Οριακή νίκη του «ναι» στο δημοψήφισμα
Με οριακό προβάδισμα επικράτησε το «ναι» στο χθεσινό τουρκικό δημοψήφισμα για την αλλαγή του πολιτεύματος από προεδρευόμενη κοινοβουλευτική σε προεδρική δημοκρατία. Ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κέρδισε μεν το αποτέλεσμα που επιθυμούσε, όχι όμως την ηχηρή νίκη που αναζητούσε, καθώς, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, το «ναι» δεν έλαβε την Κυριακή παρά το 51,4%, με καταμετρημένο το 99,9% των ψηφοδελτίων.
Ο επικεφαλής της Ανώτατης Εκλογικής Επιτροπής (YSK) επιβεβαίωσε πάντως τη νίκη του «ναι», διευκρινίζοντας ότι υπερβαίνει το «όχι» κατά περίπου 1,25 εκατ. ψήφους, ενώ απέμεναν να καταμετρηθούν 600.000 ψηφοδέλτια.
«Ελάχιστος θρίαμβος» για την El Pais στην Ισπανία, «Ο Ερντογάν κέρδισε παρά τρίχα» για την Repubblica στη Ρώμη. «Οριακή νίκη» για τους New York Times, «Ο Ερντογάν διεκδικεί μια οριακή νίκη» σύμφωνα με τη Le Figaro στη Γαλλία: οι τίτλοι του παγκόσμιου Τύπου είναι συνολικά αυστηροί με τον αρχηγό του τουρκικού κράτους στις ψηφιακές εκδόσεις τους, με την Die Welt στη Γερμανία να μιλάει μάλιστα για μια νίκη που ισοδυναμεί με «ήττα».
Συνολικά περίπου 55,3 εκατ. Τούρκοι καλούνταν να ψηφίσουν την Κυριακή και το ποσοστό της συμμετοχής έφθασε το 85%, σύμφωνα με την YSK.
«Ιστορική απόφαση»
Σε τηλεοπτική ομιλία του, ο κ. Ερντογάν χαιρέτισε μια «ιστορική απόφαση» του τουρκικού λαού και κάλεσε τις ξένες χώρες να «σεβαστούν» το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας.
Λίγο μετά, αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο να οργανώσει νέο δημοψήφισμα, αυτή τη φορά για την επαναφορά της θανατικής ποινής, μια πρωτοβουλία που θα σήμαινε το τέλος της διαδικασίας για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αντιδρώντας σ’ αυτή τη μικρή νίκη του «ναι», η Ε.Ε. πίεσε αμέσως την Τουρκία να αναζητήσει μια «εθνική συναίνεση». Μια διπλωματική κρίση είχε φέρει σε αντιπαράθεση την Άγκυρα με πολλές χώρες της Ένωσης, ιδιαίτερα με τη Γερμανία και την Ολλανδία, μετά την απαγόρευση συγκεντρώσεων υποστήριξης της τουρκικής συνταγματικής μεταρρύθμισης στο έδαφός τους, στη διάρκεια της πολιτικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα.
«Δεδομένου του οριακού αποτελέσματος», το Συμβούλιο της Ευρώπης κάλεσε τους Τούρκους ηγέτες να «εξετάσουν τα επόμενα στάδια με σύνεση».
Καταγγελίες για «χειραγωγήσεις»
Όσο για τα δύο κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης, το κεντροαριστερό CHP και το αριστερό – φιλοκουρδικό HDP, κατήγγειλαν «χειραγωγήσεις» στη διάρκεια του δημοψηφίσματος και ανακοίνωσαν ότι θα προσφύγουν κατά του αποτελέσματος.
Επικρίνουν ιδιαίτερα ένα μέτρο που ανακοινώθηκε την τελευταία στιγμή από την Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή και βάσει του οποίου θεωρούνται έγκυρα τα ψηφοδέλτια που δεν φέρουν τη σφραγίδα του εκλογικού τμήματος, στην κάλπη του οποίου βρέθηκαν.
Το μέτρο «καθιστά θέμα συζήτησης τη νομιμότητα του δημοψηφίσματος» και «ρίχνει σκιά στην απόφαση του έθνους», υποστήριξε ο επικεφαλής του CHP Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Μερικές χιλιάδες διαδηλωτές που αμφισβητούσαν τη νίκη του «ναι» φώναξαν συνθήματα κατά του κ. Ερντογάν στις συνοικίες Μπεσίκτας και Καντίκιοϊ της Κωνσταντινούπολης, σύμφωνα με φωτογράφους του Γαλλικού Πρακτορείου. Κανένα επεισόδιο δεν σημειώθηκε ωστόσο στη διάρκεια των διαδηλώσεων.
