανε Ιταλός διπλωμάτης.