Συμπληρώνονται σήμερα 44 χρόνια από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Κύπρο. Στις 8:20 το πρωί όπως κάθε χρόνο ήχησαν οι σειρήνες προς υπενθύμιση της ώρας που εκδηλώθηκε το πραξικόπημα με εντολές της χούντας του Ιωαννίδη.
Το πρωί τελέστηκε μνημόσυνο των πεσόντων στη παρουσία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και ακολούθησε τρισάγιο και κατάθεση στεφάνων στους τάφους των πεσόντων.
Επίσης συνήλθε εκτάκτως η Ολομέλεια της Βουλής και σε ειδική συνεδρία καταδίκασε το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή που ακολούθησε πέντε μέρες μετά.
Η τουρκική εισβολή της 20ης Ιουλίου 1974 δεν υπήρξε κεραυνός εν αιθρία. Ηταν το αποτέλεσμα μιας σειράς γεγονότων που ξεκίνησαν το 1967 με την κατάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα από τους συνταγματάρχες. Οι σχέσεις του στρατιωτικού καθεστώς με τον Μακάριο ήταν τεταμένες και επιδεινώνονταν συνεχώς. Στη Κύπρο έβρισκαν καταφύγιο και βοήθεια αρκετοί Έλληνες αντιστασιακοί μεταξύ των οποίων και ο Αλέκος Παναγούλης. Η ανατροπή Παπαδόπουλου από τον Ιωαννίδη ήταν η τελική φάση εκτέλεσης των σχεδιασμών για τη Κύπρο. Ο Μακάριος βλέποντας την υπονομευτική δράση των Ελλήνων αξιωματικών, είχε ζητήσει από τον στρατηγό Φ. Γκιζίκη την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Ο Ιωαννίδης σε συνεργασία με Αμερικανούς οργάνωσε το πραξικόπημα με στόχο την εξόντωση του Μακαρίου και τη μονομερή κήρυξη της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Έλεγε πως είχε λάβει διαβεβαιώσεις ότι δεν θα υπήρχε τουρκική παρέμβαση.
Με το σήμα «Αλέξανδρος εισήλθε νοσοκομείον», ο επικεφαλής των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Κύπρο ταξίαρχος Μ. Γεωργίτσης ανήγγειλε στην ηγεσία της ελληνικής χούντας, το πρωί της 15ης Ιουλίου 1974, την έναρξη του πραξικοπήματος.
Το πρωί της Δευτέρας, 15 Ιουλίου 1974, ο Μακάριος επέστρεφε στο Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία από την εξοχική του κατοικία στο Τρόοδος, όπου είχε περάσει το Σαββατοκύριακο. Την ώρα εκδήλωσης του πραξικοπήματος, ο Μακάριος δεχόταν μια ομάδα ελληνοπαίδων από την Αίγυπτο.
Όταν τα πυρά πύκνωσαν και το Προεδρικό Μέγαρο άρχισε να κανονιοβολείται από τα τεθωρακισμένα, ο Μακάριος διέφυγε από τη μοναδική αφύλακτη δίοδο, που υπήρχε στα δυτικά του Προεδρικού Μεγάρου. Κατέφυγε στη Μονή Κύκκου και στη συνέχεια στην Πάφο. Και ενώ οι πραξικοπηματίες θεωρούσαν τον Μακάριο νεκρό και το ανακοίνωναν συνεχώς μέσω του ΡΙΚ, αυτός ήταν ζωντανός και απηύθυνε μήνυμα μέσω ενός αυτοσχέδιου ραδιοσταθμού της Πάφου όπου δήλωνε στο λαό:
«Ελληνικέ Κυπριακέ Λαέ! Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις, ποιος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος, τον οποίο συ εξέλεξες δια να είναι ο ηγέτης σου. Δεν είμαι νεκρός. Είμαι ζωντανός. Και είμαι μαζί σου, συναγωνιστής και σημαιοφόρος εις τον κοινόν αγώνα. Το πραξικόπημα της χούντας απέτυχε. Εγώ ήμουν ο στόχος της και εγώ, εφόσον ζω, η Χούντα εις την Κύπρον δεν θα περάση. Η Χούντα απεφάσισε να καταστρέψη την Κύπρο.Να την διχοτομήση.Αλλά δεν θα το κατορθώση. Πρόβαλε παντοιοτρόπως αντίστασιν εις την Χούντα. Μη φοβηθής. Ενταχθήτε όλοι εις τα νομίμους δυνάμεις του κράτους. Η Χούντα δεν πρέπει να περάση και δεν θα περάση. Νυν υπέρ πάντων ο αγών.»
