Στις κάλπες προσέρχονται σήμερα οι Βραζιλιάνοι για τις πιο πολωμένες και αβέβαιες προεδρικές εκλογές που έχουν πραγματοποιηθεί εδώ και δεκαετίες στη χώρα τους, από τις οποίες μπορεί να εκλεγεί ένας ακροδεξιός απόστρατος λοχαγός που υπόσχεται να καταστείλει τη διαφθορά, να χαλαρώσει τους νόμους περί οπλοκατοχής και να υπερασπιστεί τις χριστιανικές οικογενειακές αξίες.
Το φαβορί, ο Ζαΐχ Μπολσονάρου, αναδείχθηκε σε κλίμα εκτεταμένης οργής για την άνοδο της εγκληματικότητας, την παραπαίουσα οικονομία και την προοπτική μιας επιστροφής του αριστερού Κόμματος των Εργαζομένων στην εξουσία.
Ο αντίπαλός του είναι ο Φερνάντου Αντάτζι του Κόμματος των Εργαζομένων, ο ηγέτης του οποίου βρίσκεται στη φυλακή για δωροληψία.
Η υποστήριξη προς τον Αντάτζι βασίζεται στη δημοτικότητα του μέντορά του, του πρώην προέδρου Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, στον οποίο απαγορεύθηκε να είναι υποψήφιος λόγω μιας καταδίκης του για διαφθορά.
Μετά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της 7ης Οκτωβρίου στον οποίο ο Μπολσονάρου πέρασε ξυστά από τη νίκη, συγκεντρώνοντας ένα ποσοστό 46% των ψήφων, σήμερα 147 εκατομμύρια ψηφοφόροι καλούνται ξανά στις κάλπες για τον δεύτερο γύρο.
Η σκληρή προεκλογική εκστρατεία που ακολούθησε του πρώτου γύρου των εκλογών, που τροφοδοτήθηκε από ρητορική μίσους, αλλά καμία τηλεμαχία, ώθησε περισσότερο τους Βραζιλιάνους προς τα άκρα.
Οι δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις που δόθηκαν χθες, Σάββατο, το βράδυ στη δημοσιότητα έδιναν στον Μπολσονάρου του Σοσιαλιστικού Φιλελεύθερου Κόμματος (PSL) από 54 ως 55% στην πρόθεση ψήφου και στον αντίπαλό του Αντάτζι του Κόμματος των Εργαζομένων (PT) του πρώην προέδρου Λούλα 46 ή 45%.
Ως εκ τούτου η διαφορά μεταξύ των δύο υποψηφίων για τη διαδοχή του συντηρητικού Μισέλ Τεμέρ στην προεδρία της Βραζιλίας μειώθηκε από τις 18 μονάδες που ήταν στα μέσα Οκτωβρίου σε 8 και σε ποσοστό περίπου 10% την προηγούμενη ημέρα των εκλογών.
Η άνοδος αυτή του Αντάτζι έδωσε νέα ελπίδα στην αριστερά στη Βραζιλία, αν και αυτός δεν έλαβε την υποστήριξη του κεντροαριστερού υποψηφίου Σίρου Γκόμες, η οποία θα του έδινε μια μεγάλη ώθηση στις κρίσιμες αυτές εκλογές.
Ωστόσο ο Ροντρίγου Ζάνου ο πρώην γενικός εισαγγελέα της Βραζιλίας, που είναι γνωστός από την δίωξη της διαφθοράς των πολιτικών, έγραψε σε μήνυμά του στο Twitter ότι θα ψηφίσει τον Αντάτζι. Επίσης ο πολύ δημοφιλής δικαστής κατά της διαφθοράς Ζοακίμ Μπαρμπόσα, ο οποίος φυλάκισε ορισμένα υψηλόβαθμα στελέχη του Κόμματος των Εργαζομένων για διαφθορά, εξέφρασε επίσης την υποστήριξή του στον Αντάτζι.
Η υποστήριξη αυτή στο πρόσωπο του αριστερού υποψηφίου κατάφερε πλήγμα στην προεκλογική εκστρατεία του Μπολσονάρου, ο οποίος παρουσιάζεται ως ο μόνος υποψήφιος κατά της διαφθοράς.
“Νομίζω ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας διαδικασίας, η οποία μπορεί να ωθήσει την δημοκρατία μας να ξεφύγει από τα όριά της”, δήλωσε στο Reuters ο Ζάνου.
Το παρελθόν του Μπολσονάρου, πρώην λοχαγού του στρατού, το γεγονός πως δηλώνει ανοικτά νοσταλγός της στρατιωτικής δικτατορίας και διατηρεί στενές σχέσεις με αξιωματικούς των ένοπλων δυνάμεων, ένας από τους οποίους είναι άλλωστε υποψήφιος αντιπρόεδρός του, τα σεξιστικά, μισογυνικά και ρατσιστικά σχόλιά του έχουν προκαλέσει έντονη ανησυχία σε πολλούς στη Βραζιλία, οι οποίοι φοβούνται ότι θα καταπατήσει τα ανθρώπινα δικαιώματα, θα περιορίσει τις πολιτικές ελευθερίες και θα φιμώσει την ελευθερία της έκφρασης. Το PT καθώς πλησιάζουν οι εκλογές προειδοποιεί συνεχώς πως η δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο.
Ο φυλακισμένος πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα απηύθυνε επίσης αυτές τις μέρες με ανοικτή επιστολή του στους συμπατριώτες του νέα έκκληση να ψηφίσουν τον αντικαταστάτη του στο ψηφοδέλτιο του Κόμματος Εργαζομένων (PT), προκειμένου να αποτρέψουν τη “φασιστική περιπέτεια” που αντιπροσωπεύει όπως τόνισε ο ακροδεξιός υποψήφιος Ζαΐχ Μπολσονάρου.
“Είναι ώρα να ενωθούν ο λαός, οι δημοκράτες, οι πάντες γύρω από την υποψηφιότητα του Φερνάντου Αντάτζι”, τόνισε ο Λούλα στην επιστολή αυτή, που δημοσιοποίησε το PT την Τετάρτη.
“Αυτή τη στιγμή, που μια φασιστική απειλή επικρέμαται πάνω από τη Βραζιλία, θέλω να απευθύνω έκκληση προς όλους όσοι υπερασπίζονται τη δημοκρατία (…) να υπερασπιστούν το δημοκρατικό πολίτευμά μας και το κράτος του δικαίου”, υπογράμμισε.