Επίθεση κατά ΕΕ – Γερμανίας
Δριμεία επίθεση κατά ΕΕ και Γερμανίας εξαπέλυσε ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με αφορμή το προσφυγικό και την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, ενώ παράλληλα υπεραμύνθηκε των απολύσεων δεκάδων χιλιάδων δημόσιων λειτουργών και υποστήριξε ότι η επαναφορά της θανατικής ποινής θα αποτελέσει απόφαση του τουρκικού λαού και όχι του ιδίου, καθώς, όπως είπε, δεν είναι βασιλιάς για να αποφασίζει μόνος του.
«Η απόπειρα πραξικοπήματος ήταν το πιο κρίσιμο σημείο της πολιτικής μου ζωής» δήλωσε ο κ. Ερντογάν σε συνέντευξή του στο πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης ARD, η οποία δόθηκε στο προεδρικό παλάτι, στην Άγκυρα.
«Εκφράζω τη λύπη μου για την επίθεση εναντίον του λαού. Μια τέτοια κατάσταση δεν είχε ξαναζήσει το παλάτι» πρόσθεσε και χαρακτήρισε τον αντίπαλό του, ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν ο οποίος ζει στις ΗΠΑ, «τρομοκράτη». Αιτιολόγησε δε την άμεση αντίδραση της κυβέρνησης λέγοντας ότι υπάρχει μια οργάνωση που πρέπει να αντιμετωπιστεί σοβαρά και ότι η ταυτότητα των μελών της είναι γνωστή.
«Επειδή ήταν γνωστοί, μπορούσαμε και να αντιδράσουμε γρήγορα. Εναντίον του Γκιουλέν αντέδρασε το κράτος» ισχυρίστηκε ο τούρκος πρόεδρος και, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με ενδεχόμενη παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που έχει κηρυχθεί για τρεις μήνες, διευκρίνισε ότι αυτό εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα εξομαλυνθεί η κατάσταση.
«Πρέπει να δούμε. Αν υπάρξει εξομάλυνση, δεν χρειαζόμαστε άλλους τρεις μήνες» δήλωσε, ενώ όταν ρωτήθηκε τι σημαίνει για το μέλλον της χώρας του το γεγονός ότι μετά την απόπειρα πραξικοπήματος έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα περισσότεροι από 45.000 δημόσιοι λειτουργοί, ενώ 21.000 δάσκαλοι σε ιδιωτικά σχολεία έχουν χάσει την άδειά τους, ο κ. Ερντογάν απέρριψε την υπόθεση ότι η κατάσταση απειλεί το μέλλον της Τουρκίας.
«Το υπουργείο Παιδείας θα διορίσει σύντομα 20.000-30.000 δασκάλους» εξήγησε, απορρίπτοντας και τις εκτιμήσεις για οικονομική κρίση, τονίζοντας ότι η Τουρκία είναι σε καλύτερη κατάσταση από τις περισσότερες χώρες της ΕΕ.
Κληθείς να απαντήσει εάν σκοπεύει να επαναφέρει τη θανατική ποινή, ο κ. Ερντογάν επισήμανε ότι μόνο στην Ευρώπη έχει καταργηθεί και ότι υπάρχει σχεδόν παντού στον κόσμο. Τόνισε ωστόσο ότι ο ίδιος δεν έχει τη δικαιοδοσία να την επαναφέρει. «Δεν είμαι βασιλιάς, είμαι μόνο ένας πρόεδρος. Η Τουρκία δεν είναι βασίλειο. Έχουμε ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου και ένα τέτοιο κράτος πρέπει να ακούει τις επιταγές του λαού. Το να είναι κανείς ένας ισχυρός πρόεδρος δεν σημαίνει ότι δρα εναντίον του συντάγματος» είπε, επαναλαμβάνοντας ότι ο λαός θέλει την επαναφορά της ποινής του θανάτου και για αυτό θα πρέπει να αποφασίσει η Βουλή.
Αναφερόμενος στην προσφυγική κρίση και στην συμφωνία με την ΕΕ, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υποστήριξε ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν είναι ειλικρινείς, καθώς έχουν δώσει υποσχέσεις τις οποίες δεν τηρούν. Η Τουρκία, συνέχισε, έχει δαπανήσει περίπου 12 δισ. δολάρια για τα τρία εκατομμύρια προσφύγων που φιλοξενεί, ενώ δεν έχει λάβει σχεδόν καμία βοήθεια από την ΕΕ, παρά μόνο συμβολικά ποσά, 1-2 δισεκατομμύρια, ενώ του έχουν υποσχεθεί τρία δισεκατομμύρια ευρώ.
«Εμείς τηρούμε τις υποσχέσεις μας. Αλλά έχουν τηρήσει τις υποσχέσεις τους οι Ευρωπαίοι;», διερωτήθηκε ο Τούρκος πρόεδρος και ζήτησε εκ νέου την απελευθέρωση της βίζας για τους Τούρκους.
Όταν ερωτήθηκε από ποιόν περιμένει τη χρηματοδότηση, επισημαίνει ότι πρόκειται για υποχρέωση που έχει αναλάβει συνολικά η ΕΕ, και αναφέρει: «Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίση. Ήδη υπήρξε μια στήριξη 400 εκατομμυρίων. Ποιος τα πήρε; Το ελληνικό κράτος. Εμείς δεν θέλουμε αυτή τη βοήθεια για το δικό μας κράτος, αλλά για τους πρόσφυγες οι οποίοι ζουν στην Τουρκία. Και δεν έχουμε πρόβλημα με το αν μας έδωσαν ή όχι αυτά τα χρήματα. Εμείς θα συνεχίσουμε να φροντίζουμε τους Σύρους και τους Ιρακινούς πρόσφυγες» υπογράμμισε και έκανε λόγο για ηθικό ζήτημα των Ευρωπαίων που κλείνουν τα σύνορά τους, διερωτώμενος τι θα συνέβαινε αν η Τουρκία επέτρεπε να φύγουν οι πρόσφυγες που φιλοξενεί.
Σε ό,τι αφορά τις πρόσφατες επιθέσεις στην Γερμανία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε τη συμπαράστασή του στον γερμανικό λαό, κατηγόρησε ωστόσο την Γερμανία ότι δεν κάνει κάτι εναντίον της τρομοκρατίας και ανέφερε ενδεικτικά ότι το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ) αφήνεται να κινείται ελεύθερα. Ο ίδιος, είπε, έχει παραδώσει στην καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ 4.000 αρχεία με ονόματα.
«Αυτοί οι άνθρωποι ζουν σήμερα στο Βέλγιο, στη Γαλλία και στην Ολλανδία. Μεταφέρουμε τις πληροφορίες, αλλά αν δεν αγωνιστούμε από κοινού, τότε θα έχουν προβλήματα η Γερμανία και άλλες χώρες» πρόσθεσε και εξέφρασε την έντονη αντίρρησή του για την χρήση του όρου «ισλαμιστική τρομοκρατία», καθώς, όπως εκτιμά, παραπέμπει σε υποθέσεις ότι όλοι οι μουσουλμάνοι είναι τρομοκράτες, ενώ κανείς δεν μιλάει π.χ. για «χριστιανική τρομοκρατία».