Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Αποταμίευσης η ιρλανδή δημοσιογράφος της Deutsche Welle Κέιτ Φέργκιουσον επιχειρεί να ανιχνεύσει από που προέρχεται η εμμονή πολλών Γερμανών να αποταμιεύουν.
Κάποιοι καπνίζουν πολύ από νεαρή ηλικία, άλλοι τρώνε από παιδιά τα νύχια τους όταν νιώθουν νευρικότητα και αδυνατούν να σταματήσουν παρά την ενηλικίωσή τους –οι κακές συνήθειες απλά διατηρούνται. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα συνηθειών που μένουν αναλλοίωτες στη διάρκεια του χρόνου είναι η επί γενεές γενεών γερμανική εμμονή της αποταμίευσης χρημάτων. Αυτή η πρακτική είναι τόσο βαθιά ριζωμένη στον συλλογικό χαρακτήρα των Γερμανών όσο η μπύρα και τα λουκάνικα, έχοντας μάλιστα επιβιώσει παρά τους πολέμους, τον υπερπληθωρισμό και τον ολοκληρωτισμό που έπληξαν τη χώρα τους μέσα στην Ιστορία.
Στην προσπάθειά μου να εξηγήσω αυτό το γεγονός επισκέφθηκα το Γερμανικό Ιστορικό Μουσείο στο Βερολίνο, όπου συνάντησα τον Ρόμπερτ Μούσαλε, επιμελητή της έκθεσης «Αποταμίευση – Η ιστορία μιας γερμανικής αρετής». Αυτός μού επισήμανε ότι αυτή η παλιά γερμανική συνήθεια είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα ζήτημα οικονομικής σύνεσης. Η έκθεση που έχει στήσει ο Ρόμπερτ Μούσαλε στο Γερμανικό Ιστορικό Μουσείο περιλαμβάνει πολλά έγγραφα και αντικείμενα, εξετάζοντας το ζήτημα από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα για να εξηγήσει αυτή τη σχέση αγάπης των Γερμανών με την αποταμίευση. Μαθαίνουμε ότι η ιστορία της συσσώρευσης χρημάτων ξεκίνησε με την εκβιομηχάνιση. Καθώς ο πληθυσμός αυξανόταν και η φτώχεια εντεινόταν, οι τράπεζες εμφανίστηκαν ως ιδρύματα που θα έτειναν χείρα βοηθείας στους φτωχούς. Εργάτες που κατέθεταν σε αυτές τις οικονομίες τους, θεωρούνταν ηθικά υπέρτεροι έναντι εκείνων που απλά σπαταλούσαν όλα τα χρήματά τους. Μάλιστα εκτιμάται ότι όσοι αποταμίευσαν, ήταν μάλλον επιφυλακτικοί απέναντι σε θεωρίες επαναστατικής αναδιάρθρωσης των αρχών ιδιοκτησίας. Αυτό υποθέτει και ο Ρόμπερτ Μούσαλε, λέγοντας ότι η γερμανική συνήθεια της αποταμίευσης έχει τις ρίζες της στον κοινωνικό έλεγχο.
Στο γερμανικό παράδειγμα αντιπαραβάλλει μάλιστα τη στάση των Γάλλων. «Στη Γαλλία εξεγείρονταν και στη Γερμανία αποταμίευαν», σχολιάζει ο Ρόμπερτ Μούσαλε, παρατηρώντας ότι αυτές οι συνήθειες έχουν επιβιώσει μέχρι και σήμερα. «Εάν εξετάσετε τους εργατικούς αγώνες στη Γαλλία, βλέπετε ένοπλους εργάτες. Στη Γερμανία είμαστε περήφανοι εάν οι εταίροι στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθίσουν ο ένας απέναντι στον άλλο στο ίδιο τραπέζι. Αυτό λέει πολλά για τις διαφορές ανάμεσα σε ευρωπαϊκές χώρες», υπογραμμίζει ο Ρόμπερτ Μούσαλα.
Ως οικονομική συντάκτρια αναφέρομαι πολύ συχνά στο ιλιγγιώδες εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανία, το μεγαλύτερο στον κόσμο, που εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο τέλος του 2018 σε 299 δις δολάρια. Η σκέψη ότι η αποταμίευση μπορεί να είναι μια μορφή πολιτικής και κοινωνικής διαπαιδαγώγησης συνιστά μια ενδιαφέρουσα εναλλακτική στην άποψη ότι η αποταμίευση είναι απλά μια συνήθεια των συνετών Γερμανών που αντιστέκονται σε πειρασμούς κι έτσι δεν σπαταλούν χρήματα. Αυτή η σκέψη παραπέμπει πάντως στις πιο σκοτεινές περιόδους της Γερμανίας.
Τη δεκαετία του 1920 οι Γερμανοί είδαν τις οικονομίες τους να εξανεμίζονται λόγω του υπερπληθωρισμού. Οι εθνικοσοσιαλιστές ισχυρίστηκαν ότι υπαίτιοι γι’ αυτό είναι οι Εβραίοι. Χωρίς ίχνος λογικής και αλήθειας υπέδειξαν τους Εβραίους ως υπεύθυνους για την οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου. Στα σχολεία και στους χώρους εργασίας της χώρας γινόταν διαρκής προπαγάνδα για την αποταμίευση ως αρετή του έθνους. Ο δανεισμός χρημάτων ή και η επένδυσή τους, αντιθέτως, θεωρούνταν σχεδόν ελαττώματα. Ωστόσο, η αποταμίευση δεν έφερε τα προσδοκώμενα οφέλη στους πολίτες. Δεκάδες χιλιάδες Γερμανοί άρχισαν να μαζεύουν χρήματα το 1938 για ένα Volkswagen, όταν είχε μόλις παρουσιαστεί το πρωτότυπο μοντέλο. Αυτό αποδείχθηκε σύντομα καταστροφικό: όταν η Γερμανία ρίχτηκε με μανία στον πόλεμο, οι εργάτες που επρόκειτο να κατασκευάσουν τα Volkswagen των πολιτών επιστρατεύθηκαν για την κατασκευή οχημάτων για τη Βέρμαχτ. Αυτοκίνητο πάντως δεν απέκτησε κανείς.
Παρά το γεγονός ότι η έκθεση στο μουσείο του Βερολίνου είχε θετική απήχηση στο εξωτερικό, πολλοί Γερμανοί ενοχλήθηκαν με το γεγονός ότι η αποταμίευση συνδέεται τόσο στενά με τον αντισημιτισμό, είπε ο Ρόμπερτ Μούσαλε. «Υπάρχει ένας βαθμός άρνησης να κάνει κανείς ένα βήμα προς τα πίσω για να παρατηρήσει το όλο ζήτημα έξω από το στενά οικονομικό πλαίσιο. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει κανείς να παρατηρήσει από πιο κοντά και τον ίδιο του τον εαυτό», εξηγεί ο επιμελητής της έκθεσης.