Παρά την ανακοινωθείσα νίκη του «ναι» στο σύνολο της χώρας, το στρατόπεδο του «όχι» κέρδισε στις τρείς κύριες πόλεις, την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα και τη Σμύρνη. Οι νοτιοανατολικές περιφέρειες, στις οποίες κατοικούν κυρίως Κούρδοι, ψήφισαν επίσης μαζικά κατά της ενίσχυσης των εξουσιών του αρχηγού του κράτους.
«Είναι μια νίκη για τον Ερντογάν, αλλά είναι επίσης μια ήττα. Έχασε την Κωνσταντινούπολη, εκεί όπου άρχισε την πολιτική σταδιοδρομία του εκλεγόμενος δήμαρχος το 1994», έγραψε στο Twitter ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, αναλυτής του Washington Institute εξειδικευμένος στην Τουρκία.
Νίκησαν οι «αληθινοί Ανατολίτες»
«Το αποτέλεσμα αυτό δείχνει ότι ένα μέρος της χώρας δεν θέλει να καταστήσει τη χώρα ισχυρότερη και έχει μια ευρωπαϊκή νοοτροπία, το άλλο μέρος είναι αληθινοί Ανατολίτες», έλεγε ο Μουσταφά Ουμίτ Ουνσάλ, οπαδός του AKP, στην Άγκυρα.
Η συνταγματική αναθεώρηση προβλέπει ιδιαίτερα την κατάργηση της θέσης του πρωθυπουργού προς όφελος ενός προέδρου με εκτελεστικές αρμοδιότητες, τη στιγμή που ο Ταγίπ Ερντογάν κατηγορείται ήδη από τους επικριτές του για αυταρχισμό.
«Ο Ερντογάν έλαβε τη στήριξη του λαού του για να ενισχύσει την αυταρχική εξουσία του στην Τουρκία», συνόψιζε η βρετανική εφημερίδα Guardian στην ψηφιακή έκδοσή της.
Με τη νίκη αυτή, ο πρόεδρος της Τουρκίας, ο οποίος διέφυγε στις 15 Ιουλίου απόπειρας πραξικοπήματος, θα μπορούσε θεωρητικά να παραμείνει επικεφαλής του κράτους μέχρι το 2029. Ήταν πρωθυπουργός από το 2003 έως το 2014, πριν εκλεγεί πρόεδρος.
Η κυβέρνηση εμφάνιζε αυτή την συνταγματική αναθεώρηση ως απαραίτητη για να εξασφαλισθεί η σταθερότητα της Τουρκίας και για να μπορέσει η χώρα να αντιμετωπίσει προκλήσεις στην ασφάλεια και την οικονομία.
Όμως η αντιπολίτευση και ΜΚΟ επισήμαναν ότι η εκστρατεία ενόψει του δημοψηφίσματος δεν ήταν δίκαιη, καθώς στους δρόμους και τα μέσα ενημέρωσης υπήρξε σαφής κυριαρχία του «ναι».
Τι σημαίνει το αποτέλεσμα
Το αποτέλεσμα της χθεσινής ψηφοφορίας αναμένεται να επηρεάσει τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την προσέγγιση της Άγκυρας στο κουρδικό ζήτημα και την εξέλιξη της τουρκικής κοινωνίας.
Ακολουθούν πέντε ερωταπαντήσεις για το τι μπορεί να αλλάξει:
Περισσότερο ή λιγότερο δημοκρατική Τουρκία;
Με τη νίκη του αυτή, ο Ερντογάν αποκτά σημαντικά ενισχυμένες εξουσίες και θεωρητικά μπορεί να παραμείνει στην προεδρία ως το 2029. Η εκτελεστική εξουσία θα είναι συγκεντρωμένη στα χέρια του προέδρου. Το αξίωμα του πρωθυπουργού θα καταργηθεί.
Οι υποστηρικτές του προέδρου λένε πως αυτό ήταν απαραίτητο για να σταθεροποιηθεί η κυβέρνηση και να υπάρξει σαφής διάκριση με τη δικαστική και τη νομοθετική εξουσία.
Όμως οι αντίπαλοί του εκφράζουν φόβους ότι δεν υπάρχει πλέον κανένα αντίβαρο, κανένας μηχανισμός ελέγχου της εξουσίας του με το νέο σύστημα, κάτι που ανοίγει τον δρόμο για την εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Το προεδρικό σύστημα «συγκεντρώνει άνευ προηγουμένου εξουσίες στα χέρια ενός άνδρα και μόνο», υπογραμμίζει ο Άλαν Μακόφσκι του ινστιτούτου μελετών Centre for American Progress.
Ποιο είναι το μέλλον της σχέσης της Τουρκίας με την Ευρώπη;
Οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιδεινώθηκαν ραγδαία το τελευταίο διάστημα, με τον Ερντογάν να κατηγορεί ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για «ναζιστικές πρακτικές».
