Παρά τις εκατέρωθεν απελάσεις διπλωματών και τη διένεξη με τη Ρωσία λόγω της απόπειρας δολοφονίας του πρώην κατασκόπου Σκριπάλ στη Μεγάλη Βρετανία ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας εκφράζεται υπέρ της διατήρησης ανοιχτών δίαυλων επικοινωνίας με τη Ρωσία.
«Η ρωσική συμπεριφορά των τελευταίων ετών έχει οδηγήσει χωρίς αμφιβολία στην απώλεια εμπιστοσύνης» δηλώνει ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός στην κυριακάτικη Bild, όπως γράφει η Deutsche Welle. «Συγχρόνως χρειαζόμαστε τη Ρωσία ως εταίρο, όπως για παράδειγμα στην επίλυση περιφερειακών διενέξεων, για τον αφοπλισμό και ως βασικό πυλώνα της (διεθνούς) πολυμερούς τάξης» τονίζει ο κ. Μάας. Η γερμανική κυβέρνηση είναι πάντως «ανοιχτή σε διάλογο» και διατιθεμένη εφόσον και η Ρωσία επιδείξει ανάλογη πρόθεση «να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη βήμα προς βήμα».
Παράλληλα ο κ. Μάας υπερασπίζεται την απόφαση της Γερμανίας να συνταχθεί με άλλα ευρωπαϊκά κράτη στις απελάσεις διπλωματών, οι οποίες κατά την άποψή του γερμανού υπουργού Εξωτερικών συνιστούν «ένδειξη αλληλεγγύης στη Μεγάλη Βρετανία άλλα και μήνυμα ενότητας».
Κριτική στην διπλωματική απάντηση της Δύση άσκησε ο πρώην σύμβουλος του καγκελαρίου Χέλμου Κολ για θέματα εξωτερικής πολιτικής Χορστ Τέλτσικ. Είναι αδιανόητο, είπε ο χριστιανοδημοκράτης πολιτικός σε ραδιοφωνική συνέντευξη το πρωί της Κυριακής, να απελαύνονται ρώσοι διπλωμάτες πριν την πλήρη διαλεύκανση της επίθεσης. Αντιθέτως, ο κ. Τέλτσικ χαρετίζει τη στάση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων που δήλωσαν ότι θα αναμένουν πρώτα το πόρισμα του αρμόδιου Οργανισμού για την απαγόρευση των Χημικών Όπλων (OPCW) στη Χάγη πριν αποφασίσουν αν θα πάρουν μέτρα κατά τις Ρωσίας. Πάντως, η μόνη κερδισμένη από την όλη υπόθεσης είναι σύμφωνα με τον Χορστ Τέλτσικ η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι: «Είναι πολύ ικανοποιημένη που προέκυψε αυτό το επεισόδιο επειδή αποσπά την προσοχή από το αδιέξοδό της στο Brexit.»
Ο Xορστ Τέλτσικ, ο οποίος για πολλά χρόνια ήταν επικεφαλής της Διεθνούς Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια ζήτησε απ΄ όλες τις πλευρές την επιστροφή στο τραπέζι του διαλόγου. Αυτός θα μπορούσε να διεξαχθεί για παράδειγμα είτε στο πλαίσιο του Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας, είτε μετά από πρόσκληση του ΟΑΣΕ σε διάσκεψη υπουργών Εξωτερικών.