Τέσσερις τράπεζες διέσωσε το πορτογαλικό δημόσιο την τελευταία δεκαετία
12 δισ. ευρώ στοίχισε μέχρι στιγμής στο πορτογαλικό δημόσιο η διάσωση των τραπεζών. Η εποπτική αρχή γνώριζε για την προβληματική διαχείριση αλλά και τις κατηγορίες για φορολογικές απάτες, χωρίς ωστόσο να παρέμβει.
Συνολικά τέσσερις τράπεζες αναγκάστηκε να διασώσει το πορτογαλικό δημόσιο την τελευταία δεκαετία, όπως γράφει η Deutsche Welle. Πιο πρόσφατη ήταν η σωτηρία της BΑNIF με κόστος περίπου 3 δισεκατομμύρια ευρώ. Η τράπεζα είχε χορηγήσει πλήθος δάνεια χωρίς να διασφαλίσει εγγυήσεις, ενώ παράλληλα κατηγορείται και για κερδοσκοπία. Ο καθηγητής Οικονομικών Φρανσίσκο Λούσια από το Πανεπιστήμιο Λισαβόνας ISEG θεωρεί ότι η υπόθεση της τράπεζας BANIF μοιάζει με πολλές άλλες πορτογαλικών τραπεζών: «Όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες -και οι πορτογαλικές- ήταν πριν την κρίση επιπόλαιες και υιοθέτησαν κερδοσκοπική τακτική».
Παρά το γεγονός ότι πολλά πήγαιναν στραβά στις εν λόγω τράπεζες, δεν υπήρχε προφανώς έλεγχος. Η Τράπεζα της Πορτογαλίας, που εποπτεύει τις τράπεζες της χώρας, απέτυχε, εκτιμά ο πορτογάλος καθηγητής και αναφέρει το παράδειγμα της τράπεζας BPN, η οποία βρέθηκε αναμεμειγμένη ακόμα σε υποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος και φορολογικής απάτης. Η χρεοκοπία της το 2008 στοίχισε το πορτογαλικό δημόσιο περίπου πέντε δισεκατομμύρια ευρώ. Ο σήμερα αντιπρόεδρος της ΕΚΤ και τότε διοικητής της Τράπεζας της Πορτογαλίας υποστηρίζει ότι τότε δεν υπήρχε κανένας λόγος να παρέμβει.
Παράλληλα ο καθηγητής Λούσια επικρίνει τις υπερβολικά στενές σχέσεις πολιτικής και οικονομίας, που έχουν παράδοση στην Πορτογαλία: «Οι τραπεζίτες περνούν στην πολιτική και οι πολιτικοί στις τράπεζες, χωρίς να κάνει κάτι κανείς για αυτό». Παρά το γεγονός ότι υπήρχαν ενδείξεις, η Τράπεζα της Πορτογαλίας δεν πήρε στην ουσία κανένα μέτρο και έτσι το πορτογαλικό δημόσιο επωμίστηκε το 2014 το κόστος για τη διάσωση της Espirito Santο καταβάλλοντας περίπου τέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ.
Η εποπτική αρχή, δηλαδή η Τράπεζα της Πορτογαλίας, αποτελεί μέρος του προβλήματος, λέει ο πορτογάλος καθηγητής, μιας και δίνει υπερβολικά μεγάλες ελευθερίες στις τράπεζες. Πρόκειται για ένα πρόβλημα νοοτροπίας, προσθέτει ο Φρανσίσκο Λούσια: «Η Τράπεζα της Πορτογαλίας θα μπορούσε, αν ήθελε, να αντικαταστήσει την ηγεσία μιας ιδιωτικής τράπεζας. Προφανώς όμως δεν το επεδίωξε ποτέ».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι τραπεζίτες που θεωρούν ότι οι τράπεζες θα έπρεπε να διαθέτουν ανεξάρτητο επενδυτικό τμήμα. Όμως ούτε οι τράπεζες ούτε οι πολιτικοί της χώρας είχαν συμφέρον από μια τέτοια απόφαση. Καλές σχέσεις σημαίνουν επωφελή… συνεργασία και για τις δύο πλευρές. Παράδειγμα η τράπεζα BPN, η οποία πούλησε στον μετέπειτα πρόεδρο της χώρας Καβάκο Σίλβα σε καλή τιμή προνομιούχες μετοχές, την εποχή που δεν κατείχε πολιτικό αξίωμα. Λίγο αργότερο ο πορτογάλος πολιτικός πούλησε τις μετοχές με σημαντικό κέρδος.
Ας σημειωθεί ότι τίμημα που πληρώνει ακόμα και σήμερα το πορτογαλικό δημόσιο για τη διάσωση των τραπεζών δεν αποκλείεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο στο μέλλον, μιας και το κράτος έχει αναλάβει εγγυήσεις για τις προβληματικές τράπεζες, που ξεπερνούν τα 30 δισεκατομμύρια ευρώ. Σε περίπτωση λοιπόν που χρειαστεί οι πορτογάλοι φορολογούμενοι θα βάλουν για μια ακόμα φορά το χέρι στην τσέπη.