Σύμφωνα με τον Τούρκο πρόεδρο, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας στην ΕΕ, που βρίσκονται σε τέλμα εδώ και καιρό, θα τεθούν και πάλι «στο τραπέζι» μετά το δημοψήφισμα. Ο Ερντογάν αναφέρθηκε χθες στην πιθανή διοργάνωση ενός ακόμη δημοψηφίσματος, για την επαναφορά της θανατικής ποινής—κάτι που αποτελεί κόκκινη γραμμή για τις Βρυξέλλες.
«Η τακτική του να επιτίθεται συνεχώς στην ΕΕ (…) για να εξυπηρετήσει εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες πλέον φτάνει στα όριά της», σύμφωνα με τον Μαρκ Πιερινί του κέντρου μελετών Carnegie Europe.
Μετά τη νίκη του στο δημοψήφισμα, ο Ερντογάν δεν αποκλείεται να εγκαταλείψει τον στόχο η χώρα να ενταχθεί στην ΕΕ και να προκρίνει απλά μια διμερή σχέση επικεντρωμένη στο εμπόριο, για παράδειγμα με την προώθηση μιας ενισχυμένης τελωνειακής ένωσης.
Πόλεμος ή ειρήνη με τους Κούρδους;
Μετά την κατάρρευση της ιστορικής εκεχειρίας με το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (PKK) το καλοκαίρι του 2015, η νοτιοανατολική Τουρκία έχει βυθιστεί σε μια δίνη αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας και των κούρδων αυτονομιστών.
Οι νέες ευρείας κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις συνοδεύτηκαν από την διεύρυνση της καταστολής των Κούρδων, συμπεριλαμβανομένων πολλών πολιτικών και μέσων ενημέρωσης, που κατηγορούνται ότι συνδέονται με τις «τρομοκρατικές» ενέργειες του PKK.
Καθώς η νίκη του «ναι» επιτεύχθηκε με οριακή διαφορά, ο Ερντογάν ίσως υιοθετήσει μια πιο «συμβιβαστική» στάση στο κουρδικό ζήτημα, εκτιμά η Ασλί Αϊντιντασμπάς του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων.
Μολαταύτα, προς το παρόν η ρητορική του παραμένει πολεμική, και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος έκανε λόγο περί μιας επικείμενης χερσαίας επιχείρησης εναντίον του PKK στο βόρειο Ιράκ αμέσως μετά το δημοψήφισμα.
Συμφιλίωση ή πόλωση;
Η τουρκική κοινωνία είναι έντονα πολωμένη τα τελευταία χρόνια όσον αφορά το πρόσωπο του Ερντογάν. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα, ο Τούρκος πρόεδρος δαιμονοποίησε τους αντιπάλους του, κατηγορώντας τους ότι συνεργάζονται με τους «τρομοκράτες» και τους «πραξικοπηματίες».
Ο Ερντογάν «κερδίζει (τις εκλογικές αναμετρήσεις), όμως, τελικά, η μισή χώρα τον αγαπά και η άλλη μισή τον απεχθάνεται. Αυτή είναι η αιτία της κρίσης της σύγχρονης Τουρκίας», κρίνει ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, αναλυτής του Washington Institute.
Ο Τούρκος πρόεδρος συμμάχησε με τους υπερεθνικιστές για να κερδίσει τη μάχη του δημοψηφίσματος, γεγονός που ίσως δείχνει περισσότερο ρεαλισμό από πλευράς του σε σχέση με το παρελθόν.
Ορισμένοι παρατηρητές ανέμεναν ότι ο Ερντογάν θα υιοθετήσει πιο συμφιλιωτική ρητορική μετά το δημοψήφισμα, αν κερδίσει.
«Τώρα έχει έλθει η ώρα της αλληλεγγύης, της ενότητας (…) όλοι μαζί είμαστε η Τουρκία», είπε χθες ο πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ.
Ανάκαμψη της οικονομίας ή πτωτική πορεία;
Οι αγορές θεωρούσαν ότι το «ναι» θα κέρδιζε στο δημοψήφισμα και προσβλέπουν σε μια επιστροφή της σταθερότητας στην Τουρκία, η οποία επλήγη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο από αλλεπάλληλες τρομοκρατικές ενέργειες και την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος του Ιουλίου.
Όμως μεσοπρόθεσμα κυριαρχεί η αβεβαιότητα. Η μείωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στους θεσμούς, η αυξημένη πόλωση της κοινωνίας και η καθυστέρηση της υιοθέτησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ίσως επηρεάσουν την ανάπτυξη.
Η νίκη του «ναι» χθες «ενδέχεται να γίνει δεκτή με ικανοποίηση από τις αγορές βραχυπρόθεσμα», είχε εκτιμήσει πριν από την ψηφοφορία το γραφείο της εταιρείας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών BCG Partners στην Κωνσταντινούπολη. Όμως η ανάπτυξη «παραμένει ασθενική και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις (της μετατροπής) του συστήματος (σε προεδρικό) παραμένουν ακόμη άγνωστες», συμπλήρωσε.