Την ικανοποίησή τους για την υπογραφή του συμφώνου ελεύθερου εμπορίου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Καναδά (CETA) εξέφρασαν σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και ο Καναδός πρωθυπουργό, Τζάστιν Τριντό.
Η υπογραφή της CETA σηματοδοτεί ένας «τέλος» στη μακρά πορεία διαπραγματεύσεων, η οποία ξεκίνησε το 2009. Η σημερινή εξέλιξη επιτρέπει στις δύο πλευρές τη σταδιακή εφαρμογή του συμφώνου από τις αρχές του 2017.
Την άποψη ότι «οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου και η παγκοσμιοποίηση έχουν προστατέψει εκατομμύρια ανθρώπους από την πείνα, τη φτώχεια και τις συγκρούσεις» εξέφρασε ο Ντόναλντ Τουσκσυμπληρώνοντας πως «λίγοι όμως το ξέρουν». Τόνισε, παράλληλα, ότι τα τελευταία γεγονότα που καθυστέρησαν την υπογραφή της συμφωνίας έδειξαν πόσο «σημαντικές» είναι σήμερα οι «εντυπώσεις» και τα «συναισθήματα» στην πολιτική.
«Τα γεγονότα και οι αριθμοί δεν αρκούν» υπογράμμισε ο κ. Τουσκ, σημειώνοντας ότι και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού οι πολιτικοί έρχονται αντιμέτωποι με τη μεγάλη πρόκληση της «πραγματικότητας που δεν βασίζεται στα γεγονότα» και της «πολιτικής που ξεπερνάει την αλήθεια».
Ο κ. Γιουνκέρ αναφέρθηκε στο ρόλο που έπαιξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να επιτευχθεί ένα θετικό αποτέλεσμα στις διαπραγματεύσεις με το Βέλγιο και ευχαρίστησε την καναδική πλευρά για την «υπομονή» της. Σχετικά με τις αντιδράσεις που υπάρχουν κατά των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου, ο πρόεδρος της Επιτροπής υπεραμύνθηκε των επιλογών της Ε.Ε., σημειώνοντας ότι δεν «έχει γίνει καμία υποχώρηση» από την πλευρά της Ευρώπης. «Δεν επικρίνω αυτούς που μας επικρίνουν. Τους ακούω και καλό θα ήταν να ακούν και αυτοί τι λένε κάποιοι άλλοι» ανέφερε ο κ. Γιούνκερ, δηλώνοντας «ενοχλημένος» που μπορούν κάποιοι να σκέφτονται ότι «η Ευρώπη θα θυσίαζε τα δικαιώματα των εργαζομένων στον βωμό αυτής της συμφωνίας».
Ο Καναδός πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό έκανε λόγο για μια «ιστορική» συμφωνία που είναι επωφελής για όλους. Ερωτηθείς σχετικά με την αναβολή της Συνόδου Κορυφής Ε.Ε.- Καναδά, λόγω των βελγικών αντιδράσεων, ανέφερε ότι μέσα από αυτή τη διαδικασία έγινε αντιληπτός o τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η Ε.Ε.. «Είχαμε προγραμματίσει να υπογράψουμε αυτήν τη συμφωνία πριν από τρεις ημέρες, την υπογράφουμε σήμερα», δήλωσε ο πρωθυπουργός του Καναδά. «Αυτό δεν κάνει τεράστια διαφορά στο θετικό οικονομικό αντίκτυπο που θα έχει για δεκαετίες γι’ όλους τους πολίτες μας», κατέληξε.
Τι προβλέπει η CETA
Η Ε.Ε. υποστηρίζει ότι η CETA θα καταργήσει το 99% των εμπορικών δασμών και θα συμβάλλει στην τόνωση των εμπορικών σχέσεων με τον Καναδά κατά 12 δισ. ευρώ ετησίως, συντελώντας στη δημιουργία πρόσθετων θέσεων εργασίας.
Στον αντίποδα, οι πολέμιοι της συμφωνίας ισχυρίζονται ότι η CETA παραχωρεί σημαντικά προνόμια στις μεγάλες εταιρείες, οι οποίες θα δύνανται να ανατρέπουν νομικές αποφάσεις των 28 κρατών – μελών της Ε.Ε. Ειδική μνεία γίνεται και στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως και στην ποιότητα των τροφίμων.
Η επόμενη φάση
Η συνθήκη θα πρέπει τώρα να επικυρωθεί από το ευρωπαϊκό και το καναδικό Κοινοβούλιο προτού τεθεί σε προσωρινή και μερική εφαρμογή. Στη συνέχεια ακολουθεί η υποχρεωτική επικύρωση της συνθήκες από τα εθνικά και περιφερειακά κοινοβούλια των κρατών-μελών της ώστε να καταστεί οριστική. Ένα έργο που προμηνύεται δύσκολο, όπως σημειώνει το Γαλλικό Πρακτορείο.
«Η μεγάλη πλειονότητα των ευρωπαϊκών λαών τάσσεται υπέρ των ελεύθερων ανταλλαγών», εκτίμησε η Ευρωπαία Επίτροπος Εμπορίου Σεσίλια Μάλστρεμ. «Πρέπει να δεσμευθούμε από την αρχή με τους πολίτες για να εξηγήσουμε, να ακούσουμε τις ανησυχίες τους, να τους οδηγήσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να διασφαλίσουμε ότι υπάρχει μεγαλύτερη διαφάνεια και εμπλοκή», παραδέχθηκε ωστόσο.
Μπορεί να «ορίσει τον δρόμο που θα ακολουθήσουμε στις εμπορικές συμφωνίες στο μέλλον», είπε ο ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας, Ρόμπερτ Φίτσο, καθώς μια άλλη διατλαντική συμφωνία, πολύ πιο φιλόδοξη αλλά ακόμη περισσότερο αμφισβητούμενη, η TTIP (ή Tafta) βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.