«Η Γερμανία δεν μπορεί να συνεχίσει για καιρό να υποδέχεται μόνη της αριθμό προσφύγων που πλησιάζει το 1 εκατομμύριο ετησίως. Η λύση είναι να μοιραστεί το βάρος και να δημιουργηθεί ένα πιο ορθολογικό σύστημα της ΕΕ.»
Την πρόταση της Γερμανίας για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού σχολιάζει σε άρθρο της η συντακτική ομάδα του Bloomberg.
Η Γερμανία κατασκευάζει νέες πολυκατοικίες και ανεφοδιάζει τις παλιές για να φιλοξενήσει ένα πρωτοφανές κύμα προσφύγων –αναμένονται 800.000 πρόσφυγες μόνο φέτος, νούμερο τετραπλάσιο σε σχέση με πέρυσι και μεγαλύτερο από το αντίστοιχο οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής χώρας. Πολυάριθμοι εθελοντές προσφέρονται να βοηθήσουν. Ως μία απάντηση στον ανθρώπινο πόνο, αυτό θα έπρεπε να γεννά εθνική υπερηφάνεια.
Ωστόσο, ο ρυθμός της εισροής προσφύγων στη Γερμανία είναι μεγαλύτερος από αυτό που μπορεί μια χώρα να διαχειριστεί για μεγάλο διάστημα. Το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Η Γερμανία αποτελεί, στην πραγματικότητα, τον τελικό προορισμό για ένα διογκούμενο κύμα μετανάστευσης προσφύγων που ξεκινούν τα ταξίδια τους από την εμπόλεμη Συρία, την Ερυθραία και αλλού, και τελικά περνούν το Αιγαίο Πέλαγος από την Τουρκία προς την Ελλάδα, ή τη Μεσόγειο από τη Λιβύη προς την Ιταλία. Η Ελλάδα και η Ιταλία, σύμφωνα με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υποτίθεται ότι πρέπει να καταχωρούν όλους όσους φτάνουν και να τους φιλοξενούν κατά τν περίοδο επεξεργασίας των αιτήσεων χορήγησης ασύλου. Στην πράξη, απλώς μεταδίδουν το προσφυγικό κύμα.
Και ενώ οι περισσότεροι Γερμανοί είναι φιλόξενοι προς όσους φτάνουν στη χώρα τους, δεν είναι όλοι. Ακροδεξιοί εξτρεμιστές έχουν πραγματοποιήσει επιθέσεις σε κέντρα προσφύγων (173 κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους), βάζοντας πολλές φορές . Την προηγούμενη Τρίτη, η Καγκελάριος Angela Merkel καταδίκασε απερίφραστα τις πρόσφατες ταραχές έξω από ένα κέντρο προσφύγων στο Heidenau ως “ντροπή”, αλλά αναμένονται περισσότερες τέτοιες διαδηλώσεις.
Υπάρχουν πολλές κακές ιδέες στην Ευρώπη για το πώς πρέπει να αντιδράσει στην κρίση. Η Ουγγαρία κατασκευάζει έναν φράχτη κατά μήκος των συνόρων της με τη Σερβία για να εμποδίσει τους πρόσφυγες να περάσουν μέσα από τη χώρα, ερχόμενοι από την Ελλάδα. Η Σλοβακία έχει δηλώσει ότι θα δεχτεί μόνο τους Χριστιανούς. Και το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία θέλει να τερματίσει τη συνθήκη Σένγκεν. Η Σένγκεν αξίζει να μπει στο τραπέζι του διαλόγου, αλλά η αναγέννηση των σκληρών συνόρων από το μηδέν θα οδηγήσει σε περισσότερους καταυλισμούς στα σύνορα, όπως αυτός στο Καλέ της Γαλλίας, όπου χιλιάδες πρόσφυγες προσπαθούν να γλιστρήσουν προς τη Βρετανία που βρίσκεται εκτός Σένγκεν.
Η Γερμανία έχει μια καλύτερη ιδέα –στην πραγματικότητα 10 από αυτές, περιλαμβάνονται σε πρόσφατη πρότασή της προς την Ευρώπη. Περιλαμβάνουν τη χορήγηση κοινής χρηματοδότησης που θα βοηθήσει την Ιταλία και την Ελλάδα να αντιμετωπίσουν την εισροή προσφύγων, μια πιο ισχυρή προσπάθεια ανακατανομής (μια μέτρια προσπάθεια φέτος απέτυχε), καθώς και ένα σύστημα εμφάνισης για να κατατάσσει τους πρόσφυγες με βάση τις χώρες προέλευσης ως ασφαλείς ή μη ασφαλείς. Στο πλαίσιο αυτού του τελευταίου μηχανισμού, οι αιτούντες άσυλο από φτωχά, αλλά ήσυχα έθνη, όπως η Αλβανία θα επέστρεφαν σύντομα στο σπίτι, ενώ εκείνοι από τις ζώνες καταστροφής, όπως η Συρία θα έβρισκαν καταφύγιο στην Ευρώπη με διαδικασία fast-track.
Η ΕΕ χρειάζεται επίσης ένα σημαντικό πρόγραμμα επανεγκατάστασης των προσφύγων. Το σχέδιο που συμφωνήθηκε για το φετινό καλοκαίρι θα διαχειριζόταν μόνο 22.000 άτομα –αριθμός που σε καμία περίπτωση δεν πλησιάζει αυτό που ενδεχομένως θα ενθάρρυνε τις εκατοντάδες χιλιάδες που κάνουν τώρα επικίνδυνο ταξίδι προς την Ευρώπη να περιμένουν και να υποβάλουν αίτηση για άσυλο, όπου και αν βρίσκονται. Ο αριθμός των νεκρών μεταξύ των προσφύγων που διασχίζουν τη Μεσόγειο μέχρι στιγμής φέτος είναι τουλάχιστον 1.900.
Η ΕΕ, με την υπογεννητικότητα και έναν συνολικό πληθυσμό περίπου 500 εκατομμυρίων, μπορεί να απορροφήσει εύκολα ακόμη και αυτούς που αιτούνται άσυλο φέτος. Ωστόσο, η Γερμανία δεν μπορεί να συνεχίσει για καιρό να υποδέχεται μόνη της αριθμό προσφύγων που πλησιάζει το 1 εκατομμύριο ετησίως. Η λύση είναι να μοιραστεί το βάρος και να δημιουργηθεί ένα πιο ορθολογικό σύστημα της ΕΕ.