Η ΕΕ χρειάζεται νέο προϋπολογισμό για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της νέας εποχής, τονίζει ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Μόντι, σε συνέντευξή του στο Reuters.
Ο Μόντι, που ήταν Επίτροπος της ΕΕ από το 1994 έως το 2004, προεδρεύει ενός συμβουλευτικού οργάνου της ΕΕ για την μεταρρύθμιση του κοινού προϋπολογισμού, το οποίο θα καταθέσει την τελική του έκθεση στην Κομισιόν αυτή την εβδομάδα.
Στη συνέντευξή του ο Μάριο Μόντι δήλωσε ότι χρειάζεται ένας διαφορετικός προϋπολογισμός διότι η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με τα ζητήματα της μετανάστευσης και της ασφάλειας. Προειδοποίησε μάλιστα ότι η αλλαγή δεν θα είναι εύκολο να επιτευχθεί αλλά ίσως αυτό επισπευστεί από την προοπτική μειωμένη στήριξης σε θέματα ασφάλειας από τον βασικό σύμμαχο της ΕΕ, τις ΗΠΑ. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει υπαινιχθεί ότι υπάρχει η πιθανότητα η Ουάσινγκτον να μειώσει τη συμμετοχή της στην άμυνα της ΕΕ.
«Ο Τραμπ είναι ένας απρόσμενος εξωτερικός παράγοντας που θα επισπεύσει συγκεκριμένες σκέψεις ιδιαίτερα σε θέματα ασφάλειας», δήλωσε ο Μόντι.
Η έκθεση του Μόντι προτείνει ότι η ΕΕ θα πρέπει να χρηματοδοτείται κυρίως με άμεσα έσοδα, τα οποία τώρα αντιστοιχούν στο 10% περίπου του προϋπολογισμού της, αντί με έμμεσες μεταβιβάσεις από τις εθνικές κυβερνήσεις που συχνά αποτελούν αιτία διαφωνίας μεταξύ των κρατών-μελών.
Οι πόροι θα μπορούσαν να προέλθουν από ένα μέρος των εθνικών φόρων και των δασμών στην ηλεκτρική ενέργεια, τα καύσιμα, τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές ή «άλλα έσοδα που προέρχονται από τις πολιτικές της ΕΕ», ανέφερε η έκθεση.
Ο Μόντι τόνισε ότι η μεταρρύθμιση δεν θα «αυξήσει το μέγεθος του προϋπολογισμού ούτε τη φορολογική πίεση στους πολίτες και τις κυβερνήσεις της ΕΕ», διότι τα υψηλότερα έσοδα από φόρους θα αντισταθμιστούν από χαμηλότερες μεταβιβάσεις από τα κράτη-μέλη.
Ο τρέχων προϋπολογισμός της ΕΕ, που ανέρχεται περίπου στο ένα τρισεκατομμύριο ευρώ, αφορά την περίοδο 2014 με 2020. Είναι πιθανόν να μειωθεί μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ.
Ο Μόντι είπε ότι το Brexit προσφέρει μια ευκαιρία για μια πιο φιλόδοξη μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού καθώς θα απαλλάξει την ένωση από την παραδοσιακή απροθυμία της Βρετανίας να αντιμετωπιστεί το θέμα αυτό και θα εξαλείψει το «δυσεπίλυτο πρόβλημα» των βρετανικών επιστροφών, βάσει του οποίου το Λονδίνο καταλήγει να συνεισφέρει λιγότερα στον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Ωστόσο, αναγνώρισε ότι άλλες χώρες θα αντιταχθούν στις μεταρρυθμίσεις. Η όποια αλλαγή σε θέματα φόρων και χρηματοδότησης απαιτεί την στήριξη όλων των κρατών-μελών. Η Κομισιόν αναμένεται να ξεκινήσει φέτος τις συνομιλίες για ένα αναμορφωμένο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό για την περίοδο μετά το 2020.