Ως ζήτημα ζωής και θανάτους για τους ηγέτες των μεγαλύτερων κομμάτων παρουσιάζονται από τον Τύπο οι βρετανικές βουλευτικές εκλογές της 7ης Μαΐου.
Ο συντηρητικός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον, ο σύμμαχός του στην κυβέρνηση συνασπισμού, ο Φιλελεύθερος Δημοκράτης Νικ Κλέγκ, ο ηγέτης των Εργατικών Εντ Μίλιμπαντ, ο επικεφαλής του ευρωσκεπτικιστικού Ukip Νάιτζελ Φάρατζ γνωρίζουν όλοι χωρίς εξαίρεση ότι κάθονται σε ηλεκτρική καρέκλα.
Καθώς έχει περάσει ο καιρός του δικομματισμού και της εναλλαγής Συντηρητικών- Εργατικών στην εξουσία, η μάχη δεν καταλήγει με έναν νικητή και έναν χαμένο.
«Σήμερα πολεμούν τέσσερις για την επιβίωσή τους», δήλωσε ο Στίβεν Φίλντινγκ, καθηγητής πολιτικής ιστορίας του πανεπιστημίου Νόττινχαμ.
Για να περιπλακεί περισσότερο η κατάσταση, πλέον δεν αρκεί να κερδίσει κάποιος, πρέπει να κερδίσει με διαφορά.
Το 2010 ο Ντέιβιντ Κάμερον έβαλε τέλος σε 13 χρόνια διακυβέρνησης των Εργατικών, χωρίς όμως να καταφέρει να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία. Γι’ αυτό σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες. Αποτέλεσμα: κάποιοι στην παράταξή του εκτίμησαν «ότι δεν κέρδισε», είπε ο Φίλντινγκ.
«Αν δεν επανεκλεγεί πρωθυπουργός, θα εγκαταλείψει την πολιτική», σχολιάζει ο Σάιμον Χιξ, πολιτειολόγος του London School of Economics (LSE).
Επίσης ενδέχεται να τον ωθήσουν βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα προς την έξοδο, αν δυσκολευθεί να σχηματίσει νέα κυβέρνηση συνασπισμού.
«Ο Κάμερον δεν είναι δημοφιλής στο εσωτερικό του κόμματός του (…) Δεν πιστεύω ότι θα είναι ασφαλής σε περίπτωση μιας νέας κακής απόδοσης», εκτίμησε ο Στίβεν Ινγλ, καθηγητής πολιτικών επιστημών του πανεπιστημίου Στέλινγκ.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός αποδυναμώθηκε όταν δήλωσε ότι δεν πρόκειται να επιδιώξει τρίτη θητεία, αναφερόμενος σε τρεις πιθανούς διαδόχους του στην προεδρία των Συντηρητικών, μεταξύ αυτών και ο νυν δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζονσον. Ο Τζόνσον δεν έπεισε κανέναν όταν δήλωσε ότι «έχω περισσότερες πιθανότητες να μεταμορφωθώ σε ελιά από το να γίνω πρωθυπουργός».
Ο Εντ Μίλιμπαντ ανέλαβε την προεδρία του Εργατικού Κόμματος έπειτα από μια μάχη με τον αδελφό του Ντέιβιντ. Έκτοτε η δημοτικότητά του εμφανίζεται μειωμένη σε σχέση με αυτή του κόμματός του, αν και καθώς πλησιάζουν οι εκλογές αυξάνεται.
«Θα φύγει (από την προεδρία), αν ηττηθεί έπειτα από πέντε χρόνια που εφαρμόζεται πολιτική λιτότητας» από τους Συντηρητικούς, εκτίμησε ο Χιξ. «Πιστεύω ότι η μεγάλη πλειονότητα των βουλευτών θα προτιμούσαν να έχουν να κάνουν με τον αδελφό του», πρόσθεσε.
Ο Νικ Κλεγκ, ο απροσδόκητος καταλύτης των προηγούμενων εκλογών που προτείνει μια μέση οδό μεταξύ «των συντηρητικών περικοπών» και «της υπερχρέωσης των Εργατικών», είδε τη δημοτικότητά του να καταρρέει στη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών.
Αν χάσει στην πόλη του, το Σέφιλντ, θα αναγκαστεί να αποχωρήσει από την προεδρία του κόμματος, επεσήμανε ο Τρόι Τράβερς του LSE.
«Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποχωρήσει, αν το κόμμα του σημειώσει ένα κακό αποτέλεσμα», είπε ο Ινγκλ.
Μετά τον θρίαμβο του στις ευρωεκλογές του 2014, ο Νάιτζελ Φάρατζ, επιθυμεί να εισβάλει και στο βρετανικό κοινοβούλιο. Παρόλα αυτά το 13% που εμφανίζεται να έχει το Ukip τρεις εβδομάδες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών, σημαίνει ότι πολύ λίγοι βουλευτές του κόμματος θα καταφέρουν να κερδίσουν την πολυπόθητη έδρα.
Σε περίπτωση που δεν καταφέρει να εκλεγεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Κεντ, όπου έχει βάλει υποψηφιότητα, ο Φάρατζ έχει δηλώσει ότι «θα πέσει η αυλαία για εμένα».
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η δημοσιογράφος των Times Ρέιτσελ Σιλβέστερ προβλέπει «ένα μεγάλο λουτρό αίματος» για τους πολιτικούς αρχηγούς. Η συνάδελφός της Άλις Τόμσον προβλέπει λακωνικά: «Ο Κάμερον στο νο10 της Ντάουνινγκ Στριτ (σ.σ. η διεύθυνση της πρωθυπουργικής κατοικίας), ο Μίλιμπαντ στο LSE, ο Φάρατζ σε μια παμπ».
Η μόνη που σίγουρα θα επιβιώσει στις εκλογές δεν είναι υποψήφια. Πρόκειται για τη Νικόλα Στάρτζον, την ηγέτιδα του Εθνικιστικού Κόμματος της Σκωτίας (SNP), η οποία σκοπεύει να συντρίψει τους Εργατικούς, αν δεν δεχθούν να συμμαχήσουν μαζί της. Ήδη τα μέσα ενημέρωσης την χαρακτηρίζουν «βασίλισσα της Σκωτίας» και «δημιουργό βασιλιάδων» στο Λονδίνο.