Ο Μακάριος επιβιβάστηκε σε βρετανικό στρατιωτικό αεροσκάφος και μέσω Μάλτας μετέβη στο Λονδίνο, όπου την επομένη, 17 Ιουλίου, συναντήθηκε με τον Βρετανό πρωθυπουργό Χάρολντ Ουϊλσον και τον Υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ζήτησαν την υποστήριξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου και κάλεσαν όλα τα κράτη να πράξουν το ίδιο, ενώ ο Υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσιγκερ απέρριψε πρόταση για υποστήριξη του ανατραπέντος καθεστώτος Μακαρίου.
Η Τουρκία με πρόσχημα τη προστασία των Τουρκοκυπρίων και την κατάλυση του Συντάγματος, ως εγγυήτρια χώρα, εισέβαλε στην Κύπρο τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου 1974.
Μέχρι τα τέλη Ιουνίου 2018, εξακολουθούν να αγνοούνται από τις διακοινοτικές μάχες του 1963 – ’64 και την τουρκική εισβολή του 1974, 846 Ελληνοκύπριοι και 271 Τουρκοκύπριοι.
Αναστασιάδης: Ο διχασμός οδήγησε στη προδοσία
Ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης αναφερόμενος στη σημερινή επέτειο, δήλωσε πως «ο διχασμός μας οδήγησε στο προδοτικό πραξικόπημα», σημειώνοντας πως «αυτά είναι που πρέπει να προβληματίσουν όλους και μέσα από την ενότητα να δούμε πως αντιμετωπίζουμε την τραγική πραγματικότητα που βιώνουμε».
Σε αναφορά του για τη σημερινή κατάσταση είπε πως ο λόγος της συνέχισης ενός απαράδεκτου στάτους κβο δεν οφείλεται παρά μόνο αποκλειστικά στην έλλειψη πολιτικής βούλησης από πλευράς Τουρκίας αλλά και των Τουρκοκυπρίων. Εξέφρασε την ευχή η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι «να αλλάξουν νοοτροπία και μυαλά», έτσι ώστε να μπορεί να επιτευχθεί μια βιώσιμη, λειτουργική, μια λύση αντάξια με τις αρχές και τα πιστεύω του ευρωπαϊκού κεκτημένου».
Σε ερώτηση αναφορικά στην κάθοδο της απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, Τζέιν Χολ Λουτ και πώς διαχειρίζεται η κυβέρνηση την περίοδο που ακολουθεί σε σχέση με μια ενδεχόμενη επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό, ο κ. Αναστασιάδης είπε: «Οι θέσεις μας είναι καλά γνωστές. Προσπάθειες των εκάστοτε κυβερνήσεων ήταν επιτέλους να εξευρεθεί μια ειρηνική και βιώσιμη λύση. Η βάση έχει συμφωνηθεί».
Σε σχέση με τις αναφορές στην ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ (UNFICYP), που περιλαμβάνονται σε επιστολή του Τουρκοκύπριου ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε πως δεν πρόκειται να απαντήσει σε οποιουσδήποτε ισχυρισμούς, για να προσθέσει πως θέλει να κρατήσει ήπιους τόνους.
«Ό,τι έχουμε να πούμε, θα το πούμε στην κ. Λουτ, όπως το έχουμε κατ’ επανάληψη υποβάλει και προς τον ΓΓ του ΟΗΕ».