Η μεταρρύθμιση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, η ενίσχυση της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής άμυνας, η κοινή πολιτική ασύλου και η συνεργασία στον τομέα της έρευνας και της τεχνητής νοημοσύνης αποτελούν τα κεντρικά ζητήματα που θα απασχολήσουν την συνάντηση της Καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ και του Προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, αλλά και υπουργών των δύο κυβερνήσεων, η οποία θα πραγματοποιηθεί σήμερα κοντά στο Βερολίνο, με στόχο την διαμόρφωση κοινής πρότασης των δύο χωρών ενόψει της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ την 28η και 29η Ιουνίου.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, η συνάντηση έχει προγραμματιστεί να διαρκέσει περίπου πέντε ώρες, ενώ στις 17:10 (ώρα Ελλάδος) οι δύο ηγέτες θα παραχωρήσουν κοινή συνέντευξη Τύπου και ακολούθως θα συναντηθούν με ομάδα γερμανών βιομηχάνων. Στην συνάντηση θα συμμετάσχει και ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Ο Εμανουέλ Μακρόν έχει εδώ και μήνες καταθέσει δέσμη προτάσεων για την εξέλιξη της Ευρωζώνης και για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συζήτηση των προτάσεων καθυστέρησε, λόγω των γερμανικών εκλογών και της δυσκολίας σχηματισμού κυβέρνησης, ενώ μεταξύ των ζητημάτων στα οποία διαπιστώνεται η μεγαλύτερη απόσταση είναι η εισαγωγή ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, την οποία το Βερολίνο απορρίπτει ως εργαλείο δημιουργίας ένωσης μεταβιβάσεων, αλλά και η αύξηση των επενδύσεων.
Η γαλλική πλευρά προτείνει επ’ αυτού την διάθεση τριψήφιου αριθμού δισεκατομμυρίων, σε αντίθεση με το Βερολίνο, που κάνει λόγο για «μικρό διψήφιο νούμερο» και πολύ αυστηρούς όρους.
Κατ’ αρχήν συμφωνία με κάποιες επιφυλάξεις από το Παρίσι φαίνεται πως έχει επιτευχθεί σε ό,τι αφορά την μετεξέλιξη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) σε ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η συζήτηση για το άσυλο, υπό το βάρος της ενδοκυβερνητικής κρίσης και της προσπάθειας της Καγκελαρίου να εξασφαλίσει την συναίνεση των ευρωπαίων εταίρων της για την επαναπροώθηση προσφύγων. Στο θέμα του ασύλου πάντως οι δύο ηγέτες έχουν ταχθεί με σθένος υπέρ ευρωπαϊκών λύσεων και της θέσπισης κοινού συστήματος εξέτασης των σχετικών αιτημάτων, ενώ συμφωνούν και στην ανάγκη ενίσχυσης της FRONTEX.