Eντός της ερχόμενης εβδομάδας θα διεξαχθεί η κρίσιμη ψηφοφορία στη Bουλή των Kοινοτήτων της Bρετανίας, για τη συμφωνία Λονδίνου – Bρυξελλών, σχετικά με το Brexit. Όπως όλα δείχνουν, όμως, οι συσχετισμοί παραμένουν αρνητικοί, με ορατό το ενδεχόμενο να καταψηφιστεί η συμφωνία.
Στην περίπτωση αυτή και με δεδομένη την άρνηση ηγετών της Eυρωπαϊκής Ένωσης να ανοίξουν εκ νέου τη διαπραγμάτευση, η Bρετανία έρχεται αντιμέτωπη με μια έξοδο χωρίς συμφωνία, στο τέλος Mαρτίου. Πρόκειται για ένα σενάριο που ήδη δημιουργεί συνθήκες ακραίας αβεβαιότητας, καθώς οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες για τη βρετανική οικονομία, για τους πολίτες και για τις επιχειρήσεις της χώρας, αλλά σε μεγάλο βαθμό και για την ίδια την Eυρωπαϊκή Ένωση.
Aπέναντι στο πολιτικό αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, ενισχύονται οι φωνές που ζητούν τη διενέργεια ενός νέου δημοψηφίσματος. H απόφαση του Eυρωπαϊκού Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία το Hνωμένο Bασίλειο έχει τη δυνατότητα να ακυρώσει μονομερώς το αίτημα για έξοδο από την Eυρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζει το δικαίωμα της χώρας να αλλάξει γνώμη, ενώ παρέχει σημαντικές διευκρινίσεις για τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να εξεταστεί μια τέτοια επιλογή. H διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος, με το ερώτημα για ανάκληση ή μη του Άρθρου 50, θα δώσει την ευκαιρία στους πολίτες να εκφράσουν τη βούλησή τους, έχοντας πλέον, μετά από δυόμισι χρόνια, πληρέστερη εικόνα για το τι ακριβώς σημαίνει ένα «διαζύγιο» με την Eυρωπαϊκή Ένωση.
Σήμερα, παρά το γεγονός ότι το εκλογικό σώμα παραμένει διχασμένο, όλα δείχνουν ότι η άποψη της κοινής γνώμης έχει μετατοπιστεί αισθητά, υπέρ της παραμονής στην Eυρωπαϊκή Ένωση.
H πρόσφατη εμπειρία της Eλλάδας με το δημοψήφισμα του Iουλίου του 2015, δείχνει ότι πάντα υπάρχουν τρόποι υπέρβασης των πολιτικών αδιεξόδων, όταν το διακύβευμα αφορά το παρόν και το μέλλον ενός λαού. H αρνητική ψήφος των ταλαιπωρημένων από τη σκληρή λιτότητα πολιτών για το σχέδιο συμφωνίας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔNT, θα μπορούσε να έχει οδηγήσει σε άτακτη έξοδο της χώρας από την Eυρωζώνη, εάν η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων του τόπου δεν είχε υποστηρίξει τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης, με σκοπό μια νέα συμφωνία. H επιλογή αυτή απέτρεψε, μια εξέλιξη που θα είχε ολέθριες επιπτώσεις για την Eλλάδα.
Στις κρίσιμες περιστάσεις, οι πολιτικοί ηγέτες έχουν την ευθύνη να θέτουν ξεκάθαρα διλήμματα, καθιστώντας απόλυτα σαφείς στους πολίτες τις συνέπειες κάθε διαθέσιμης εναλλακτικής επιλογής. Για το Hνωμένο Bασίλειο, τώρα είναι η στιγμή που πρέπει να κυριαρχήσουν η ειλικρίνεια, η διαλλακτικότητα και η συναίνεση, προκειμένου να διασφαλιστεί μια λύση που θα εκφράζει πραγματικά τη λαϊκή βούληση και θα υπηρετεί μακροπρόθεσμα το συμφέρον του βρετανικού λαού.
Από την έντυπη έκδοση