Η συνάντηση στη Βάρνα του Τούρκου προέδρου με τους επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών στόχευε στην εκτόνωση των εντάσεων. Αντί της προσέγγισης ειπώθηκαν και από τις δύο πλευρές καθαρές κουβέντες.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, στο τέλος της συνάντησης ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ προτίμησε να πει την αλήθεια για τις σχέσεις ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία χωρίς περιστροφές και στρογγυλέματα: «Δεν επιτύχαμε καμιά λύση ή συμβιβασμούς» είπε εννοώντας ολόκληρη την παλέτα προβλημάτων που χωρίζουν την Άγκυρα από τις Βρυξέλλες, την ελευθεροτυπία, τις αρχές κράτους δικαίου, τις διαφορές της χώρας με την Ελλάδα και την Κύπρο, την υπόθεση με τους δυο Έλληνες στρατιωτικούς, τη στρατιωτική επέμβαση στη Συρία. «Υπάρχει διάθεση για διάλογο, αλλά μόνο η πρόοδος σε αυτά τα θέματα θα βελτιώσει τις σχέσεις μας» τόνισε ο Τουσκ και υπό αυτήν την έννοια ο βροχερός ουρανός της Βάρνας δεν άφησε καμιά ελπίδα για αχτίδα φωτός μετά τη συνάντηση.
Οι επικεφαλής των δύο θεσμών συναντήθηκαν με τον Τούρκο πρόεδρο σε δείπνο εργασίας με την ελπίδα ότι ανάμεσα στη σαλάτα και το κύριο πιάτο θα μπορούσε να βρεθεί κοινός τόπος. Εκ των υστέρων βέβαια ακόμη και ο Μπόικο Μπορίσοφ, ο Βούλγαρος πρωθυπουργός και οικοδεσπότης της συνάντησης, παραδέχθηκε στους δημοσιογράφους ότι επρόκειτο για μια συνάντηση γεμάτη εντάσεις. Προσπάθησε, όπως είπε, να επικεντρωθεί σε αυτά που ενώνουν και όχι σε αυτά που χωρίζουν την Τουρκία με τους Ευρωπαίους, αλλά παρόλα αυτά οι δύο πλευρές χθες το βράδυ δεν κινήθηκαν ούτε εκατοστό από τις θέσεις τους. Η απογοήτευση «ακούγονταν» μέσα από τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τουσκ. «Ως υποψήφια προς ένταξη χώρα η Τουρκία οφείλει να τηρεί τα δημοκρατικά στάνταρντ, και αυτό λείπει. Είμαστε πολύ ανήσυχοι γιατί τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι αρχές κράτους δικαίου κινδυνεύουν, οι σχέσεις μας περνούν δύσκολους καιρούς».
Ο Ταγίπ Ερντογάν όμως όχι μόνο απέρριψε τις κατηγορίες αλλά εκόμισε και ένα κατάλογο με αιτήματα που είναι από καιρό γνωστά. Πρόκειται καταρχήν για την κατάργηση της βίζας, η οποία συνδέθηκε παλαιότερα με τη συμφωνία για το προσφυγικό, αλλά αποσυνδέθηκε στη συνέχεια σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις παραβιάσεις των αρχών κράτους δικαίου. Ένα άλλο αίτημα του Τούρκου προέδρου είναι να προχωρήσει η τελωνειακή ένωση με την ΕΕ. Ο Ερντογάν θέλει να αποπολιτικοποιήσει το θέμα, αλλά και εδώ τα κράτη-μέλη δεν είναι διατεθειμένα να συμβάλουν στην οικονομική επιτυχία ενός αυταρχικού προέδρου.
Ο Τούρκος πρόεδρος παραπονέθηκε για την κριτική που του γίνεται σε σχέση με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων στην Αφρίν λέγοντας ότι πρόκειται για «αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας». Ως τρομοκράτες θεωρεί όχι μόνο το Ισλαμικό Κράτος και το ΡΚΚ, αλλά και τους Κούρδους μαχητές των Δυνάμεων Λαϊκής Άμυνας YPG, που εξοπλίζονται μεταξύ άλλων και από τη Δύση ως σύμμαχοι. «Η ΕΕ θα πρέπει να σταματήσει να είναι υπερβολική με την κριτική της, θα ήταν λάθος να απομονώνει την Τουρκία από την όποια εταιρική σχέση». Μήπως μπορεί να εκληφθούν τα λεγόμενά του ίσως και ως απειλή; «Σεβόμαστε τα ανθρώπινα δικαιώματα» τόνισε, «θα συνεχίσουμε τις δράσεις μας κατά των τρομοκρατών. Και σε ότι αφορά τους πρόσφυγες στην Αφρίν, τώρα επιστρέφουν στις εστίες τους, αφού εκδιώξαμε χιλιάδες τρομοκράτες από εκεί».
Το μόνο τμήμα των ευρωτουρκικών σχέσεων που λειτουργεί είναι η συμφωνία για το προσφυγικό. Η Τουρκία κατάφερε να σταματήσει το μεταναστευτικό κύμα προς την Ελλάδα. Διαφωνία όμως υπάρχει ως προς το οικονομικό της σκέλος. Ενώ η Τουρκία επιμένει ότι η ΕΕ δεν έχει καταβάλει όλο το ποσό των 3 δις ευρώ ως πρώτη δόση που της υποσχέθηκε, οι Ευρωπαίοι δηλώνουν ότι έχει ήδη καταβληθεί ή προγραμματίζεται για σχέδια βοήθειας των Σύρων προσφύγων στην Τουρκία. Σε κάθε περίπτωση η Κομισιόν δεσμεύτηκε ότι θα δρομολογήσει την χορήγηση και της δεύτερης δόσης ύψους άλλων 3 δις ευρώ. Η συμφωνία για τους πρόσφυγες δίνει στον Ερντογάν τη δυνατότητα να την χρησιμοποιεί ως μοχλό πίεσης της ΕΕ και αμφισβήτησης των αξιών και της ηθικής της.
Στη Βάρνα ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ανέλαβε χρέη άσκησης διπλωματικής αβροφροσύνης. Ευχαρίστησε τον Ερντογάν για τις επιτυχίες της προσφυγικής συμφωνίας, και δήλωσε «λυπημένος» για τις τεταμένες σχέσεις της χώρας του με την ΕΕ, «γιατί υποστήριζα πάντα τις τουρκικές επιθυμίες για ένταξη». Τον Ερντογάν αποκάλεσε φίλο, «ανάμεσα σε μεγάλες δημοκρατίες θα πρέπει να είναι δυνατόν να μιλά κανείς ανοιχτά για προβλήματα». Επικριτές καταλογίζουν από καιρό στον Γιούνκερ ότι δεν φροντίζει να είναι αποστασιοποιημένος από ανθρώπους και καταστάσεις, τελευταία μάλιστα απέστειλε επιστολή στον Πούτιν συγχαίροντάς τον για την επανεκλογή του. Αλλά και ο τόνος τους απέναντι στον Ερντογάν θεωρούν ότι είναι κολακευτικός.