Η κυβέρνηση της Βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι υπέστη δύο αλλεπάλληλες και σοβαρές ήττες στη Βουλή των Κοινοτήτων, ένδειξη της αδύναμης θέσης στην οποία έχει βρεθεί, πριν ακόμη ξεκινήσει η συζήτηση για τη συμφωνία του “διαζυγίου” με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ψηφοφορία που θα διεξαχθεί την επόμενη εβδομάδα και θεωρείται καθοριστικής σημασίας για το μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου.
Στην πρώτη ψηφοφορία, που αφορούσε το κατά πόσο η κυβέρνηση επέδειξε περιφρόνηση απέναντι στο κοινοβούλιο, παραβιάζοντας τους κανόνες του, οι βουλευτές την καταψήφισαν με ψήφους 311 έναντι 293. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης και το μικρό βορειοϊρλανδικό κόμμα DUP που στηρίζει την κυβέρνηση μειοψηφίας της Μέι εμφανίζονται εξοργισμένα επειδή δεν δημοσιοποιήθηκε το πλήρες κείμενο της νομικής συμβουλής που έλαβε η Ντάουνινγκ Στριτ από τον Γενικό Εισαγγελέα για το περιεχόμενο της συμφωνίας αποχώρησης. Υπέβαλαν έτσι από χθες ένα αίτημα ζητώντας την άμεση δημοσιοποίηση του πλήρους κειμένου και σήμερα έκριναν την κυβέρνηση ένοχη για περιφρόνηση του κοινοβουλίου.
“Η σημερινή ψηφοφορία είναι ντροπή για την κυβέρνηση. Είναι τεράστιας συνταγματικής και πολιτικής σημασίας. Ουδέποτε στο παρελθόν η Βουλή των Κοινοτήτων δεν είχε κρίνει τους υπουργούς ένοχους για περιφρόνηση”, σχολίασε ο εκπρόσωπος του Εργατικού Κόμματος, Κιρ Στάρμερ, μετά την ψηφοφορία.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε αμέσως ότι θα δώσει στη δημοσιότητα το πλήρες κείμενο αύριο, Τετάρτη.
Αμέσως μετά η κυβέρνηση της Μέι έχασε και μια δεύτερη ψηφοφορία που αφορούσε μια τροπολογία -την οποία κατέθεσε ένα μέλος του Συντηρητικού κόμματος- με την οποία θα αναγκαζόταν να παραχωρήσει διευρυμένες εξουσίες στο κοινοβούλιο στη διαδικασία του Brexit εφόσον η συμφωνία στην οποία έχει καταλήξει το Λονδίνο με τις Βρυξέλλες απορριφθεί από τους βουλευτές. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε με ψήφους 321 έναντι 299.
Με την καταψήφιση της πρότασης αυτής, η Μέι χάνει το επιχείρημα που χρησιμοποιούσε μέχρι τώρα για να πείθει τους βουλευτές να στηρίζουν τη συμφωνία: ότι σε διαφορετική περίπτωση η Βρετανία θα αποχωρήσει από την ΕΕ άτακτα, δηλαδή χωρίς καμία συμφωνία.