Το 2017 η πραγματική κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ελλάδα ανήλθε στο 77% του κοινοτικού μέσου όρου, ενώ το μέσο κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) διαμορφώθηκε στο 67% του μέσου κοινοτικού, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat), που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
H πραγματική κατά κεφαλήν κατανάλωση ορίζεται ως κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών από τους πολίτες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2017, η πραγματική κατά κεφαλήν κατανάλωση εκπεφρασμένη σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS) κυμάνθηκε στις χώρες της ΕΕ από 55% σε 130% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα κράτη-μέλη της ΕΕ κυμάνθηκε από 49% ως 253% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Ο υψηλότερος δείκτης κατά κεφαλήν κατανάλωσης στην “ΕΕ των 28” καταγράφηκε στο Λουξεμβούργο (130% του ευρωπαϊκού μέσου όρου) και στη Γερμανία (122%) και την Αυστρία (118%). Η Δανία, η Φινλανδία, η Σουηδία, η Μ. Βρετανία, η Ολλανδία το Βέλγιο και η Γαλλία κατέγραψαν επίπεδα μεταξύ 109% και 115% του μέσου όρου της ΕΕ.
Η Iταλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος κατέγραψαν επίπεδα μεταξύ 90% και 100% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ η Ισπανία μαζί με τη Λιθουανία, την Πορτογαλία και την Τσεχία βρίσκονται μεταξύ 80% και 90%.
Η Ελλάδα, μαζί με τη Μάλτα, τη Σλοβενία, την Πολωνία και τη Σλοβακία τοποθετούνται μεταξύ 70% και 80% του κοινοτικού μέσου όρου.
Το χαμηλότερο επίπεδο κατα κεφαλήν κατανάλωσης καταγράφεται στη Βουλγαρία (55%) και στην Κροατία (61%).
Σε ό,τι αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, εκπεφρασμένο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS), το υψηλότερο καταγράφηκε στο Λουξεμβούργο (253% του μέσου κοινοτικού) και ακολουθούν η Ιρλανδία (184%), η Αυστρία και η Ολλανδία (128%), η Δανία (125%) και η Γερμανία (123%). Τα χαμηλότερα επίπεδα καταγράφονται στη Βουλγαρία (49%) και στην Κροατία (61%).