Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Στίβεν Ο’ Μπράιεν, αρμόδιος για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις, απαίτησε η συριακή κυβέρνηση και οι αντάρτες να πάψουν να εμποδίζουν τη διανομή τροφίμων και φαρμάκων στους αμάχους οι οποίοι βρίσκονται παγιδευμένοι σε πολιορκημένες και δυσπρόσιτες περιοχές στην σπαρασσόμενη από τον πόλεμο Συρία.
«Το γεγονός ότι η πολιορκία και η λιμοκτονία συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται σαν όπλο πολέμου είναι κατακριτέο», υπογράμμισε ο Ο’ Μπράιεν μιλώντας ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας.
«Με βάση τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, εκτιμάμε τώρα ότι κάπου 592.700 άνθρωποι ζουν σε περιοχές οι οποίες πολιορκούνται», συνέχισε ο ίδιος, σημειώνοντας πως οι περισσότεροι ζουν σε περιοχές πολιορκημένες από τις κυβερνητικές δυνάμεις. Στον αριθμό αυτό προστέθηκαν το τελευταίο διάστημα ακόμη 75.000 άνθρωποι, εξήγησε ο Ο’ Μπράιεν.
Από αυτούς τους 592.700 άμαχους, οι 452.700 βρίσκονται σε περιοχές που πολιορκεί ο συριακός στρατός, ιδίως προάστια της Δαμασκού, 110.000 ζουν σε περιοχές που πολιορκούν οι τζιχαντιστές της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος, κυρίως στη Ντέιρ Εζόρ, 20.000 σε περιοχές που πολιορκεί η οργάνωση Μέτωπο Υποστήριξης και άλλες οργανώσεις στη Φούα και στην Κεφράγια, στην επαρχία Ιντλίμπ, και ακόμη 10.000 σε περιοχές που πολιορκούνται από τις κυβερνητικές δυνάμεις και ένοπλες οργανώσεις στον παλαιστινιακό καταυλισμό Γιάρμουκ, στην επαρχία της Δαμασκού.
«Οι αριθμοί αυτοί είναι προκαλούν σοκ», τόνισε ο Ο’ Μπράιεν, «καθώς δείχνουν την σαφή επιδείνωση της κατάστασης των αμάχων παρότι έχει τεθεί σε εφαρμογή η παύση των εχθροπραξιών» στη Συρία από τα τέλη Φεβρουαρίου.
Ο πόλεμος στη Συρία, ο οποίος διαρκεί πέντε χρόνια, έχει στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 250.000 ανθρώπους. Εκατομμύρια άλλοι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και πολλοί είναι πλέον πρόσφυγες σε κράτη του εξωτερικού.
Σύμφωνα με τον Ο’ Μπράιεν, η συριακή κυβέρνηση όπως και οι οργανώσεις των ανταρτών που πολεμούν εναντίον της και ανάμεσά τους παρεμβαίνουν και εμποδίζουν εκ προθέσεως τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας.
Ο ίδιος εξέφρασε την έντονη διαμαρτυρία του για το γεγονός ότι ο ΟΗΕ είχε ζητήσει την έγκριση της Δαμασκού για να στείλει οχηματοπομπές με βοήθεια σε 35 πολιορκημένες και δυσπρόσιτες περιοχές της Συρίας τον Μάιο, αλλά η κυβέρνηση ενέκρινε πλήρη πρόσβαση σε μόλις 14 και περιορισμένη πρόσβαση σε άλλες οκτώ.
Κατά τον Ο’ Μπράιεν, επίσης, οι αντιμαχόμενοι συνεχίζουν να κλέβουν κρίσιμης σημασίας ιατροφαρμακευτικά εφόδια από τις αυτοκινητοπομπές που μεταφέρουν βοήθεια.
«Η κλοπή φαρμάκων που μπορούν να σώσουν ζωές και ιατρικών προμηθειών όπως κιτ χειρουργικής, μαιευτικής και εκτάκτου ανάγκης συνεχίζεται αμείωτη» και συνολικά έχουν κλαπεί «150.000 (τέτοια πακέτα) από τις αρχές του χρόνου», επισήμανε ο αναπληρωτής ΓΓ του ΟΗΕ. Από τον Φεβρουάριο του 2014 έχουν κλαπεί 650.000 τέτοια πακέτα από τις αυτοκινητοπομπές των οργανώσεων αρωγής, συνέχισε ο ίδιος.
Ο Σύρος πρεσβευτής στα Ηνωμένα Έθνη αμφισβήτησε την ακρίβεια των ισχυρισμών του Ο’ Μπράιεν κι επέμεινε ότι τη βία εναντίον των αμάχων στη Συρία ασκείται κατά κύριο λόγο από τα μέλη των οργανώσεων Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) και Μέτωπο Υποστήριξης (Τζαμπχάτ αλ Νούσρα, ο βραχίονας της αλ Κάιντα στη Συρία).
Ο Μπασάρ αλ Τζααφάρι είπε ακόμη ότι η Δαμασκός έδωσε άδεια σε 19 αυτοκινητοπομπές από τις 26 για τις οποίες υπέβαλε σχετικά αιτήματα ο ΟΗΕ τον Μάιο, αλλά στην πραγματικότητα μόλις τρεις έφθασαν στους προορισμούς τους. «Το ζήτημα της ανθρωπιστικής πρόσβασης αποτελεί αντικείμενο χειραγώγησης», υποστήριξε ο Σύρος πρεσβευτής και πρόσθεσε ότι οι αριθμοί που έδωσε ο Ο’ Μπράιεν «απέχουν πολύ από την πραγματικότητα» και «βασίζονται σε ελάχιστα αξιόπιστες πηγές».
Ο Ο’ Μπράιεν ανταπάντησε πως επιμένει σε όσα είπε.
Η βελτίωση της πρόσβασης των ανθρωπιστικών οργανώσεων είναι ένας από τους όρους που έχει θέσει η συριακή αντιπολίτευση για να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Δαμασκό που διεξάγονται στη Γενεύη υπό την αιγίδα των ΗΕ.
Ο διαμεσολαβητής του Οργανισμού Στάφαν ντε Μιστούρα ανακοίνωσε προχθές Πέμπτη ότι δεν αναμένει οι συνομιλίες να επαναληφθούν πριν περάσουν τουλάχιστον δύο ή τρεις εβδομάδες.