Τηλεφωνική συνδιάλεξη με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ είχε ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης και αυτοανακηρυγμένος μεταβατικός πρόεδρος της Βενεζουέλας Χουάν Γκουαϊδό.
«Ναι, συζητήσαμε με τον πρόεδρο (Τραμπ), όπως και με άλλους ηγέτες (κρατών) της περιοχής και του κόσμου», ανέφερε ο 35χρονος Γκουαϊδό, στη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN en Español. Διευκρίνισε συγκεκριμένα πως πέραν της αμερικανικής κυβέρνησης είχε συζητήσεις και με τους προέδρους Ιβάν Ντούκε (της Κολομβίας), Σεμπαστιάν Πινιέρα (της Χιλής), Μαουρίσιο Μάκρι (της Αργεντινής), και με τον επικεφαλής της ισπανικής κυβέρνησης Πέδρο Σάντσεθ.
Ο Τραμπ ήταν ο πρώτος αρχηγός κράτους που αναγνώρισε τον Γκουαϊδό ως τον πρόεδρο εν ενεργεία της Βενεζουέλας. Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, επικεφαλής του μοναδικού θεσμού της χώρας της Λατινικής Αμερικής υπό τον έλεγχο των αντιπάλων του σοσιαλιστή προέδρου Νικολάς Μαδούρο, αυτοανακηρύχθηκε την περασμένη Τετάρτη μεταβατικός πρόεδρος. Η αντιπολίτευση διατείνεται ότι υπάρχει κενό εξουσίας: θεωρεί παράνομη τη νέα θητεία του Μαδούρο, που ορκίστηκε και ανέλαβε τυπικά καθήκοντα τη 10η Ιανουαρίου.
Ακολουθώντας το παράδειγμα της Ουάσιγκτον, πολλές κυβερνήσεις χωρών της Λατινικής Αμερικής τάχθηκαν υπέρ της θέσης του Γκουαϊδό, ότι στις εκλογές του 2018 που κέρδισε ο Μαδούρο σημειώθηκε εκτεταμένη νοθεία και δεν μπορούν κατά συνέπεια να θεωρηθούν έγκυρες.
Από την πλευρά του ο Μαδούρο καταγγέλλει την απόφαση του Γκουαϊδό να αυτοανακηρυχθεί μεταβατικός πρόεδρος βλέποντας σε αυτή την κίνηση ένα «πραξικόπημα» ενορχηστρωμένο από τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ ενέτειναν την πίεση προς τον Μαδούρο τη Δευτέρα, ανακοινώνοντας κυρώσεις σε βάρος της δημόσιας επιχείρησης πετρελαίου της χώρας της Λατινικής Αμερικής και προτρέποντας τον στρατό να αποδεχθεί την «ειρηνική» μεταβίβαση της εξουσίας στον Γκουαϊδό. Ο Μαδούρο κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι προσπαθούν να αποσπάσουν παράνομα από τον έλεγχο της χώρας του τη Citgo, εταιρεία διύλισης καυσίμων που είναι θυγατρική της δημόσιας επιχείρησης πετρελαίου PdVSA, προαναγγέλλοντας ότι το Καράκας θα προσφύγει στη δικαιοσύνη, μετά τις σαρωτικές κυρώσεις που επέβαλε η Ουάσιγκτον.
Πέραν των ΗΠΑ, τον Γκουαϊδό υποστηρίζουν επίσης ο Καναδάς, χώρες της Λατινικής Αμερικής και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Απεναντίας η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία και το Ιράν υποστηρίζουν τον Μαδούρο.
«5.000 στρατιώτες στην Κολομβία» – Ερωτήματα για σημείωση του Μπόλτον
Στο μεταξύ ερωτήματα ανέκυψαν από τις σημειώσεις του Τζον Μπόλτον, συμβούλου εθνικής ασφαλείας του Αμερικανού προέδρου, τις οποίες παρατήρησαν δημοσιογράφοι στη διάρκεια ενημέρωσης στην αίθουσα Τύπου του Λευκού Οίκου τη Δευτέρα. Ο Μπόλτον είχε γράψει στο πάνω μέρος της σελίδας του σημειωματάριου που κρατούσε στο δεξί του χέρι: «5.000 στρατιώτες στην Κολομβία».
Ερωτηθείς από το Γαλλικό Πρακτορείο τι σημαίνει η σημείωση αυτή, Αμερικανός αξιωματούχος περιορίστηκε να πει ότι δεν έχει καμία πληροφόρηση για τον συγκεκριμένο αριθμό.
Ερωτηθείς εάν επίκειται αμερικανική στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα, ο Μπόλτον επανέλαβε – όπως και ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα – ότι «όλες οι επιλογές» παραμένουν στο τραπέζι.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε, ο Γκουαϊδό δήλωσε με τη σειρά του ότι δεν έχει καμία πληροφορία για τη φράση «5.000 στρατιώτες στην Κολομβία», που ήταν γραμμένη στο σημειωματάριο του Τζον Μπόλτον. «Δεν έχω πληροφορίες» για αυτό, διαβεβαίωσε ο Γκουαϊδό. «Αλλά βρισκόμαστε σαφώς σε μια πολύ περίπλοκη κατάσταση στη Βενεζουέλα», πρόσθεσε.
Όπως είπε, η πρόθεση της αντιπολίτευσης, συνέχισε, είναι να «βγούμε γρήγορα» από την κρίση, αξιοποιώντας «εργαλεία» της ίδιας της χώρας. Η αντιπολίτευση έκανε ήδη «μεγάλες προσπάθειες, ψηφίζοντας, διαδηλώνοντας, οικοδομώντας πλειοψηφίες» πρόσθεσε.
Ο Γκουαϊδό δήλωσε ακόμη ότι η αντιπολίτευση επιδιώκει «όλες οι χώρες του κόσμου να αναγνωρίσουν τη θυσία του λαού της Βενεζουέλας», της βούλησής του «να προχωρήσει μπροστά», να «σώσει τη δημοκρατία».