Μπορεί η Τερέζα Μέι να κέρδισε την χθεσινή ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο και να εγκρίθηκε το αίτημα παράτασης για το Brexit, σε καμία περίπτωση όμως δεν πανηγυρίζει γιατί το κλίμα εις βάρος της κυρίως εντός του κόμματός της παραμένει βαρύ.
Η μόνη ψηφοφορία εδώ και αρκετούς μήνες στην οποία η βρετανίδα πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, κατάφερε να κερδίσει με άνεση την υποστήριξη του κοινοβουλίου σε μία πρότασή της – και μάλιστα με πλειοψηφία 210 ψήφων – αφορούσε την παράταση της διαδικασίας βάσει του άρθρου 50, δηλαδή την καθυστέρηση εξόδου της χώρας από την ΕΕ, την οποία τόσο επίμονα προσπαθούσε να αποφύγει.
Όπως αναφέρεται στην πρότασή της, θα ζητήσει από την ΕΕ παράταση μέχρι τις 30 Ιουνίου, εάν υπάρξει μέχρι την επόμενη εβδομάδα (ως την Τετάρτη 20 Μαρτίου) συμφωνία για την αποχώρηση. Εάν όχι, η κυβέρνηση θα αναγνωρίσει ότι το κοινοβούλιο θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο για να διερευνήσει τους πιθανούς τρόπους που θα μπορούσε να προχωρήσει με βάση ένα τέτοιο σενάριο.
Όπως εξήγησε στην Βουλή ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ντέιβιντ Λίντινγκτον, στην περίπτωση μη συμφωνίας την επόμενη εβδομάδα, η κυβέρνηση θα διευκολύνει μια διαδικασία ώστε το κοινοβούλιο να αναζητήσει πλειοψηφία, στο διάστημα των δύο εβδομάδων που θα ακολουθήσουν μετά τη Σύνοδο Κορυφής στις 21 Μαρτίου. Προειδοποίησε ωστόσο για τις συνέπειες μιας μεγάλης παράτασης.
Η έγκριση της αναβολής του Brexit θα πρέπει να γίνει με ομόφωνη απόφαση των κυβερνήσεων των 27 χωρών μελών, αλλά προηγουμένως η Βρετανία θα πρέπει να αιτηθεί επίσημα την παράταση της διαδικασίας του άρθρου 50, με τεκμηριωμένη αιτιολόγηση και σαφή διάρκεια.
Διαπιστώνεται πάντως, ότι η άνετη νίκη της Μέι για την καθυστέρηση του Brexit, δεν οφείλεται στην μαζική υποστήριξη από το κόμμα της. Σύμφωνα με τις καταμετρήσεις, 188 Τόρις καταψήφισαν την πρόταση και μόλις 122 την υποστήριξαν. Ανάμεσα σε αυτούς που την καταψήφισαν ήταν ηχηρά ονόματα, με πρώτο τον υπουργό αρμόδιο για το Brexit, Στίβεν Μπάρκλεϊ, ο οποίος μάλιστα λίγη ώρα πριν τις ψηφοφορίες είπε: «Είναι ώρα αυτό το κοινοβούλιο να ενεργήσει προς το εθνικό συμφέρον, είναι ώρα να δρομολογήσουμε μία παράταση που να είναι ρεαλιστική». Καταψήφισαν επίσης οι υπουργοί Πένι Μόρντοντ, Λίαμ Φοξ, Κρις Γκρέιλινγκ, Γκάβιν Γουίλιαμσον και η Άντρια Λίντσομ.
Πριν την έγκριση της πρότασης της Τερέζα Μέι, το κοινοβούλιο καταψήφισε τέσσερις τροπολογίες, που αφορούσαν την παράταση της διαδικασίας του άρθρου 50 προκειμένου να υπάρξει χρόνος για την προετοιμασία δημοψηφίσματος για το Brexit, τη διεξαγωγή ενδεικτικών ψηφοφοριών πάνω στις εναλλακτικές προτάσεις για το Brexit (μαζί με μία τροπολογία που διευκρίνιζε ότι η παράταση θα πρέπει να έχει ισχύ μόνο μέχρι το τέλος Ιουνίου). Επίσης καταψηφίστηκαν οι τροπολογίες του Εργατικού κόμματος με σκοπό να υπάρξει χρόνος να βρεθεί μία πλειοψηφία για μία διαφορετική προσέγγιση στο Brexit, και του βουλευτή του Εργατικού κόμματος, Κρις Μπράιαντ, που θα εμπόδιζε την Τερέζα Μέι να ξαναφέρει στο κοινοβούλιο προς ψήφιση την συμφωνία της για την αποχώρηση. Τελικά, αυτή η τροπολογία αποσύρθηκε από την ψηφοφορία την τελευταία στιγμή.
Η μεγαλύτερη διαμάχη της ημέρας ήταν γύρω από την υποστήριξη ενός δεύτερου δημοψηφίσματος. Αν και ο ηγέτης του Εργατικού κόμματος, Τζέρεμι Κόρμπιν, στην τοποθέτησή του, επανέλαβε ότι υποστηρίζει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, ως ρεαλιστική επιλογή για την άρση του αδιεξόδου, νωρίτερα, το κόμμα του αποφάσισε να απέχει από την ψηφοφορία για την τροπολογία που ζητούσε τη διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος.
