Σε κλίμα έντασης η Ταϊλάνδη ψηφίζει σήμερα για τις κρίσιμες βουλευτικές εκλογές προκειμένου στο βασίλειο να σταματήσει η βία και να περιοριστεί το μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην ελίτ της πρωτεύουσας και τις μη προνομιούχες λαϊκές μάζες στα αστικά κέντρα και τις αγροτικές περιοχές.
Τα εκλογικά τμήματα άνοιξαν υπό την αυστηρή προστασία 170.000 αστυνομικών στις 08:00 τοπική ώρα (04:00 ώρα Ελλάδος) και θα κλείσουν στις 15:00 τοπική ώρα (18:00 ώρα Ελλάδος) όταν θα γίνουν γνωστές οι πρώτες δημοσκοπήσεις εξόδου πριν από την ανακοίνωση των πρώτων αποτελεσμάτων που αναμένεται γύρω στις 21:00 τοπική ώρα (17:00 ώρα Ελλάδος).
Οι εκλογές διεξάγονται μεταξύ του Δημοκρατικού Κόμματος του πρωθυπουργού Αμπίσιτ Βετζατζίβα και του Πουέα Τάι, του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του οποίου ηγείται ντε φάκο ο ανατραπείς με στρατιωτικό πραξικόπημα το 2006 και εξόριστος πρώην πρωθυπουργός της χώρας Τακσίν Σιναουάτρα.
Σύμφωνα με αναλυτές είναι μια μονομαχία υπό ένταση, που δείχνει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ της ελίτ της πρωτεύουσας –υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, δικαστικοί, στρατιωτικοί, αυλή των Ανακτόρων — η οποία έφερε τον Αμπίσιτ στην εξουσία στα τέλη του 2008, και των μη προνομιούχων πληθυσμών στις αγροτικές περιοχές και τα αστικά κέντρα, με πολλούς μεταξύ αυτών να θεωρούν τον Τακσίν ήρωα.
Τουλάχιστον 47 εκατομμύρια εκλογείς καλούνται να αναδείξουν τους 500 εκπροσώπους τους στο κοινοβούλιο για τέσσερα χρόνια.
Οι δημοσκοπήσεις δίνουν σίγουρο προβάδισμα στο Πουέα Τάι, της προεκλογικής εκστρατείας του οποίου ηγήθηκε η νεότερη αδελφή του δισεκατομμυριούχου, η Γινγκλούκ Σιναουάτρα.
Η 44χρονη επιχειρηματίας, την οποία ο ίδιος της ο αδελφός χαρακτηρίζει “κλώνο” του, ψήφισε σε σχολείο της Μπανγκόκ γύρω στις 08:15′. Ο Αμπίσιτ ψήφισε δύο ώρες αργότερα επίσης στην πρωτεύουσα, καλώντας τους πολίτες να προσέλθουν μαζικά στις κάλπες.
Η ψηφοφορία αυτή, όπως και οι τρεις προηγούμενες μοιάζουν με δημοψήφισμα υπέρ ή κατά του Τακσίν, ενός σημαντικού προσώπου της πολιτικής στην Ταϊλάνδη γύρω από το οποίο επικεντρώθηκε για άλλη μια φορά η εκστρατεία.
Ενώ το Πουέα Τάι ζήτησε αμνηστία για όλους τους πολιτικούς που έχουν καταδικαστεί εκ των οποίων ο Τακσίν, το Δημοκρατικό Κόμμα διαφώνησε πλήρως. “Είναι καιρός να απαλλαγούμε από το δηλητήριο Τακσίν”, είπε ο Αμπίσιτ.
Στρατός και ελίτ της Μπανγκόκ βλέπουν στο πρόσωπο του Τακσίν μια απειλή για τη μοναρχία.
Σε μια χώρα που έχει γνωρίσει 18 πραξικοπήματα και απόπειρες πραξικοπήματος από το 1932, υπάρχουν υποψίες ότι ο στρατός επιδιώκει μια ανάμιξη στην εκλογική διαδικασία. Και παρά τις επανειλημμένες αρνήσεις του, ο ισχυρός αρχηγός του, ο Πραγιούτ Τσαν-Ο-Τσα κάλεσε τον κόσμο να ψηφίσει τα “σωστά πρόσωπα” εντείνοντας τις φήμες για πραξικόπημα.
Ο Τακσίν και οι εταίροι του κέρδισαν σε όλες τις εκλογές από το 2001 αλλά εκδιώχθηκαν από την εξουσία από τους στρατιωτικούς το 2006 και μετά δύο φορές από τη δικαιοσύνη το 2008, επιτρέποντας την άνοδο στην εξουσία του Αμπίσιτ επικεφαλής ενός συνασπισμού έξι κομμάτων.
Ο δισεκατομμυριούχος ζει εξόριστος για μην καταδικαστεί σε φυλάκιση δύο ετών για οικονομικές καταχρήσεις. Το ήμισυ της περιουσίας του κατασχέθηκε πέρυσι. Ο Τακσίν διώκεται επίσης για τρομοκρατία γιατί φέρεται να υποστήριξε τις διαδηλώσεις την άνοιξη του 2010.
Έως 100.000 “κόκκινα πουκάμισα”, όπως αποκαλούνται οι υποστηρικτές του πρώην μεγιστάνα των τηλεπικοινωνιών, είχαν καταλάβει το κέντρο της Μπανγκόκ επί δύο μήνες ζητώντας την παραίτηση του Αμπίσιτ πριν εκδιωχθούν από το στρατό ύστερα από αρκετές ημέρες σφοδρών συγκρούσεων.
Η κρίση, η σοβαρότερη που γνώρισε η σύγχρονη Ταϊλάνδη, προκάλεσε το θάνατο τουλάχιστον 90 ανθρώπων και τον τραυματισμό 1.900.
Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι υπάρχει κίνδυνος να ξεσπάσει νέα βία βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα.
Αρκετές χώρες έχουν προειδοποιήσει τους υπηκόους τους για τον κίνδυνο “νέων ταραχών και βίας την περίοδο των εκλογών και του σχηματισμού νέας κυβέρνησης”, όπως μπορεί να διαβάσει κανείς στην ιστοσελίδα του αυστραλιανού υπουργείου Εξωτερικών.