Ποιες είναι οι προσδοκίες από έναν νέο μεγάλο συνασπισμό στην εξωτερική πολιτική; Από την κυβερνητική συμφωνία προκύπτουν συνέχεια στόχων και ενίσχυση του ευρωπαϊκού και διεθνούς ρόλου της Γερμανίας.
14 κεφάλαια περιλαμβάνει η συμφωνία για τον μεγάλο συνασπισμό. Όπως γράφει η Deutsche Welle, το δωδέκατο φέρει την επιγραφή «Η ευθύνη της Γερμανίας για την Ειρήνη, την Ελευθερία και την Ασφάλεια». Σε 20 σελίδες υπάρχει καταγεγραμμένο πως θα διαμορφωθεί κατά την επόμενη τετραετία η γερμανική εξωτερική πολιτική. Βέβαια ο αναγνώστης δεν χρειάζεται να πάει στο δωδέκατο κεφάλαιο για να το πληροφορηθεί. Ήδη στο προοίμιο και το πρώτο κεφάλαιο με τον τίτλο «Ένα νέο ξεκίνημα για την Ευρώπη» περιγράφεται ο ρόλος της Γερμανίας σε έναν όλο και πιο αβέβαιο κόσμο. Το Βερολίνο επιδιώκει περισσότερη συνεργασία, μεγαλύτερη εξωστρέφεια.
Μετά από μια πρώτη ανάγνωση αποκομίζει κανείς την εντύπωση ότι στην εξωτερική πολιτική υπάρχει συνέχεια. «Η Γερμανία θα παραμείνει σταθερός εταίρος», δηλώνει στη DW ο Γίργκεν Χαρντ, εκπρόσωπος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής της Χριστιανικής Ένωσης. Μάλιστα σε αντίθεση με τις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ και το δόγμα του «Πρώτα οι ΗΠΑ», η Γερμανία είναι σε θέση και επιθυμεί να αναλάβει παγκόσμια περισσότερη ευθύνη, για παράδειγμα θέση μη μονίμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ και, σε περίπτωση αναδιοργάνωσης του διεθνούς οργανισμού, ακόμη και μια θέση ανάμεσα στα μόνιμα μέλη. Περισσότερο όμως τον ευχαριστεί η δέσμευση ότι οι δαπάνες για αναπτυξιακή συνεργασία, ανθρωπιστική βοήθεια και κοινωνική πρόληψη θα αυξάνονται παράλληλα με τις αμυντικές δαπάνες, «ένα ωραίο και σαφές μήνυμα».
Ο Ρολφ Μίτσενιχ, εμπειρογνώμων σε θέματα εξωτερικής πολιτικής από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, υποστηρίζει με μεγαλύτερη έμφαση ότι το Βερολίνο θα πρέπει να θέσει σαφείς στόχους στον αντίποδα των αμερικανικών, «στόχους που εμείς δεν μπορούμε να κατανοήσουμε, ούτε να υποστηρίξουμε». Όπως είπε στη DW, «η Γερμανία θέλει να ενισχύσει τους διεθνείς οργανισμούς, κινητοποιείται για την διατήρηση της εθνικής κυριαρχίας κρατών και τον αφοπλισμό». Σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική «θέλουμε να γίνει πιο ευρωπαϊκή και να προωθήσουμε την ευρωπαϊκή εμβάθυνση». Ο Μίτσενιχ δηλώνει υπερήφανος για τον νέο μηχανισμό αναλογίας των αμυντικών δαπανών σε σχέση με την αναπτυξιακή συνεργασία. «Η Γερμανία παραμένει πιστή στο στόχο που έχει συμφωνηθεί διεθνώς από το 1972, να δίνει συνολικά το 0,7% του ΑΕΠ της για αναπτυξιακή βοήθεια. Εφικτό έγινε βέβαια μόνο πέρυσι».
Την περασμένη Τετάρτη (07.02) ήρθε από την Κωνσταντινούπολη η είδηση ότι η τουρκική κυβέρνηση επιθυμεί την ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Γερμανία. «Στη συμφωνία για τον μεγάλο συνασπισμό υπάρχει μια διατύπωση που δεν απέχει από τη γραμμή της μέχρι τώρα κυβέρνησης», λέει ο Γίργκεν Χαρντ. Η διατύπωση είναι η εξής: «κανένα νέο κεφάλαιο ανοικτό, κανένα κεφάλαιο κλειστό». Ο Χαρντ πιστεύει ότι «εάν υπαναχωρήσουμε, θα είναι σαν να στηρίζουμε τον Ερντογάν. Η Ευρώπη στην πραγματικότητα δεν θέλει την Τουρκία».
Από την πλευρά του ο Μίτσενιχ θεωρεί ότι οι σχέσεις με την Τουρκία δεν μπορεί να καθοριστούν από έναν άνθρωπο και ότι ως χώρα του ΝΑΤΟ και περιφερειακή δύναμη επίλυσης των διενέξεων είναι σημαντική η καλλιέργεια σχέσεων με τη χώρα. Βέβαια θα πρέπει να συνεχιστεί η επιμονή σε προόδους στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των αρχών του κράτους δικαίου. «Ζητάμε καθαρά μηνύματα ότι οι πολιτικοί κρατούμενοι θα αφεθούν ελεύθεροι», υποστηρίζει. Τέλος, σε ό,τι αφορά στην προσφυγική και τη μεταναστευτική πολιτική και οι δύο πολιτικοί συμφωνούν ότι οι διαπραγματεύσεις ήταν επιτυχείς.