Η επίσημη εξήγηση ήταν ότι θα συμβαδίσει με την άποψη της καμπάνιας του People’s Vote και αυτής του Best for Britain (που τάσσονται υπέρ του δημοψηφίσματος και κατά του Brexit) που ανακοίνωσαν ότι δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή στην κοινοβουλευτική διαδικασία για την προώθηση του θέματος του δημοψηφίσματος, αφού ο σημερινός στόχος ήταν η εξασφάλιση μίας παράτασης της αποχώρησης. Επικρίθηκε πάντως από βουλευτές και εκπροσώπους κομμάτων που υποστηρίζουν την παραμονή στην ΕΕ.
Στο μεταξύ, η ηγεσία των Εργατικών είχε συνάντηση με τους βουλευτές του κόμματος, Πίτερ Κάιλ και Φιλ Γουίλσον – με τους οποίους συναντήθηκε πριν λίγες μέρες και ο υπουργός για το Brexit, Στίβεν Μπάρκλεϊ – οι οποίοι έχουν δηλώσει ότι πρόκειται να δρομολογήσουν τροπολογία που θα στηρίζει την συμφωνία της Μέι, με τον όρο να τεθεί στη συνέχεια σε δημοψήφισμα. Η συνάντηση έγινε στο πλαίσιο της δέσμευσης των Εργατικών για εξεύρεση λύσης στο αδιέξοδο του Brexit.
Η Τερέζα Μέι θα προσπαθήσει να επαναφέρει την συμφωνία της στο κοινοβούλιο
Κατά τη διάρκεια των διεργασιών στην Βουλή των Κοινοτήτων, ευρωσκεπτικιστές βουλευτές του Συντηρητικού κόμματος, δήλωσαν ότι διερευνούν τη δυνατότητα μαζί με το μικρό βορειο-ιρλανδικό κόμμα DUP, να υπάρξει μία συμπληρωματική γνωμοδότηση από τον γενικό εισαγγελέα, Τζέφρι Κοξ, για τις αλλαγές που προτάθηκαν στην συμφωνία αποχώρησης της Τερέζα Μέι, και για τις οποίες είχε γνωστοποιήσει την άποψή του, ενώπιον της Βουλής, την Τρίτη. Συγκεκριμένα, η έρευνα αφορά τη δυνατότητα της Βρετανίας για μονομερή αποχώρηση από το backstop. Η ηγέτης του DUP, Αρλίν Φόστερ, επιβεβαίωσε τις διεργασίες λέγοντας ότι «μιλάμε με την κυβέρνηση και τον γενικό εισαγγελέα για να προσπαθήσουμε να κάνουμε μία συμφωνία να πετύχει, επειδή θέλουμε να δούμε το Brexit να συμβαίνει για όλη την Βρετανία, με τρόπο που να μην αφήνει πίσω την Βόρεια Ιρλανδία».
Το ενδεχόμενο μίας διαφορετικής γνωμοδότησης του γενικού εισαγγελέα στις αλλαγές που έγιναν στην συμφωνία της Τερέζα Μέι, στις τελευταίες συνομιλίες με την ηγεσία της ΕΕ, θα σήμαινε ότι ενδεχομένως να κερδίσει την υποστήριξη από το DUP και από τους αντάρτες του Συντηρητικού κόμματος.
Άλλωστε, δημοσίευμα των Times αποκάλυψε σήμερα ότι η Τερέζα Μέι προετοιμάζει μία τρίτη κρίσιμη ψηφοφορία για την συμφωνία της στο Brexit, και υποστήριξε ότι οι Συντηρητικοί βουλευτές που καταψήφισαν την συμφωνία της Μέι είχαν κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τον υπουργό για το Brexit, Σίβεν Μπάρκλεϊ, και τον γενικό εισαγγελέα, Τζέφρι Κοξ, προς αυτή την κατεύθυνση.
Αιτήματα για την παραίτηση της Τερέζα Μέι
Καθώς εντείνονται οι φήμες γύρω από μία αναγκαστική παραίτηση της Μέι εξαιτίας πιέσεων που δέχεται από υψηλόβαθμα μέλη του κόμματός της, ο πρώην επικεφαλής του πολιτικού της γραφείου, Τζορτζ Φρίμαν, την κάλεσε να δεσμευτεί για την παραίτησή της, προκειμένου να κερδίσει την υποστήριξη των βουλευτών στην συμφωνία της για την αποχώρηση.
Σε συνέντευξή του στην Independent υποστήριξε ότι έχει έρθει η στιγμή ένας «νέος ηγέτης να ενώσει τη χώρα» και ότι πρέπει να βρεθεί τρόπος για μία ομαλή αποχώρηση, που όμως να σέβεται το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
«Εάν πρέπει η πρωθυπουργός να υποσχεθεί ότι θα φύγει μετά την συμφωνία αποχώρησης για να εξασφαλίσει τις απαραίτητες ψήφους για μία ομαλή έξοδο στις 29 Μαρτίου, νομίζω ότι πρέπει να το δεχτεί και να αφήσει ένα νέο ηγέτη να προσπαθήσει να ενώσει τη χώρα με διαφορετική προσέγγιση για το κρίσιμο επόμενο στάδιο» είπε.
Επίσης, ο ευρωσκεπτικιστής και πρώην υπουργός, Κρίστοφερ Τσοπ, δήλωσε στη Βουλή ότι θα σκεφτόταν σοβαρά το ενδεχόμενο να υποστηρίξει μία πρόταση μομφής του Εργατικού κόμματος κατά της κυβέρνησης.